Τρίτη 31 Μαρτίου 2020

Εὐάγγελος Λεμπέσης - Ἡ Τεραστία Κοινωνικὴ Σημασία τῶν Βλακῶν ἐν τῷ Συγχρόνῳ Βίῳ





Τὸ πλέον γνωστὸ αὐτὸ ἔργο τοῦ Εὐαγγέλου Λεμπέση, δημοσιεύτηκε ἀρχικὰ στὴν «Ἐφημερίδα τῶν Ἑλλήνων Νομικῶν» τὸ ἔτος 1941 μὲ ἀποτέλεσμα τὴν πολεμικὴ συζητήσεων κριτικῶν καὶ ἀντιπαραθέσεων στὶς ἐφημερίδες τῆς ἐποχῆς. Εἶναι γεμάτο ἀπὸ ὀξυδερκεῖς παρατηρήσεις πάνω στὸ τεράστιο θέμα τῆς βλακείας στὶς σύγχρονες κοινωνίες. Εἶναι μακροσκελές, στὴν καθαρεύουσα, ἀλλά, κατὰ κρίσιν ἀγαθοῦ, ἀνδρὸς ἀξίζει τὸν κόπο νὰ διαβαστῇ καὶ νὰ γίνει κτῆμα ὅλων.

Πρόλογος

Ἁπλὴ ὑποσημείωσις ἐξ ὀλίγων γραμμῶν εἰς ἄλλην μελέτην μου ἡ παροῦσα μικρὰ ἐργασία ἐξελίχθη εἰς τὸ ἀνὰ χείρας δοκίμιον χάρις εἰς τὴν παρώθησιν τοῦ διαπρεπεστάτου νομικοῦ καὶ ἀγαπητοῦ φίλου Διευθυντοῦ τῆς «Ἐφημερίδος τῶν Ἑλλήνων Νομικῶν», κ. Ν. Π. Θηβαίου. Εἰς αὐτὸν ἑπομένως τὸν ἀνεξάντλητον εἰς ἐμπνεύσεις καὶ εἰς παντοειδῆ πρωτοτυπίαν ἐπιστήμονα καὶ συγγραφέα ὀφείλεται τόσον ἡ συγγραφή, καθὼς καὶ ἡ δημοσίευσις εἰς τὴν «Ἐφημερίδα τῶν Ἑλλήνων Νομικῶν», ὡς καὶ ἡ ἐνταῦθα ἀναδημοσίευσις τῆς παρούσης μικρᾶς πραγματείας. Ὀφείλομεν χάριτας εἰς αὐτόν, ἀπὸ κοινοῦ συγγραφεὺς καὶ ἀνανῶσται, διὰ τὴν σύντομον αὐτὴν ἐντρύφησιν εἰς τὸν χλοερὸν τοῦτον κόσμον μιᾶς κατηγορίας συνανθρώπων, τῶν ὁποίων ἡ κοινωνικὴ σημασία ἔχει δεινῶς ὑποτιμηθῆ καὶ τῶν ὁποίων τὰ δικαιώματα εἶναι ἐξησφαλισμένα οὐ μόνον -φεῦ!- ἐν τῷ βασιλείῳ τῶν οὐρανῶν, ἀλλ᾿ ἔτι πλέον ἐπὶ τοῦ χλοεροῦ τούτου πλανήτου!
Ἐπὶ τοῦ περιεχομένου τοῦ παρόντος δοκιμίου οὐδεμίαν προεργασίαν γνωρίζω καὶ συνεπῶς δέον νὰ κριθῶ ἐπιεικῶς, ὡς πάντη στερούμενος «βοηθημάτων». Τολμῶ ἐν τούτοις νὰ φρονῶ, ὅτι τούτων οὐδόλως παρίσταται ἀνάγκη, διότι ἀληθῶς ἐξαιρετικῶς μέγας εἶναι ὁ πλοῦτος τοῦ ἀμέσου κοινωνικοῦ ἐμπειρικοῦ ὑλικοῦ καὶ ἐλαχίστη ἡ ἐκ τῆς ἐλλείψεως γραπτῶν βοηθημάτων στενοχωρία τοῦ γράψαντος.
Ὡς πρὸς τὴν μέθοδον τέλος δέον νὰ ὑπογραμμίσω, ὅτι κατεβλήθη ἐνδελεχὴς προσπάθεια, ὅπως αὕτη εἶναι αὐστηρῶς ἐπιστημονική. Διότι πράγματι - ὡς ἐλπίζω ν᾿ ἀποδειχθῇ - πλὴν τῶν ἄλλων δεδικαιολογημένων ἀξιώσεων, τὰς ὁποίας δύναται νὰ ἔχῃ παρὰ τῶν λοιπῶν ἀτυχῶν συνανθρώπων, ἡ εὐτυχὴς καὶ παντοδύναμος κοινωνικὴ κατηγορία, ἥτις ἐξετάζεται ἐνταῦθα, εἶναι καὶ ἡ ἀξίωσις ν᾿ ἀποτελέσῃ σοβαρώτατον θέμα σοβαροῦ ἐπιστημονικοῦ χειρισμοῦ.
Θὰ ἔπρεπεν ἴσως, ἐκ λόγων εὐγνωμοσύνης πρὸς τοὺς ἀποτελοῦντας τὸ θέμα τῆς παρούσης μελέτης δυνάστας τῆς ἀνθρωπότητος ν᾿ ἀφιερωθῇ αὕτη εἰς αὐτούς. Ἐκ λόγων δικαιοσύνης ὅμως ἀφιεροῦται - καὶ οὐκ ἐπ᾿ ἐλάχιστον, πρὸς διδαχήν των - εἰς τοὺς δυναστευομένους: δηλονότι εἰς τοὺς εὐφυεῖς!

I

Εἰς τὴν πολυπληθῆ κατηγορίαν τῶν βλακῶν προσάπτεται ἀσφαλῶς ἄδικος καὶ ἐπιστημονικῶς ἐσφαλμένη μομφή, ὅταν οὗτοι χαρακτηρίζονται εἴτε ὡς ἄχρηστοι καὶ περιττὸν βάρος τῆς κοινωνίας, εἴτε ὡς παρασιτικοί, ἐκφράζεται δὲ συχνὰ ἡ ἀνόητος, ὡς θὰ ἴδωμεν, εὐχὴ ὅπως οὗτοι ἐκλείψουν. Τὸ πρόβλημα τῶν βλακῶν δὲν εἶναι ἐν τούτοις ἁπλοῦν ὅταν ληφθῇ πρώτον ὑπ᾿ ὄψιν ἡ στερεὰ καὶ ἀπολύτως ἀναγκαία θέσις, ἣν οὗτοι ἐπαξίως κατέχουν ἐν τῷ κοινωνικῷ διαφορισμῶ. Οἱ βλᾶκες διαιροῦνται οὕτως εἰς δυὸ ὅλως ἀντιθέτους μεταξὺ τῶν «ὁμάδας», διεπομένας ὅμως ἀμφοτέρας ὑπὸ τοῦ αὐτοῦ νόμου, τοῦ διαφορισμοῦ. Ἡ πρώτη ἐκ τούτων ὁμὰς καταλαμβάνει ὡς γνωστὸν τὰς ὑποδεεστέρας ἐν τῇ κοινωνίᾳ θέσεις, ἤτοι εὑρίσκεται εἰς τὰς κατωτάτας βαθμίδας τοῦ κοινωνικοῦ διαφορισμοῦ. Πόσον εὐεργετικὴ διὰ τὴν κοινωνίαν εἶναι ἡ ὁμὰς αὕτη εἶναι περιττὸν νὰ τονισθῇ, διότι ἄνευ αὐτῆς δὲν θὰ ὑπῆρχεν ἐκμετάλλευσις καὶ ἄνευ ἐκμεταλλεύσεως δὲν θὰ ὑπῆρχε πολιτισμός. Εἰς δὲ τὴν γλῶσσαν τοῦ κοινωνικοῦ διαφορισμοῦ: Ἄνευ αὐτῆς δὲν θὰ ὑπῆρχε διαφορισμός, διότι ἀντὶ τῆς ἀνισότητος, θὰ ὑπῆρχεν ἰσότης, ἔστω καὶ ἐκ τῶν ἄνω, δηλαδὴ θὰ ἦσαν ὅλοι εὐφυεῖς, ὅπερ ἀπὸ τῆς ἀπόψεως τοῦ διαφορισμοῦ τὸ αὐτό: ὡς νὰ ἦσαν ὅλοι βλᾶκες· διότι ὁ διαφορισμὸς ἀπαιτεῖ ῥητῶς καὶ εὐφυεῖς καὶ βλάκας, περικοπτωμένων δὲ οἱονδήποτε ἐκ τῶν δυὸ τούτων σκελῶν του, αἴρεται ὁλόκληρος. Ἄνευ δέ, κατ᾿ ἀκολουθίαν, τοῦ διαφορισμοῦ, καθισταμένου δυνατοῦ μόνον διὰ τῆς σοβαρᾶς συμβολῆς τῶν βλακῶν, δὲν ὑπάρχει κοινωνία. Τοιαύτη λοιπὸν ἡ τεραστία κοινωνικὴ σημασία τῶν βλακῶν, ἥτις ἄλλως τε ὑπὸ πάντων ἀναγνωρίζεται, μολονότι μόνον εἰς τὸν κοινωνιολόγον εἶναι ἐπιστημονικῶς γνωστή.

II

Ἡ κατὰ τῶν βλακῶν καταφορὰ προκαλεῖται ἄλλως τε ὑπὸ τῆς δευτέρας ὁμάδος αὐτῶν, πλέον ἐνοχλητικῆς τῆς πρώτης, ἀλλὰ καὶ ἐνταῦθα ἡ καταφορὰ αὕτη, ἐφ᾿ ὅσον ἐμφανίζεται ὡς λογικὴ κρίσις, εἶναι ἀκοινωνιολόγητος, ἤτοι ἀντεπιστημονική. Κατηγοροῦνται δηλαδὴ οἱ βλᾶκες τῆς δευτέρας ταύτης κατηγορίας ὅτι παναξίως κατέχουν σπουδαίας ἐν τῇ κοινωνίᾳ θέσεις. Ἀλλ᾿ ἡ κρίσις αὕτη προδίδει πλήρη μίας ὡρισμένης μορφῆς τοῦ διαφορισμοῦ ἄγνοιαν. Ἡ μορφὴ αὕτη δεδομένη μὲ φυσικὴν ἀναγκαιότητα ὡς ὁ νόμος τοῦ διαφορισμοῦ εἶναι ὁ στοιχειώδης κανών: «δέκα βλάκες καθ᾿ ἑνὸς εὐφυοῦς· δέκα ἀνίκανοι καθ᾿ ἑνὸς ἱκανοῦ· δέκα ἀδύνατοι καθ᾿ ἑνὸς ἰσχυροῦ κ.ο.κ.». Τὸ φαινόμενον τοῦτο, κλασσικόν, τυπικὸν καὶ αἰώνιον ἀφ᾿ ἧς ὑπάρχει ἀνθρωπίνη κοινωνία, δι᾿ ὅλης τῆς Ἱστορίας τῆς ἀνθρωπότητος, δύνανται νὰ εἶναι «τυχαῖον»; Ἀλλὰ τυχαῖον εἶναι ὅ,τι ἀδυνατεῖ νὰ συλλάβῃ ὁ ἀνθρώπινος νοῦς. Οὐδέποτε ὅμως ὅ,τι πρὸ πολλοῦ ἔχει συλληφθῇ εἰς τὸν θεμελειώδη νόμον τοῦ διαφορισμοῦ. Καὶ τὸ μὲν ψυχολογικὸν ἐλατήριον τοῦ συνασπισμοῦ τῶν ὁπωσδήποτε «κάτω» κατὰ τῶν ὁπωσδήποτε «ἄνω» εἶναι δεδομένη διὰ τοῦ ressentiment.
Ὁ συνασπισμὸς τῶν βλακῶν ἐνταῦθα εἶναι μηχανικὴ ὀργάνωσις βάσει τῆς ἀρχῆς τῆς «ἐλαχίστης προσπαθείας» πρὸς ἀντιμετώπισιν ἰσχυροτέρας δυνάμεως εἰς τὸ πρόσωπον τῶν ὀλίγων ἢ τοῦ ἑνός. Ἡ ὀργάνωσις αὕτη περιωρισμένης ἐκτάσεως καλεῖται κοινωνιολογικῶς κλίκα (clique).
2. Ἡ ἔμφυτος τάσις τοῦ βλακός, ἐξικνουμένη συχνότατα εἰς ἀληθῆ μανίαν ὅπως ἀνήκῃ εἰς ἰσχυρὰς καὶ ὅσον τὸ δυνατὸν περισσοτέρας πάσης φύσεως ὀργανώσεις, ἐξηγεῖται πρώτον μὲν ἐκ τῆς εὐκολίας τῆς ἀγελοποιήσεως, εἰς ἣν μονίμως ὑπόκειται, λόγω ἐλλείψεως ἀτομικότητος (ἐξ οὗ καὶ τὸ μῖσος τοῦ κατὰ τοῦ ἀτόμου καὶ τοῦ ἀτομικισμοῦ), δεύτερον δὲ ἐκ τοῦ ἀτομικοῦ ζῳώδους πανικοῦ, ὑπὸ τοῦ ὁποίου μονίμως κατατρύχεται, ἐκ τοῦ δεδικαιολογημένου φόβου μήπως περιέλθῃ εἰς τὸ παντὸς εἴδους προλεταριάτον. Ἀποτελεῖ δὲ ἡ τάσις αὕτη ἀμάχητον σχεδὸν τεκμήριον περὶ τοῦ βαθμοῦ τῆς πνευματικῆς του ἀναπηρίας. Τοιουτοτρόπως δημιουργεῖται αὐτόματος συρροὴ βλακῶν εἰς τὰς πάσης φύσεως ὀργανώσεις, αἴτινες, ἐὰν μὲν εἶναι συμφεροντολογικαί, διατηροῦν τοὐλάχιστον τὴν σοβαρότητα τῶν συμφερόντων των, ἐὰν ὅμως εἶναι «πνευματικαί» περιέρχονται σὺν τῷ χρόνῳ εἰς πλήρη βλακοκρατίαν. Εἰς τὸ φαινόμενον τοῦτο ὀφείλει τὸν ἐκφυλισμὸν τοῦ λ.χ. ὁ μασσωνισμός, oι ἁπανταχοῦ Ῥοταριανοὶ ὅμιλοι, ὅλοι oι «πνευματικοί» σύλλογοι, καὶ αὐτὴ αὕτη ἡ... Κοινωνία τῶν Ἐθνῶν!. Ἑπόμενον εἶναι κατόπιν τούτων, ὅτι ὅπως ἡ λεγεὼν τῶν βλακῶν ὠθεῖται ἀκατανικήτως πρὸς τὴν ἀγέλην καὶ πρὸς τὰς πάσης φύσεως ὀργανώσεις, οὕτω ὑφίσταται ἀκατανίκητον ἕλξιν ἀπὸ τὰς παντὸς εἴδους ἀγελαίας ἀντιατομικὰς καὶ ὁμαδιστικὰς θεωρίας, ἀπὸ τοῦ πάσης φύσεως παρεμβατισμοῦ ἢ διευθυνομένης οἰκονομίας ἢ 4ης Αὐγούστου μέχρι τοῦ σοσιαλισμοῦ καὶ τοῦ κομμουνισμοῦ (ἄλλοι εἶναι οἱ ἐκμεταλλευταὶ τῶν θεωριῶν αὐτῶν). Τούτων δεδομένων ἐξηγεῖται καὶ ἡ ἀτελεύτητος καὶ αὐστηροτάτη ἐπιλογὴ βλακῶν εἰς τὰ ὁμαδικὰ συστήματα ἡ ὁποία, τῇ βοηθείᾳ μίας πολιτικῆς βίας, κατοχυροῦται καὶ ὡς πολιτικὸν καὶ κοινωνικὸν καθεστὼς (4η Αὐγούστου), τόσῳ μᾶλλον, ὅσο ἡ ἐλευθερία τῆς σκέψεως, χρήσιμος μόνον εἰς ἐκείνους, οἵτινες διαθέτουν σκέψιν, εἶναι μονίμως καὶ ἐξόχως ἀντιπαθητικὴ εἰς τοὺς βλάκας, διότι ἀσκουμένη ὑπὸ τῶν ἄλλων στρέφεται ἐναντίον των, ἰδία ὁσάκις οὗτοι κατέχουν ἐξουσιαστικὰς θέσεις, ἢ ἔχουν συνδέσει συμφέροντα μὲ τοὺς κατέχοντας αὐτάς. Ἡ ἔλλειψις ἰδίας γνώμης, ἡ κολακεία καὶ ἡ ρᾳδιουργία (ἴδε κατωτέρω) τοὺς προορίζουν ἄλλως τε εἰδικῶς διὰ τὰς καταστάσεις ταύτας. Ἡ ἀκατανίκητος ἐπίσης τάσις τῶν βλακῶν πρὸς τὰς πάσης φύσεως ἀγελαίας ἐμφανίσεις (κοσμικαὶ συγκεντρώσεις καὶ causerie τρεφομένη ἐκ τῶν περιεχομένων τῶν ἐφημερίδων καὶ τῶν ραδιοφώνων, μόδα, κλπ.) καὶ διακρίσεις (τίτλοι, διπλώματα παράσημα) εἶναι κατόπιν τῶν ἀνωτέρω αὐτονόητος.

III

3. Ἀλλὰ πόθεν εἶναι δεδομένη ἡ πραγματικὴ δυνατότης τῆς ἀποτελεσματικῆς δράσεως τῆς βλακικῆς ἀγέλης; Ἡ δυνατότης αὕτη εἶναι δεδομένη ἀπολύτως ἀντικειμενικῶς καὶ ἀνεξαρτήτως τοῦ ψυχολογικοῦ ἐλατηρίου (τοῦ ressentiment), τὸ ὁποῖον ἄλλως οὐδεμίαν θὰ εἶχε κοινωνικὴν δρᾶσιν καὶ ἀκολούθως κοινωνιολογικὴν σημασίαν. Εἶναι δεδομένη ἐκ τῆς μοιραίας θέσεως τὴν ὁποίαν κατέχουν εἰς τὴν κλίμακα τοῦ κοινωνικοῦ διαφορισμοῦ οἱ βλᾶκες, θέσεως εἰς τὴν ὁποίαν εἶναι ἀναντικατάστατοι, διότι εἶναι θέσις ὑποδεεστέρα, ἀλλὰ καὶ ἀπολύτως ἀπαραίτητος διὰ τὸν ὅλον κοινωνικὸν μηχανισμόν, ὁ ὁποῖος βασίζεται ἀπολύτως εἰς τὰς κατωτέρας αὐτοῦ βαθμίδας. Εὐκρινέστατα διαφαίνεται ἡ ἐξάρτησις αὕτη τῶν ἀνωτέρω βαθμίδων καὶ προσώπων ἀπὸ τῶν κατωτέρων τοιούτων ὅπου αὕτη λαμβάνει μορφὰς καθαρῶς ἐκβιαστικάς, τὰς ὁποίας γνωρίζουν πάντες οἱ κοινωνικοὶ ἄνθρωποι. Ὡς παράδειγμα δύναται νὰ χρησιμεύσῃ ἡ παρέλκυσις ἢ ὁ ἐνταφιασμὸς μίας ὑποθέσεως εἰς οἱανδήποτε ὑπηρεσίαν ὑπὸ κατωτέρων ὑπαλλήλων, ἡ ἔκδοσις ἐντάλματος συλλήψεως κατὰ καταζητουμένου ἐκληματίου, εἰς περίπτωσιν κατὰ τὴν ὁποίαν τὰ κατώτερα ἀστυνομικὰ ὄργανα εἶναι ἀλληλέγγυα πρὸς αὐτὸν κλπ
4. Λαμβανομένης ἤδη ὑπ᾿ ὄψιν τῆς ἐπικαίρου ταύτης θέσεως τῶν κατωτέρων βαθμίδων καὶ προσώπων ἐν τῷ κοινωνικῷ διαφορισμῷ καθίσταται ἀπολύτως νοητὴ καὶ ἡ ἄνοδος αὐτῶν εἰς ἀνωτέρας βαθμίδας διὰ κοινοῦ μεταξὺ τῶν συνασπισμοῦ ἀναδεικνύοντος ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους ἀφ᾿ ἑνὸς μὲν δι᾿ ὀργανωμένης ἀντιστάσεως (boycotage) πρὸς τὰ ἄνω καὶ παραλύσεως τῶν τυχὸν ἀντιθέτων ἐνεργειῶν τῶν ὑπερκειμένων παραγόντων πρὸς ἀνάδειξιν ἄλλου πράγματι ἱκανοῦ, προσώπου, ἀφ᾿ ἑτέρου δὲ δι᾿ ὀργανωμένης προωθήσεως προσώπου ἐκ τῶν κόλπων αὐτῶν, πρὸς τὴν ἀνωτέραν βαθμίδα. Τὸ φαινόμενον τοῦτο καλεῖται κλίκα. Ὅτι τὴν ἐξέλιξιν ταύτην οὐδεὶς δύναται νὰ σταματήσῃ εἶναι φανερόν, ὅσον εἶναι φανερὰ ἡ νομοτελειακὴ συνάρτησις τῶν ὡς ἄνω δεδομένων. Κατὰ τὴν αὐτὴν συνάρτησιν τὸ φαινόμενον συνεχίζεται: «ἑνὸς βλακὸς προκειμένου μύριοι ἕπονται», ὁ δὲ οὕτω ἀνελθὼν βλὰξ θὰ προωθήσῃ ὁ ἴδιος πρόσωπα μόνον κατώτερα ἑαυτοῦ, μέχρις ὅτου ἡ μία βιαία ἔξωθεν ἐπέμβασις, ὑπαγορευομένη ὑπὸ τῆς ἀνάγκης ἄλλου τινὸς κοινωνικοῦ ὀργανισμοῦ, ἢ ὁ φυσικὸς ἐκφυλισμὸς ἑνὸς τοιούτου ὀργανισμοῦ ἐκ τῶν ἔσω, ἐπιφέρει θεμελιώδη τινὰ ἀνατροπὴν ἢ καὶ αὐτὸν τοῦτον τὸν τερματισμὸν τοῦ βίου τοῦ ἐκφυλισθέντος ὀργανισμοῦ. Οὕτω λ.χ., εἰς παρομοίαν περίπτωσιν ἡ τὸ 1910 ἀνελθοῦσα κοινωνικὴ ὁμὰς ἀνέτρεψε τὴν ἱεραρχίαν τῶν ἀξιῶν καὶ τῶν προσώπων καὶ ἐντὸς τοῦ παλαιοκομματισμοῦ, καταστήσασα δυνατὴν τὴν ὑπεφαλάγγισιν τῶν παλαιῶν αὐτοῦ ἀρχηγῶν ὑπὸ νέων (Γούναρη, Στράτου κλπ.)
5. Ἀλλὰ καὶ οἱ ἄνευ συνασπισμοῦ καὶ ὀργανώσεως, ἄνευ «κλίκας», ἀνερχόμενοι βλᾶκες ἢ ἀνίκανοι γενικῶς, ἀτομικῶς καὶ μόνον ἐπικρατοῦντες, εὑρίσκονται ἐν τούτοις δεσμευμένοι ὑπὸ τοῦ κοινωνικοῦ διαφορισμοῦ εἰς ἴσον βαθμὸν ὡς καὶ οἱ ὀργανωμένοι τοιοῦτοι. Διότι ἀντικειμενικῶς αἱ θέσεις τὰς ὁποίας λαμβάνουν εἶναι τοιαῦται, ὥστε ἡ ἀνεπάρκειά των ἢ νὰ εἶναι πλεονεκτικὴ ἢ νὰ εἶναι ἀνεκτή, οὐδέποτε ὅμως θέσεις ἀπαιτούσαι πραγματικὰ προσόντα, ἐκ τῶν ὁποίων, καὶ ἂν ἀκόμη φθάνουν εἰς αὐτάς, ἀνατρέπονται καὶ κρημνίζονται εἰς τὴν πρώτην ἀντίξοον περίστασιν καὶ ὑπὸ μεγάλου τινὸς ἢ μικροῦ πνέοντος ἀνέμου. Οὕτω λ.χ. πολλοὶ ἐξ αὐτῶν κατέλαβον διαδοχικῶς πλεῖστα ἀξιώματα τῆς κοινωνίας καὶ τῆς πολιτείας, ἀπὸ τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας, μέχρι τοῦ «Προέδρου τοῦ Συλλόγου Προστασίας Ἐγγύων Μυιῶν», τοῦ «Γενικοῦ Γραμματέως τῆς Γενικῆς Συνομοσπονδίας Πωλητῶν Ποντικοπαγίδων» κ.ο.κ., ἀξιώματα βεβαίως, τὰ ὁποῖα οὐδέποτε θὰ ἐπιδιώξῃ σοβαρῶς ἀπασχολούμενος ἄνθρωπος. Εἰς τὰ ἀξιώματα ταῦτα προστίθενται φυσικὰ καὶ διακρίσεις οἶον παράσημα, διπλώματα, δεξιώσεις κλπ.
Ο causeur συνάδελφος τοῦ ἀνωτέρω ἀποτελεῖ ἀληθῆ κοινωνικὴν μάστιγα, διότι ὡς causerie ἐκλαμβάνει τὸ νὰ λέγῃ εἰς τοὺς χειμαζομένους συνανθρώπους τί ἀνέγνωσεν εἰς τὰς ἐφημερίδας, τί ἤκουσεν εἰς τὸ ραδιόφωνον καὶ τί τοῦ εἶπον διάφοροι καθ᾿ ὁδόν, ἐξικνούμενος ἔστιν ὅτε εἰς τὰ σχόλιά του, ὅταν ἀποφασίσῃ νὰ σχολιάσῃ εἰς δυσθεώρητα ὕψη ὀξυδερκείας καὶ πνευματικῆς χάριτος: ὅτι λ.χ. κατὰ τὴν νύκτα ἀναμφιβόλως ἐπικρατεῖ σκότος, τὴν δὲ βροχὴν ἀκολουθεῖ ὁπωσδήποτε ἡ ὑγρασία... Εἰς ταῦτα προστίθεται ἐνίοτε καὶ ἡ «προστατευτικὴ» στάσις αὐτοῦ ἔναντι τῶν πνευματικῶς ἀνωτέρων του, σκοποῦσα τὴν ὑποτίμησιν αὐτῶν εἰς τὰ ὄμματα τοῦ κόσμου κλπ.

IV

6. Ἐνδιαφέρον εἶναι τέλος ἐνταῦθα τὸ φαινόμενον μερικῶν εὐφυῶν ἀνθρώπων, οἵτινες, ἐνστικτωδῶς διαισθανόμενοι τὸν κοινωνικῶς ἀνυπέρβλητον ρόλον τῶν βλακῶν καὶ τὴν λαμπρὰν κοινωνικὴν αὐτῶν σταδιοδρομίαν - ἐν τῇ «χρυσῇ» μέσῃ ὁδῷ τῆς μετριότητος ἐννοεῖται - ἀποφασίζουν νὰ ὑποδυθοῦν τὸν ρόλον αὐτόν, ὅπως ἀνέλθουν διὰ τῆς μεθόδου τῆς «νύσσης», ὡς αὕτη εὐφυέστατα ἀποκαλεῖται παρὰ τῷ λαῷ. Ἀλλ᾿ ὁ ρόλος οὗτος εἶναι ἐξαιρέτως δύσκολος ἐκ δυὸ λόγων: Πρῶτον ὑποκειμενικῶς ἡ ὕπαρξις πνευματικῆς καὶ ψυχικῆς ζωῆς ἔχει ὡς γνωστὸν ἀναποτρέπτους ἀντανακλάσεις ἐπὶ τῆς ἐξωτερικῆς φυσιογνωμίας, αἴτινες μὲ τὴν τελειοτέραν ὑπόκρισιν, δύσκολον εἶναι ν᾿ ἀποκρυβοῦν, πλὴν τῆς περιπτώσεως καθ᾿ ἣν εἶναι δεδομένον τάλαντον μεγάλου ἠθοποιοῦ. Ἡ ἁπλὴ παρουσία τοῦ εὐφυοῦς ἀνθρώπου εἶναι κατὰ κανόνα διὰ τὸν βλᾶκα εἰς τὸ ἔπακρον προκλητική. Τὸ ψυχολογικὸν σύμπλεγμα τῶν συναισθημάτων, τὸ ὁποῖον αὕτη ἐξαπολύει παρ᾿ αὐτῷ εἶναι τὸ αὐτὸ ἀκριβῶς μὲ ἐκεῖνο τοῦ καταδιωκομένου καὶ πανικοβλήτου ζῴου ἢ ἀνθρώπου, ἐν καταστάσει φυγῆς ἢ ἀμύνης. Τὸ μῖσος, ὁ φόβος, ὁ φθόνος μετὰ τοῦ θράσους συμπλέκονται κατὰ τρόπον, δηλοῦντα διὰ τὸν ἐξησκημένον ὀφθαλμὸν σαφῶς εἰς πᾶσαν φράσιν, ἰδίᾳ ὑποτιμητικὴν ἢ μειωτικήν, τὴν κατάστασιν ἀμύνης. Δεύτερον ἀπὸ τῆς ἀπόψεως τοῦ βλακός, ἡ ἔνστικτος καχυποψία αὐτοῦ εἶναι τοιαύτη, ὥστε ἡ ὑπόκρισις τοῦ εὐφυοῦς ν᾿ ἀποβαίνῃ ματαία, ἡ δὲ πραγματικὴ εἰλικρίνεια αὐτοῦ νὰ ἐκλαμβάνεται ὡς ὑπόκρισις. Ὁ βλὰξ ὡς πλησιέστερος πρὸς τὸ ζωϊκὸν βασίλειον, ἔχει τὴν ἔνστικτον καχυποψίαν οὕτω ἀνεπτυγμένην, ὥστε ν᾿ ἀδυνατῇ νὰ διαγνώσῃ ἢ νὰ ἐννοήσῃ συλλογισμοὺς καὶ λογικοὺς ὑπολογισμοὺς τοῦ εὐφυοῦς, βασιζομένους ὄχι εἰς τὸ ἔνστικτον ἀλλὰ εἰς τὴν διάνοιαν. Ἄοπλος καὶ ἀνυπεράσπιστος ἔναντι τῶν ψυχρῶν ὑπολογισμῶν τῆς ξένης διανοίας, ἧς ὁ μηχανισμὸς τυγχάνει εἰς αὐτὸν νοητικῶς ἀπροσπέλαστος, μίαν μόνην ἄμυναν διαθέτει, ἀκριβῶς ὅπως τὸ ζῷον καὶ ὁ πρωτόγονος ἄνθρωπος: τὴν ἔνστικτον καχυποψίαν. Οὕτω ἐξηγεῖται καὶ ἡ φυσικὴ καὶ πνευματικὴ κατωτερότης τῶν λαῶν, οἵτινες ἐμπνέονται βασικῶς ὑπὸ τῆς καχυποψίας, ἣν αὐταρέσκως ἐκλαμβάνουν ὡς εὐφυΐαν. Ἔναντι τῶν Εὐρωπαίων οἵτινες οὐδεμίαν ἀνάγκην ἔχουν αὐτῆς, ὡς ἀντιλαμβανόμενοι νοητικῶς τὸν κόσμον. Ἐκ τούτων ἐπίσης φαίνεται σαφῶς, ὅτι ἡ καχυποψία καὶ ἡ ἀπότοκος αὐτῆς πονηρία εἶναι ἀκριβῶς τὸ ἀντίθετον τῆς εὐφυΐας ὡς πρὸς τὸν ὅλον αὐτῆς ἐκτοπιζομένης πάντοτε ὑπὸ τῆς δευτέρας. Λέγομεν ἀντίθετος μόνον ὡς πρὸς τὸν ρόλον, διότι ἡ διάνοια δὲν εἶναι τί τὸ ἀνεξάρτητον ἢ ἀντίθετον τοῦ ἐνστίκτου, ἀλλὰ τοὐναντίον ἡ ἀνάπτυξις καὶ ὁ διὰ λογικῶν μέσων πλουτισμὸς αὐτοῦ εἰς τὴν ἀρχικὴν αὐτοῦ πάντοτε κατεύθυνσιν.
7. Πονηρία εἶναι ἡ ἐνεργητικὴ ὄψις τῆς καχυποψίας καὶ τὸ δεύτερον στάδιον αὐτῆς, ἤτοι ἡ δρᾶσις αὐτῆς, δρᾶσις ὅμως ζωϊκῶς ἀμυντικῆς φύσεως, διότι προϋποθέτει τὴν πνευματικὴν κατωτερότητα καὶ τὴν πνευματικὴν ἀμηχανίαν τοῦ βλακός, ὡς ζῴου ἐνστικτώδους καὶ πνευματικῶς πανικοβλήτου. Ἡ ἁπλὴ καχυποψία εἶναι ἄμυνα παθητικῆς φύσεως, καθ᾿ ὃ μὴ ἐνεργοῦσα ἐπὶ ἄλλων ἀτόμων. Ἡ πονηρία εἶναι ἄμυνα ἐνεργητικῆς φύσεως, διότι ἀποτελεῖ ἐγκεφαλικὴν ἐνέργειαν, σχηματισμὸν συλλογισμῶν καὶ συμπερασμάτων, ἀγόντων εἰς πράξεις («τὸν ἐγέλασε» κ.λπ.) καὶ συνεπῶς ἐνεργεῖ ἐπὶ ἄλλων ἀτόμων. Ἄσχετον τὸ ζήτημα τῆς βλακώδους ποιότητος τῶν συλλογισμῶν καὶ συμπερασμάτων. Ἡ χρησιμοποίησις ἤδη τῶν βλακωδῶν τούτων συλλογισμῶν καὶ συμπερασμάτων, μὲ μιὰν λέξιν τῆς πονηρῖας, χρησιμοποίησις ὅμως γενικώτερον ψυχολογικῶς ἐπιδρώσα ἐπὶ τοῦ ἄλλου ἀτόμου, ἤτοι χρησιμοποίησις αὐτῆς ἐν συνδυασμῷ μὲ στοιχεῖα κατωτάτης πνευματικῆς ὑποστάθμης (κολακεία, ψεῦδος, ρᾳδιουργία, συκοφαντία, σωματεμπορία, συμπαθὴς μορφὴ τοῦ βλακὸς ἀκόμη, ἐπίκλησις τῆς πολυτεκνίας του, προσφορὰ ἀνηθίκων καὶ εὐκόλων ὑπηρεσιῶν εἰς τὸ κολακευόμενον πρόσωπον, χαφιεδισμός, ξεσκονίσματα, τὸ «ποιεῖν τὸν καραγκιόζην», ἢ τὸν gigolot, χειροφιλήματα πρὸς τὸν «Ἐθνικὸν Κυβερνήτην», ἐκφωνήσεις λόγων, συρραφὴ κολακευτικῶν στίχων, μεταφορὰ λαχανικῶν, κλπ.
8. Ἂν ὁ βλὰξ καταφεύγει εἰς τὴν ἐπιτηδειότητα λόγω τῶν πενιχρῶν πνευματικῶν τοῦ μέσων ἐκ τῆς αὐτῆς ἐλλείψεως ἀνωτέρων πνευματικῶν μέσων ὠθεῖται καὶ πρὸς τὴν ἀπάτην. Ἀπάτη εἶναι ὡς γνωστὸν ἡ ἀποσιώπησις τῆς ἀληθείας ἢ ἡ παράστασις ψευδῶν πραγμάτων ὡς ἀληθῶν. Ἐξ αὐτοῦ τούτου τοῦ ὁρισμοῦ αὐτῆς συνάγεται ὅτι ἡ ἀπάτη δὲν ἀνάγεται εἰς τὴν εὐφυΐαν τοῦ ἀπατεῶνος, διότι πᾷς ἄνθρωπος δύναται νὰ παραστήσῃ ψευδῶς πράγματα ὡς ἀληθῆ καὶ αὐτὸς οὗτος ὁ βλάξ, ἀλλ᾿ εἰς τὴν εὐπιστίαν τοῦ θύματος. Ὅτι λοιπὸν καταφεύγει εἰς αὐτήν, ὡς διανοητικῶς εὐκολώτερον μέσον ὁ βλὰξ ἐπειδή, στερούμενος εὐφυΐας, εἶναι ἀνίκανος νὰ μεταχειρισθῇ ἔντιμα μέσα, εἶναι αὐτονόητον, διότι ἔντιμα μέσα ὡς δυσκολώτερα, χρησιμοποιεῖ μόνον ὁ κεκτημένος πραγματικὴν ἀτομικὴν ἀξίαν. Πόθεν λοιπὸν προέρχεται ἡ εὐρέως διαδεδομένη ἀντίληψις, ὅτι ὁ ἀπατεὼν ὄχι μόνον ἀποκλείεται νὰ εἶναι βλάξ, ἀλλ᾿ ἀναγκαίως εἶναι εὐφυής, ἀντὶ τῆς ὡς ἄνω ἀναλύσεως, ἐξ ἧς ἀντιθέτως προκύπτει, ὅτι ὁ ἀπατεὼν ὄχι μόνον ἀποκλείεται νὰ εἶναι εὐφυής, ἀλλ᾿ εἶναι ἀναγκαίως βλάξ; Ἡ ἀντίληψις αὕτη προέρχεται ἐκ τῆς «θεωρίας» τοῦ βλακὸς περὶ τῆς εὐπιστίας. Εἰθισμένος ὁ βλὰξ νὰ «σκέπτεται» οὐχὶ διὰ τοῦ νοητικοῦ μηχανισμοῦ, ἀλλὰ διὰ χονδροειδῶν ἔξωθεν ἐντυπώσεων, δὲν ἐρευνᾷ τὰς αἰτιοκρατικὰς σχέσεις, ἀλλὰ περιορίζεται εἰς τὸ γεγονὸς μίας ἐπιτυχούσης ἀπάτης, γεγονὸς ἐξ οὗ καὶ μόνου συνάγει τὴν βλακείαν τοῦ θύματος καὶ τὴν εὐφυΐαν τοῦ ἀπατεῶνος. Ὅτι ἡ ἀπάτη δὲν ὀφείλεται εἰς εὐφυΐαν ἀνελύθη, νομίζομεν ἐπαρκῶς. Ὅτι ὅμως ἡ εὐπιστία τοῦ θύματος ἀποτελεῖ βλακείαν, τοῦτο εἶναι ἀληθὲς μνημεῖον βλακικῆς «διανοίας» καὶ πολιτιστικῆς ὑποστάθμης. Διότι ἡ εὐπιστία ἑνὸς ἀτόμου, ὡς προϋποθέτουσα τὰ ἄλλα ἄτομα ὡς ἔντιμα καὶ συνεπῶς ὡς εὐφυᾶ, εἶναι ἀσφαλῶς τὸ μέγιστον τῶν τεκμηρίων τῆς πνευματικῆς του ἀναπτύξεως καὶ τοῦ πολιτισμοῦ του. Ὅσον ὑψηλότερον ἐπὶ τῶν βαθμίδων τῆς εὐφυΐας καὶ τοῦ πολιτισμοῦ ἵσταται ἓν ἄτομον ἢ εἷς λαός, (οἱ Εὐρωπαῖοι ἐν σχέσει πρὸς τοὺς Ἀνατολίτας) τόσον περισσότερον εὔπιστος εἶναι. Ὁ τελευταῖος τῶν βλακῶν θὰ ἠδύνατο νὰ ἐξαπατήσῃ ἕνα Κὰντ ἢ ἕνα Μπετόβεν καὶ ὁ τελευταῖος τῶν Ἑλλήνων ἕνα Εὐρωπαῖον... Τὸ μειδίαμα τοῦ οἴκτου,τὸ ὁποῖον ρίπτουν οἱ «ἀφελεῖς κουτόφραγκοι», δημιουργοὶ τῶν πνευματικῶν ἀξιῶν καὶ ἐξουσιασταὶ τοῦ κόσμου, ἐπὶ τῶν δυστυχῶν «ἐξύπνων» τῆς Μεσογείου καὶ τῆς Ἀνατολῆς, ἂς εἶναι καὶ ἡ τιμωρία τῶν βλακῶν καὶ διὰ τὴν «θεωρίαν» των ταύτην!

V

9. «Ὅτι ὁ βλάξ, ἀκολουθῶν τὴν ἔνστικτον αὐτοῦ καχυποψίαν, εὑρίσκεται ἐντὸς τῆς πραγματικότητος, τοῦτο εἶναι ἀναμφισβήτητον, θέτει δὲ αὐτὸν ἐν τῷ Κοινωνικῷ βίῳ εἰς «ἀνωτέραν» μοῖραν λ.χ. τοῦ μεταφυσικοῦ, τοῦ ὁποίου ὁ ἐνστικτώδης κόσμος ἔχει ὑποστῆ νοσηρὰν ἀτροφίαν, ἔναντι τοῦ διανοητικοῦ αὐτοῦ κόσμου, ὅστις ἔχασε πᾶσαν ἐπαφὴν μετὰ τῆς πραγματικότητος. Ἐὰν δεχθῶμεν, ὡς ὑποχρεούμεθα, πρῶτον ὅτι τὸ ἔνστικτον εἶναι ἀλάθητον, καθ᾿ ὃ ἀνεξήγητον καὶ ἄφθαρτον, δεύτερον ὅτι ὁ κόσμος τῶν ἐνστίκτων εἶναι ὁ κατ᾿ ἐξοχὴν φυσικῶς ὑγιὴς κόσμος, τρίτον ὅτι ἡ κοινωνία ὡς συνέχεια τῆς φύσεως εἶναι ὑγιὴς ὀργανισμός, ἀπαρτιζόμενος ὑπὸ ὑγειῶν ἀτόμων, τότε τὸ συμπέρασμα περὶ τῆς ὑπεροχῆς τοῦ βλακὸς ἐπὶ τοῦ μεταφυσικοῦ ἐν τῇ κοινωνίᾳ, εἶναι συμπέρασμα ἀναγκαστικὸν καὶ ἀνέκκλητον, ἐπαληθευόμενον ἄλλως τε, κατὰ φυσικὴν ἀναγκαιότητα, ὑπ᾿ αὐτῆς ταύτης τῆς κοινωνικῆς πραγματικότητος ὅλων τῶν ἐποχῶν καὶ τῶν λαῶν. Τὸ ὅτι οἱ μεταφυσικοὶ ἐπεκράτησαν (ὄχι ἤνθισαν) εἰς ἐποχὰς παρακμῆς τῶν κοινωνιῶν δὲν εἶναι τυχαῖον. Ὁ βλάξ, ὡς ἐλέχθη καὶ ἀνωτέρω, διαισθανόμενος ἐν τῇ καχυποψίᾳ του τὴν ἐπίθεσιν ἐκ μέρους τοῦ εὐφυοῦς, εἶναι θεμελιωδῶς ἐντὸς τῆς πραγματικότητος, διότι διαισθάνεται ὀρθῶς τὸν κίνδυνον νὰ περιέλθῃ κοινωνικῶς εἰς τὴν κάτω τάξιν. Ἐὰν διὰ τῆς καχυποψίας αὐτῆς καὶ μόνης προστατεύεται ἔναντι τοῦ φυσικοῦ αὐτοῦ προορισμοῦ του, τοῦτο εἶναι ἄλλο ζήτημα. Φανερὸν εἶναι, ὅτι τὸ ἔνστικτον ἀποτελεῖ μέσον προσανατολισμοῦ καὶ στοιχειώδους ἀμύνης εἰς τὸν πρωτόγονον ἄνθρωπον, ὄχι ὅμως μέσον κατισχύσεως καὶ ὑπεροχῆς ἐν προηγμένῃ κοινωνίᾳ μετὰ προηγουμένου κοινωνικοῦ διαφορισμοῦ καὶ ἀναπτύξεως τῶν νοητικῶν του ἀνθρώπου μέσων, τῶν ὁποίων ἡ κατ᾿ ἄτομα ἀνισότης εἶναι ἐξ ἴσου φυσικῶς δεδομένη. Ὁ βλὰξ ὁμοιάζει ἐνταῦθα τὸ ζῷον, τὸ ὁποῖον ἐξ ἐνστίκτου γνωρίζει νὰ διαφεύγῃ πάντα κίνδυνον, πλὴν ἀνωτέρας ὠμῆς βίας, εἰς τὴν ζούγκλαν, εἰσερχόμενον ὅμως εἰς κεντρικὴν ὁδὸν μεγαλουπόλεως, εὑρίσκεται αἰφνιδίως ὑπὸ τοὺς τροχοὺς αὐτοκινήτου. Τοῦτο εἶναι ἄγνωστος καὶ ἀκατανόητος εἰς αὐτὸ μηχανή, βασιζομένη βεβαίως κατὰ τελευταῖον λόγον εἰς τὸ ἔνστικτον τοῦ ἀνθρώπου, κατασκευασθεῖσα ὅμως διὰ τῆς διανοίας του. Πῶς ἤδη οἱ πνευματικῶς κατώτεροι ἄνθρωποι εὑρίσκονται ὑπὸ τοὺς τροχοὺς διαφόρων κοινωνικῶν «αὐτοκινήτων», - τοῦτο δεικνύει ἡ θέσις αὐτῶν εἰς τὴν κάτω τάξιν. Τὴν «μηχανὴν» αὐτὴν εἶναι βεβαίως ἀδύνατον νὰ διαφύγῃ καὶ ὁ βλάξ, τοῦ ὁποίου καὶ ἡ ἄνοδος εἶναι αὐστηρῶς ἐντὸς ὡρισμένων πλαισίων περιωρισμένη. Ὅτι δὲ τέλος ὁ μεταφυσικὸς οὐδὲ τὸ ζῷον, οὐδὲ τὸν βλάκα δύναται νὰ περιπλέξῃ εἰς τροχούς, τοῦτο εἶναι εὐνόητον ἐκ τοῦ γεγονότος, ὅτι οὗτος φέρεται ἐπὶ τοῦ Πηγάσου...

VI

10. Ὡς πρὸς τὴν κοινωνικὴν προέλευσιν τῶν βλακῶν διαπιστοῦται ὅτι ἡ παραγωγὴ βλακῶν δὲν εἶναι ταξική. Ἡ πονηρὰ φύσις δὲν ἔδωκεν εἰς ὡρισμένην τινὰ κοινωνικὴν τάξιν τὸ ἐπίζηλον τοῦτο προνόμιον. Ἐπεδαψίλευσεν ἴσως ὡς φαίνεται, εἰς τὴν ἑκάστοτε ἄνω τάξιν τοὺς διασκεδαστικωτέρους ἁπλῶς τύπους βλακῶν, ἀλλὰ δὲν ἐστέρησεν οὐδεμίαν ἄλλην κοινωνικὴν τάξιν τῆς σοβαρᾶς συμβολῆς των. Ὁ βλὰξ ὑπουργός, ὁ ἀγόμενος καὶ φερόμενος ὑπὸ τῶν ὑπαλλήλων του καὶ τὰ μέλη ἑνὸς ἐργατικοῦ σωματείου, τὰ ὁποῖα ἐκμεταλλεύεται ὁ πονηρὸς ἐργατοκάπηλος, ἀποτελοῦν δυὸ ἀντίθετα παραδείγματα τοῦ γεγονότος, ὅτι ἡ βλακεία δὲν ἔχει ταξικὴν τὴν πατρίδα.
Ψυχολογικὰ δὲ εἶναι κυρίως τὰ περιεχόμενα, τὰ ὁποῖα δημιουργοῦν τὰς ποικιλίας καὶ παραλλαγὰς μεταξὺ τῶν βλακῶν. Ὁ fils a papa τῆς ἄνω τάξεως, ὁ ὁποῖος λόγω φυσικῆς ἀτροφίας τοῦ βουλητικοῦ του κόσμου, λαμβάνει σοβαρῶς ὑπ᾿ ὄψιν τὴν ἀτελεύτητον σειρὰν τῶν ἀπαγορεύσεων τῆς οἰκογενείας του, στερούμενος δὲ καὶ ἰδίας πνευματικότητος, καταντᾷ εἰς τὸ τέλος τύπος χωρὶς τὴν ἐλαχίστην προσωπικότητα, ὀνομάζεται ὑπὸ τῆς τάξεώς του ἐπιεικέστατα «καλὸ παιδί», εἰς δὲ τὴν ἀντικειμενικὴν διάλεκτον θὰ ἠδύνατο νὰ ἀποκληθῇ «εὐπρεπὴς βλάξ», ἐνῷ τὸ «τέκνον τοῦ λαοῦ» εἰς τὴν αὐτὴν περίπτωσιν ὀνομάζεται ὑπὸ τοῦ εὐφυεστέρου καὶ κυριολεκτοῦντος λαοῦ δραστικώτατα «κόπανος». Σημαντικῶς αὐστηροτέρα εἶναι ἑπομένως ἡ φυσικὴ ἐπιλογὴ ἐντὸς τῆς κάτω τάξεως: ἐνῷ λ.χ. ὁ fils a papa εἰς τὴν μαθητικὴν ἡλικίαν τυγχάνει τῆς ἀγωγῆς, τῶν μορφωτικῶν μέσων καὶ τῶν περιποιήσεων τῆς τάξεώς του καὶ παραμένει ψυχικῶς ἀμείωτος, ὅπερ ἐπαυξάνει τὴν γελοίαν αὐτοπεποίθησίν του εἰς πρεσβυτέραν ἡλικίαν, δυνάμενος νὰ φθάσῃ ἀνενοχλήτως καὶ εἰς ὑψηλὰ ἀξιώματα, ἡ δὲ ἀτομική του ὕπαρξις ὡς μὴ ὤφειλε, εἶναι γνωστὴ ἐν τῇ κοινωνίᾳ. Ἀντιθέτως τὸ τέκνον τοῦ λαοῦ καὶ σκληρώτερον χειραγωγεῖται ὑπὸ τῶν γονέων του καὶ τῶν συμμαθητῶν τοῦ ἐν τῷ σχολείῳ μέχρι πλήρους ψυχικῆς ἐξουθενώσεως διὰ σκληρᾶς ὑποτιμήσεως, προπηλακισμῶν, φαρσῶν, ὕβρεων καὶ βιαιοπραγιῶν καὶ δυσκολώτερον εἶναι κατόπιν τούτων ν᾿ ἀνέλθῃ τὴν κοινωνικὴν κλίμακα, ὁ δὲ βλὰξ τῶν λαϊκῶν τάξεων οὕτως καὶ συμπαθέστερος εἶναι καὶ ἄγνωστος καὶ ἀκινδυνώτερος καὶ ὀλιγώτερον γελοῖος, καθ᾿ ὃ σεμνότερος καὶ ἐστερημένος τῆς αὐτοπεποιθήσεως ἢ ἐπάρσεως τοῦ βλακὸς τῶν ἄνω τάξεων, εἰς τὸν ὁποῖον λόγω ἀτροφίας τοῦ βουλητικοῦ του καὶ τῆς μαλθακότητος τοῦ οἰκογενειακοῦ του περιβάλλοντος προστίθεται ἔστιν ὅτε καὶ ἀηδὴς γυναικωτὸς χαρακτήρ. Ἑνιαῖον ὅμως εἶναι τὸ πνευματικὸν προλεταριᾶτον πάσης ταξικῆς καταγωγῆς.

VII

11. Ἡ ἠθικὴ τέλος σχέσις μεταξὺ βλακὸς καὶ ἐπιτηδείου ἢ ἀπατεῶνος εἶναι ἀπροσδοκήτως διάφορος τῆς ἣν ἐκλαμβάνει συνήθως ἡ «κοινὴ γνώμη». Ὁ συνήθης κοινωνικὸς ἄνθρωπος θεωρεῖ τὸν ἐπιτήδειον καὶ τὸν ἀπατεῶνα ὡς ἀνηθίκους μέν, ἀλλ᾿ ὡς ὑποδιαιρέσεις τοῦ εὐφυοῦς. Ὅλως τὸ ἀντίθετον ὅμως συμβαίνει: ὁ ἐπιτήδειος καὶ ὁ ἀπατεὼν εἶναι ἀκριβῶς ὑποδιαιρέσεις τοῦ βλακός. Καὶ ἰδοὺ πῶς. Εἴπομεν ἀνωτέρω ὅτι ἡ πονηρία, ἐκτὸς ἐὰν εἶναι μέσον ἀμύνης τῶν εὐφυῶν οὐχὶ κατὰ τῶν βλακῶν ἀλλὰ κατὰ τῆς πονηρίας των, ἀποτελεῖ φυσικὴν ἰδιότητα τῶν βλακῶν καὶ δὴ φυσικὴν συνέπειαν τοῦ γεγονότος, ὅτι, λόγω ἀτροφίας τοῦ νοητικοῦ των μηχανισμοῦ, ἀποτελεῖ αὕτη τὴν μόνην ἄμυναν αὐτῶν κατὰ πάσης ἔξωθεν ἐπιθέσεως. Ἀπὸ τῆς διαπιστώσεως τῆς ἀληθείας ταύτης μέχρι τῆς ἀκολούθου ἀληθείας ὑπάρχει ἓν καὶ μόνον βῆμα: ὅτι μόνον ὁ πνευματικῶς ἀνάπηρος ἔχει ἀνάγκην τῆς ἐπιτηδειότητος καὶ τῆς ἀπάτης διὰ νὰ προωθηθῇ ἢ νὰ ἐπικρατήσῃ. Οὐδεὶς ἄνθρωπος ἀξίας ἔχει ἀνάγκην νὰ γίνῃ ἐπιτήδειος ἢ ἀπατεών. Ἡ καθημερινὴ κοινωνικὴ πεῖρα διδάσκει ὅτι τὰ ἐπίθετα ταῦτα οὐδέποτε κατώρθωσαν νὰ «κολλήσουν» εἰς ἀνθρώπους πραγματικῆς ἀξίας, οἱ ὁποῖοι, ἐὰν ὑπῆρξαν μισητοί, ἐχαρακτηρίσθησαν ἴσως ὡς «κακοί», ὡς «καταχθόνιοι», ὡς «γόητες», ὡς «τορπιλληταὶ» ἢ ὡς «λιβελλογράφοι», οὐδέποτε ὅμως ὡς ἐπιτήδειοι ἢ ἀπατεῶνες, καὶ ὅταν ἀκόμη ὑπῆρξαν συντηρητικοὶ εἰς τὰς σχέσεις των μετὰ τῶν λοιπῶν ἀνθρώπων καὶ κατώρθωσαν πάντοτε νὰ προωθηθοῦν ἢ νὰ ἐπικρατήσουν. Ἀπόλυτος ἐσωτερικὴ συνέπεια τῆς πνευματικῆς ἀναπηρίας τοῦ βλακὸς εἶναι ἄλλως τε ὄχι μόνον ἡ ἀγελαία του τάσις, ὄχι μόνον ἡ προώθησίς του «πλάτην μὲ πλάτην» μὲ τὴν λεγεῶνα τῶν ὁμοίων του, ὄχι μόνον ἡ προσφυγὴ εἰς τὰ εὐτελέστερα μέσα τῆς ἐπιτηδειότητος, τὴν ἔλλειψιν ἀντιθέτου γνώμης, τὴν προσφορὰν εὐκόλων καὶ ἀνηθίκων ἐκδουλεύσεων καὶ τὴν κολακείαν, ἀλλὰ καὶ ἡ συστηματικὴ ἀποφυγὴ πάσης συγκρούσεως καὶ πάσης μάχης. Καὶ ὅταν ἀκόμη ὁ βλάξ, ὑπὸ τὴν μορφὴν τοῦ ἐπιτηδείου ἢ τοῦ ἀπατεῶνος, ἐξαναγκασθῇ νὰ δώσῃ μάχην, θὰ δώσῃ αὐτὴν διὰ τῶν πνευματικῶς εὐκολοτέρων καὶ συνεπῶς τῶν ἀνηθικωτέρων «ὅπλων»: τοῦ ψεύδους, τῆς διαστροφῆς, τῆς ρᾳδιουργίας καὶ τῆς συκοφαντίας.
Ἐξ οὗ ἕπεται τὸ ἀκλόνητον δόγμα: καὶ ἡ ἀνηθικότης εἶναι ἀποκλειστικὸν προνόμιον τῶν βλακῶν!

Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2019

Νίκος Δήμου: Η πιο τρελή δεκαετία



Αφιέρωμα στη δεκαετία 2010 - 2020. O Nίκος Δήμου γράφει για την τρέλα στα χρόνια των 10s.
Τρέλα Νο 1 Ξαφνικά, βρισκόμαστε σε χρεοκοπία. Που την είχαν αντιληφθεί όλοι οι ξένοι δημοσιογράφοι, πριν από τον δικό μας πρωθυπουργό.
Τρέλα Νο 2 Συνεχίζεται με την προσπάθεια της Ευρώπης να μας βοηθήσει με μνημόνια. Η δική μας υπερήφανη απάντηση: ο αρχηγός της αντιπολίτευσης εγκαινιάζει τον αντι-μνημονιακό αγώνα! Έτσι εμπεδώνεται η άποψη ότι τα μνημόνια φταίνε για την κρίση. Πολλοί την πιστεύουν ακόμα. (Στις άλλες χώρες, με ανάλογες και παράλληλες περιπτώσεις, η αντιπολίτευση συνεργάζεται με την κυβέρνηση, εφαρμόζουν γρήγορα και ανώδυνα τα μνημόνια και βγαίνουν από την κρίση.)
Τρέλα Νο 3 Εμφανίζεται πολιτικός αρχηγός που υπόσχεται να καταργήσει μέρα μεσημέρι με ένα νόμο τα μνημόνια. Ο λαός που έμαθε να μισεί τα μνημόνια τού δίνει την εξουσία. Αποτέλεσμα: αφού χαθούν έξι μήνες σε κυριολεκτικά σουρεαλιστικές διαπραγματεύσεις (κόστος για τη χώρα 100.000.000) εφαρμόζεται τρίτο χειρότερο μνημόνιο.
Τρέλα Νο 4 Προηγήθηκε δημοψήφισμα του οποίου το θέμα δεν κατάλαβε κανείς (ήταν σε ακαταλαβίστικα αγγλικά). Ο λαός ψηφίζει 62% κατά – και αμέσως η κυβέρνηση εφαρμόζει… το αντίθετο!
Τρέλα Νο 5 Μην αντέχοντας να έχουμε εμείς το μονοπώλιο της Τρέλας οι Βρετανοί αποφασίζουν να αυτοκτονήσουν πολιτικά και οικονομικά και επινοούν τη λύση του Brexit. Όλοι οι ειδικοί προσπαθούν να τους αποτρέψουν, αλλά αυτοί ακολουθούν τους τρελούς ηγέτες τους: Φάρατζ και Μπότζο.
Τρέλα Νο 6 Για να ξεπεράσουν τους πάντες σε τρέλα οι Αμερικανοί ψηφίζουν τον Τραμπ. Τώρα το μονοπώλιο της Τρέλας πηγαίνει σε αυτούς. Ο άνθρωπος που κυβερνάει με τουίτς και αλλάζει γνώμη τρεις φορές την ημέρα, είναι η επιτομή της παραφροσύνης.
Τρέλα Νο 7 Και για να μην υστερήσει κι η γειτονιά μας σε τρέλα, αποκτήσαμε κι εμείς τον Σουλτάνο Ερντογάν, που αφού επινόησε μια τεράστια συνωμοσία εναντίον του, βάζοντας τον μισό λαό στη φυλακή (χωρίς να μάθουμε ποτέ στοιχεία), τώρα έχει ανακηρύξει δική του τη μισή Μεσόγειο και προσπαθούμε να καταλάβουμε πού το πάει.
ΤΟΣΗ ΣΥΣΣΩΡΕΥΜΕΝΗ ΤΡΕΛΑ ΣΕ ΔΕΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΥΠΑΡΞΕΙ ΠΟΤΕ…

 www.athensvoice.gr

Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2019

Αυτόχθονες και ετερόχθονες


ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ


Ξαναδιάβασα έπειτα από χρόνια τα δύο κείμενα που προγραμμάτισαν την αγιοποίηση του Μακρυγιάννη, κείμενα ιδρυτικά του «Μακρυγιαννισμού». Είναι το κείμενο του Γιώργου Θεοτοκά που γράφτηκε το 1941 και βρίσκεται στη συλλογή «Πνευματική Πορεία» και η περίφημη ομιλία του Σεφέρη στο Κάιρο το 1943 που περιλαμβάνεται στον πρώτο τόμο των «Δοκιμών». Το πρώτο συμπέρασμα είναι ότι και οι δύο αναζητούν τα θεμέλια του ελληνικού πεζού λόγου. «Ο Μακρυγιάννης εντάσσεται σε μια οργανική εξέλιξη του πεζού ύφους που σημειώθηκε τα τελευταία χρόνια», γράφει ο Θεοτοκάς. «Ενα πολύ σημαντικό βιβλίο, ίσως επειδή ήταν αγράμματος», σημειώνει ο Σεφέρης. Απορίας άξιον, βέβαια, πώς δύο από τους πιο διανοούμενους συγγραφείς της γραμματείας μας αναγνωρίζουν ως μείζονα αρετή την αγραμματοσύνη. Και μάλιστα την τοποθετούν στον πυρήνα της αγνότητας και της ειλικρίνειας της λαϊκής ψυχής που θεωρούν ότι ο στρατηγός εκφράζει με τόση καθαρότητα.
Μάλλον δεν μπορούσαν να προβλέψουν πως στις τελευταίες δεκαετίες του 20ού αιώνα η αγραμματοσύνη θα γινόταν η σκουριά που θα έτρωγε και το μέταλλο της λαϊκής ψυχής και την ίδια τη συγκρότηση της ελληνικής κοινωνίας. Κι ότι ο Μακρυγιάννης θα μετατρεπόταν σε ιδεολογικό ταγό του πασοκισμού, μιας ολόκληρης νοοτροπίας που ξεπερνά τα όρια του πολιτικού κόμματος που τον έφερε στην εξουσία. «Μόνον να γράφεις τ’ όνομά σου κι εκείνο το’ μαθες μισό» – έτσι ξεκινά ο ύμνος.
Το ίδιο το κείμενο του Στρατηγού ποτέ δεν με γοήτευσε. Είχε όμως το ταλέντο της έκφρασης και αυτό του επέτρεψε να φέρει «ες μέσον» μια ελληνική ταυτότητα που επηρέασε τις δεκαετίες της Μεταπολίτευσης και εξακολουθεί να είναι ενεργή. Με εντυπωσιάζει, για παράδειγμα, ότι δεν βρίσκει να πει έναν καλόν λόγο για κανέναν.
Αναγνωρίζω στην απέχθειά του για τον Μαυροκορδάτο τις ρίζες της απαξίωσης των ελίτ που στα χρόνια της Μεταπολίτευσης ταυτίστηκε με τη Δημοκρατία. «Ελίτες» τις αποκαλούσε ο Αείμνηστος. Η αντίδρασή του στη Βαυαροκρατία θεμελίωσε την πίστη ότι όλοι κατατρέχουν την Ελλάδα και κοιτάνε να την εκμεταλλευθούν. Πίστη που συμβαδίζει με την ιδεοληψία της μόνιμης αδικίας – πυρήνας του αφηρωισμού της ήττας και της εθνικής μας κλάψας. Δεν χρειάζεται να πω ότι η πίστη αυτή αποτελεί μια σταθερά της συλλογικής ψυχής μας που φτάνει ώς τα χρόνια της κρίσης. Ο,τι ξένο είναι εκ προοιμίου ύποπτο. Η Ελλάδα είναι καταδικασμένη να φοβάται τον κόσμο στον οποίον ζει.
Τον θυμήθηκα τον Μακρυγιάννη αυτές τις μέρες με αφορμή την τραγελαφική συζήτηση για την ψήφο των εκτός συνόρων Ελλήνων. Η πιο πρόσφατη εκδοχή της περίφημης διαμάχης ανάμεσα στους αυτόχθονες και στους ετερόχθονες. Ηταν το 1844 στην Εθνοσυνέλευση και το θέμα ήταν το δικαίωμα διορισμού στις υπηρεσίες του κρατιδίου – βλέπετε έχουμε σταθερές αξίες, και τότε όπως και τώρα τσακωνόμαστε για τους διορισμούς στο Δημόσιο. Ο Μακρυγιάννης με τον Παλαμήδη υποστήριζαν ότι δικαίωμα διορισμού είχαν μόνον όσοι προέρχονταν απ’ τις απελευθερωμένες περιοχές, οι αυτόχθονες, άνθρωποι αγράμματοι ως επί το πλείστον και εντελώς ακατάλληλοι για να ασκήσουν διοίκηση σε ένα κράτος που ήθελε να γίνει σύγχρονο. Απέναντί τους ο Κωλέττης που υποστήριζε ότι δικαίωμα έχουν όλοι οι Ελληνες, από όπου κι αν προέρχονται. Ξέρουμε τόσους και τόσους που αποκλείστηκαν προσφάτως από το ελληνικό πανεπιστήμιο κι ας είχαν διαπρέψει «στα ξένα». Θυμίζω ότι δεν διόριζαν τον Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο επειδή ήταν Κωνσταντινουπολίτης.
Στη συζήτηση για την ψήφο των εκτός συνόρων Ελλήνων δεν ενδιαφέρουν τα τεχνικά προσχήματα. Ενδιαφέρουν τα επιχειρήματα. «Θα αλλοιωθεί το εκλογικό σώμα. Ανθρωποι που έχουν ζήσει τόσα χρόνια εκτός Ελλάδος πώς μπορούν να αποφασίσουν για την Ελλάδα;». Πόσος «Μακρυγιαννισμός» κρύβεται σ’ αυτήν τη στάση;
Κυρίως δε ο φόβος απέναντι σε ένα κομμάτι του ελληνισμού που ξέρει πώς είναι ο κόσμος έξω απ’ τα όρια του μικροχώραφου. Ο Μακρυγιάννης έφτιαξε την Ελλάδα του μικροχώραφου, μια Ελλάδα που της φτάνει να μάθει τόσα γράμματα όσα χρειάζονται για να εκφράσει την αδικία της και τον πόνο της.
Και για να προλάβω όσους είναι έτοιμοι να με αποκαλέσουν βέβηλο. Ο Μακρυγιάννης ήταν αυτός που ήταν. Πολέμησε, τραυματίστηκε, έγραψε, τρελάθηκε. Το πρόβλημα δεν είναι ο Μακρυγιάννης. Το πρόβλημα είναι ο «Μακρυγιαννισμός», η Ελλάδα κλεισμένη στον εαυτό της που βλέπει με καχυποψία τον κόσμο γύρω της. Η Ελλάδα της κακομοιριάς – φίλος μου θύμισε τις υπέροχες εκπομπές του Γ΄ Προγράμματος όπου ο Τζίμης Πανούσης διαβάζει Μακρυγιάννη και αποδίδει με ακρίβεια το μισοκακόμοιρο ύφος του κειμένου.
Ο «Μακρυγιαννισμός» δεν είναι πολιτική ιδεολογία. Είναι κοινωνικό σύνδρομο.

https://www.kathimerini.gr

Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2019

Μια φοβισμένη κοινωνία

ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ

Δέκα χρόνια πέρασαν από τότε που το ελληνικό κράτος αναγκάστηκε να ομολογήσει την πτώχευσή του. Δέκα χρόνια ανασφάλειας στα όρια του πανικού, διχασμών, καβγάδων, δέκα χρόνια φθοράς. Λογικό, θα μου πείτε. Τι άλλο να περιμένει κανείς από την κρίση. Ειδικά από μια φοβισμένη κοινωνία που έχει υπογράψει συμβόλαιο αναξιοπιστίας με τους θεσμούς της και αρνείται να αναλάβει την ευθύνη των πράξεών της. Τίποτε καλύτερο από τον φόβο που μεταμορφώνεται σε θυμό και φωνάζει για να κρυφτεί. Πέσαμε στην κακοκαιρία μ’ ένα σαράβαλο σκαρί και όσοι σώθηκαν αρπάχτηκαν απ’ τα κούτσουρα του ναυαγίου για να σωθούν. Πτωχεύσαμε χωρίς να καταλάβουμε το πώς και το γιατί, και δέκα χρόνια μετά δεν έχουμε ακόμη καταλάβει. Μας έφτασε η υπερκατανάλωση των -ισμών που την αποκαλέσαμε σκέψη γιατί φοβόμαστε τη σκέψη. Η σκέψη οδηγεί σε ανάληψη ευθύνης. Μας δίνουν εύσημα για την αντοχή μας, μας λυπούνται, μας χλευάζουν και μας φτάνει η οργή για τον χλευασμό. Από απόψεις να φάν’ κι οι κότες. Η σκέψη λείπει.

Αισιοδοξούμε, σχετικά εννοείται, διότι μας λένε ότι αργά αλλά σταθερά επανερχόμαστε στην κανονικότητα. Απόδειξη ότι οι οίκοι αξιολόγησης μας δίνουν καλό βαθμό. Απόδειξη επίσης ότι το κέντρο της Αθήνας διαλύεται τουλάχιστον άπαξ εβδομαδιαίως από διαμαρτυρόμενους παλαιοημερολογίτες συνδικαλιστές και αλληλέγγυους. Τα προϊόντα ανακύκλωσης που γέννησαν τα χάλκινα χρόνια όπως ο Βαρουφάκης εξακολουθούν να μας απασχολούν. Οπως μας απασχολεί η σημασία του «Οχι» ή της μπούρδας που τη λέμε διαμαρτυρία. Και βέβαια δεν τολμούμε να ομολογήσουμε ότι αυτό που μας φοβίζει περισσότερο δεν είναι ούτε το καθεστώς της ανομίας ούτε το σαράβαλο της δημόσιας διοίκησης – ένα παλιό όχημα που κινδυνεύει να διαλυθεί και γεμίζει τον αέρα με καυσαέριο. Αυτό που μας φοβίζει περισσότερο είναι ότι δεν ξέρουμε ποια είναι η θέση μας στον κόσμο μας. Και δεν εννοώ τη γεωπολιτική θέση. Εννοώ την «αρετή» μας, με την αρχαιοελληνική σημασία της λέξης, δηλαδή τις δυνατότητες του οργανισμού μας, τη δυναμική της ελληνικής κοινωνίας.

Ας μη γελιόμαστε. Είμαστε μια φοβισμένη κοινωνία διότι στην πραγματικότητα ξέρουμε καλύτερα απ’ όλους την αδυναμία μας να παράγουμε πλούτο. Ή, με άλλα λόγια, την αδυναμία μας να παράγουμε νέτα σκέτα. Καταναλώνουμε, ακόμη και την Ακρόπολη, χωρίς να προσθέτουμε υπεραξία. Το μεγάλο μας οχυρό είναι η εθνική μας κλάψα. Απ’ τα τραγούδια ώς την εμπορική κίνηση. Τα πρότυπα που αναδεικνύει η δημόσια ζωή επιβεβαιώνουν την αδυναμία μας. Η μετριοκρατία ξεπέφτει σε γελοιοκρατία. Η μόνη προοπτική είναι η επιστροφή όσων έφυγαν αυτά τα χρόνια. Εχοντας ζήσει στον κανονικό κόσμο, έχοντας απαλλαγεί από τους φόβους τους, μπορούν να γίνουν ο μοχλός που θα σπάσει την καταθλιπτική αδράνεια και την ανία μας.

 https://www.kathimerini.gr/

Τρίτη 15 Οκτωβρίου 2019

Μια προσωπική προσέγγιση για την τουρκική συμπεριφορά.


Γράφει ο Στρατηγός Μιχαήλ Κωσταράκος

Δεν είμαι ειδικός τουρκολόγος. Ούτε και πολιτικός αναλυτής ή ακαδημαϊκός γεωπολιτικός επιστήμων, και φυσικά δεν διαθέτω περισσότερες ή «ειδικές» πληροφορίες από τα αρμόδια και υπεύθυνα για αυτό, όργανα. Επειδή όμως στα 45 χρόνια της στρατιωτικής μου καριέρας ασχολήθηκα, ως όφειλα, με τον δυνητικό και διαχρονικό αντίπαλο της χώρας μας, την Τουρκία, θεωρώ ότι απέκτησα κάποια γνώση για τη χώρα, την οποία αυτή γνώση, είχα την τύχη και την τιμή, να την εμπλουτίσω με την εμπειρία μου στην κορυφή των Ενόπλων Δυνάμεων της Ελλάδας αλλά και της Ευρώπης. Κατέληξα λοιπόν σε επτά σημεία που περιγράφουν κατά τη γνώμη μου σε ικανοποιητικό βαθμό την τουρκική συμπεριφορά, αντίληψη και νοοτροπία.
1. Η Τουρκία δεν μπλοφάρει. Οι προθέσεις και οι επιθυμίες της ανακοινώνονται ξεκάθαρα και καταβάλλεται διαχρονικά άοκνη, σταθερή και συνεχής προσπάθεια να υλοποιηθούν. Διαπραγματεύεται αλλά δεν μπλοφάρει. Αυτά που λέει θα τα πραγματοποιήσει.
2. Η Τουρκία δεν έφυγε ποτέ με την πέννα από εκεί όπου ο στρατός της μπήκε με τη ξιφολόγχη. Η τήρηση των διεθνών συνθηκών ή των προβλέψεων του διεθνούς δικαίου ποτέ δεν εμπόδισε τη Τουρκία από το να προχωρήσει στην υλοποίηση των σχεδίων της για την επιδίωξη των στόχων της. Η διεθνής κατάσταση και οι διεθνείς σχέσεις για την Τουρκία δεν στηρίζονται σε αρχές και αξίες αλλά αποκλειστικά στην ισχύ και στην επιβολή της. Η εισβολή στη Βόρεια Συρία είναι μια κατάφωρη καταπάτηση της Συνθήκης της Λωζάνης που καθορίζει τα σύνορα της Τουρκίας. Οποίος καταπατά τόσο βάναυσα τα νότια σύνορα του, τι είναι αυτό που μας κάνει να πιστεύουμε ή να ελπίζουμε, ότι θα σεβαστεί τα δυτικά θαλάσσια και χερσαία σύνορα του με την Ελλάδα;
3. Οι Τουρκικές ενέργειες είναι πάντα προβλέψιμες. Ακολουθούν και σέβονται τις διαδικασίες και τον βασικό και αρχικό σχεδιασμό. Η Άγκυρα εκτελεί μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και εμμένει στον αρχικό σκοπό και στους αρχικούς στόχους χωρίς να παρεκκλίνει από αυτούς, ανεξαρτήτως αντιδράσεων. Δεν επιδιώκονται και δεν ενθαρρύνονται εκπλήξεις ή αυτοσχεδιασμοί. Η πρόθεση δημιουργίας ζώνης ασφαλείας για τους πρόσφυγες στη Βόρειο Συρία ανακοινώθηκε στους Αμερικανούς από την Τουρκία ήδη από το 2014. Παρά τις αντιδράσεις των Αμερικανών και της διεθνούς κοινότητος υλοποιείται το 2019. Όλες οι πρόσφατες ενέργειες εντάσσονται στο πλαίσιο υλοποίησης του Εθνικού Όρκου του 1920 που πρόσφατα «ανανέωσε» η τουρκική ηγεσία. Αφορούσε στην επανάκτηση των εδαφών της πάλαι ποτέ Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
4. Η Τουρκία στις σχέσεις της στην εσωτερική πολιτική σκηνή αλλά και στο διεθνή χώρο δεν είναι φιλική, ούτε διαλεκτική, συμφιλιωτική ή συναινετική. Είναι μόνιμα και αποκλειστικά συγκρουσιακή προς όλους όσους έχουν αντίθετη γνώμη ή αντίθετα συμφέροντα. Εφόσον είσαι αντίπαλος δεν επιθυμεί να σου δώσει το χέρι και να έρθετε σε συνεννόηση. Επιθυμεί να σε ρίξει από το βράχο για να τελειώσει η αντιπαράθεση μαζί σου. Σε καμία περίπτωση, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Τουρκία παρόλη την προσπάθεια της να φανεί ως τέτοια, δεν είναι και ενδεχομένως να μην μπορεί ποτέ να γίνει, μια δυτικού τύπου χώρα. Δεν πρέπει επίσης να μας διαφεύγει ότι δεν πέρασε από το αμόνι του ανθρωπισμού, της χριστιανικής ηθικής, της δημοκρατίας και των προβλέψεων του κράτους δικαίου και της προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που σφυρηλάτησαν τις δυτικές δημοκρατίες. Παρόλη τη δυτικόστροφη πορεία της όσο επικρατούσαν τα κεμαλικά ριζοσπαστικά ιδεώδη η Τουρκία είναι διαφορετική. Δεν ενδιαφέρεται -παρά τα όσα λέει – για λύσεις αμοιβαίου κέρδους (win – win). Επιδιώκει και αναγνωρίζει μόνο λύσεις μηδενικού αθροίσματος (zero sum) όπου αυτή θα είναι ο αποκλειστικός νικητής. Δεν συνδιαλέγεται παρά μόνο με τους όρους της. Προσπαθεί πάντα να περιορίζει τον αντίπαλο της, αφήνοντας του δυο μόνο βασικές επιλογές: συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της ή κρίση και ενδεχομένως πόλεμο με τις πολυπληθείς και ισχυρές ένοπλες δυνάμεις της.
5. Ο Ερντογάν επιδιώκει κάποιες μεγάλες επιτυχίες, κατά κύριο λόγο εδαφικές, αλλά και οικονομικές/επενδυτικές, οι οποίες κατά τον εορτασμό των 100 ετών της Τουρκικής Δημοκρατίας το 2023, θα του προσδώσουν το ανάλογο κύρος αλλά και το προσωπικό «αφήγημα» που θα του εξασφαλίσει τη θέση του νέου Εθνάρχη – Πατέρα των Τούρκων σε διαδοχή και αντικατάσταση του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ. Οι συνταγματικές μεταρρυθμίσεις ή τα έργα υποδομής δεν επαρκούν. Απαιτείται απόκτηση εδάφους. Οι εδαφικές φιλοδοξίες του δεν είναι καινούργιες. Ξαναήρθαν στο προσκήνιο με την αναβίωση του Εθνικού Όρκου. Το θέμα των υδρογονανθράκων, χωρίς να υποτιμάται η επενδυτική του αξία, είναι απλά η πρόφαση που βρήκε και εκμεταλλεύεται προκειμένου να διεκδικήσει παλαιά οθωμανικά εδάφη, δικαιώματα, αναβαθμισμένο ρόλο και χώρο ελιγμών και κυριαρχίας. Η ανάδυση της Τουρκίας σε μια ισχυρή περιφερειακή δύναμη στις μέρες μας, ξεκίνησε από τον Τουργκούτ Οζάλ και συνεχίζεται από τον Ερντογάν.
6. Σε όλα αυτά θα πρέπει να προσθέσουμε ότι, η τουρκική κοινωνία είναι «εκπαιδευμένη» στον εθνικιστικό αναθεωρητισμό και τις μαξιμαλιστικές εθνικιστικές επιδιώξεις. Αυτό συνεπάγεται μια συνεχή ψυχολογική εξοικείωση με το ενδεχόμενο σύρραξης με τα γειτονικά κράτη. Αυτό εξυπηρετεί η κατά καιρούς αναβίωση των απαιτήσεων για τα ελληνικά νησιά. Παράλληλα εξ αιτίας του κουρδικού ανταρτοπόλεμου, η τουρκική κοινωνία έχει εξοικειωθεί και έχει συνηθίσει στις ανθρώπινες απώλειες των στρατιωτικών της κατά τη διεξαγωγή διαφόρων επιχειρήσεων. Καταλαβαίνει επίσης ότι θα υπάρξουν απώλειες μεταξύ των αμάχων – φίλιων και εχθρών, και είναι παντελώς αδιάφορη για τυχόν ωμότητες και εγκλήματα που θα διαπράξουν οι Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις ή οι σύμμαχοι τους κατά την διάρκεια των επιχειρήσεων. Οι τουρκικές επιχειρήσεις και οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις έχουν πάντα την πλήρη υποστήριξη και αγάπη του τουρκικού λαού.
7. Οι Τουρκικές ένοπλες δυνάμεις έχουν συσσωρεύσει μεγάλη ατομική αλλά και συλλογική τακτική και επιχειρησιακή εμπειρία και γνώση από την εκτέλεση πραγματικών στρατιωτικών επιχειρήσεων κατά των Κούρδων. Τα στελέχη τους έχουν εξοικειωθεί πλήρως με τη διοίκηση τον έλεγχο και την εκτέλεση πολεμικών επιχειρήσεων αλλά και με τις απώλειες προσωπικού και τις συναισθηματικές δυσχέρειες και τα ψυχολογικά τραύματα που αυτές συνεπάγονται. Έχουν ζήσει σε πραγματικές πολεμικές συνθήκες. Η εκπαίδευση και η εμπειρία αυτή αντισταθμίζει κατά τη γνώμη μου σε πολύ μεγάλο βαθμό διάφορους πραγματικούς ή φανταστικούς πολλαπλασιαστές ισχύος ή σημεία υπεροχής που θεωρείται ότι έχουν οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις, ως άλλοθι και αντιστάθμισμα υφισταμένων ελλείψεων σε οργάνωση επάνδρωση και εξοπλισμό.
Όσο για το σχόλιο που ακούγεται όλο και συχνότερα , ακόμη και στα ΜΜΕ, δηλαδή, για το πώς εμείς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τη Τουρκία, αν παραστεί ανάγκη, με τις πολλαπλάσιες στρατιωτικές της δυνατότητες, τις εκατοντάδες χιλιάδες στρατιώτες της και τα χιλιάδες άρματα και πυροβόλα, με δεδομένο ότι είμαστε μια πολύ μικρότερη χώρα με οικονομία σε κρίση και με πολύ μικρότερες στρατιωτικές δυνατότητες και υποπολλαπλάσιο πληθυσμό και ένοπλες δυνάμεις, θα ήθελα να πω το εξής:
Την απειλή και τον αντίπαλο δεν τους επιλέγεις, απλά τους αναγνωρίζεις, τους αξιολογείς και σχεδιάζεις ψύχραιμα πως θα τους αντιμετωπίσεις. Αυτός μας έτυχε, αυτόν θα αντιμετωπίσουμε. Η παγκόσμια εμπειρία αλλά και η ιστορική διαδρομή του ελληνισμού δείχνει ότι δεν υπάρχουν απειλές που δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν. Αρκεί να είμαστε ψύχραιμοι, ενωμένοι και αποφασισμένοι να νικήσουμε.

Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2019

Νόαμ Τσόμσκι: “Οι 10 τεχνικές χειραγώγησης των μαζών”



Ο Νόαμ Τσόμσκι έχει καταφέρει να έχει πολλούς οπαδούς λόγω της ικανότητάς του να αποκαλύπτει τα “μυστικά” του συστήματος. Στο οποίο σύστημα, ανήκει και αυτός, αυτό δεν αμφισβητείται. Ακολουθούν οι δέκα τεχνικές χειραγώγησης ΄πως τις όρισε ο ίδιος.
1. Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΣΠΑΣΗΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΟΧΗΣ
Το θεμελιώδες στοιχείο τού κοινωνικού ελέγχου είναι η στρατηγική τής απόσπασης τής προσοχής που έγκειται στην εκτροπή τής προσοχής τού κοινού από τα σημαντικά προβλήματα και τις αποφασισμένες από τις οικονομικές και πολιτικές ελίτ αλλαγές μέσω τής τεχνικής τού κατακλυσμού συνεχόμενων αντιπερισπασμών και ασήμαντων πληροφοριών. Η στρατηγική τής απόσπασης τής προσοχής είναι επίσης απαραίτητη για να μην επιτρέψει στο κοινό να ενδιαφερθεί για απαραίτητες γνώσεις στους τομείς τής επιστήμης, τής οικονομίας, τής ψυχολογίας, τής νευροβιολογίας και τής κυβερνητικής. «Διατηρήστε την προσοχή τού κοινού αποσπασμένη, μακριά από τα αληθινά κοινωνικά προβλήματα, αιχμάλωτη θεμάτων που δεν έχουν καμία σημασία. Διατηρήστε το κοινό απασχολημένο, τόσο πολύ ώστε να μην έχει καθόλου χρόνο για να σκεφτεί – πίσω στο αγρόκτημα, όπως τα υπόλοιπα ζώα» (απόσπασμα από το κείμενο: “Αθόρυβα όπλα για ήρεμους πολέμους”).
2. ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΛΥΣΕΩΝ
Αυτή η μέθοδος καλείται επίσης «πρόβλημα-αντίδραση-λύση». Δημιουργείται ένα πρόβλημα, μια προβλεφθείσα «κατάσταση» για να υπάρξει μια κάποια αντίδραση από τον κόσμο, με σκοπό αυτός ο ίδιος να ορίσει τα μέτρα που η εξουσία θέλει να τον κάνει να δεχτεί. Για παράδειγμα: Αφήνεται να ξεδιπλωθεί και να ενταθεί η αστική βία ή οργανώνονται αιματηρές επιθέσεις που αποσκοπούν στο να απαιτήσει ο κόσμος νόμους ασφαλείας και πολιτικές εις βάρος τής ελευθερίας. Ή ακόμα: Δημιουργούν μία οικονομική κρίση ώστε να γίνει αποδεκτή ως αναγκαίο κακό η υποχώρηση των κοινωνικών δικαιωμάτων και η διάλυση των δημόσιων υπηρεσιών.
3. Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΣΤΑΔΙΑΚΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Για να γίνουν αποδεκτά τα διάφορα απαράδεκτα μέτρα, αρκεί η σταδιακή εφαρμογή τους, λίγο-λίγο, επί συναπτά έτη. Κατά αυτόν τον τρόπο επιβλήθηκαν τις δεκαετίες του ΄80 και ΄90 οι δραστικά νέες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες (νεοφιλελευθερισμός): ανύπαρκτο κράτος, ιδιωτικοποιήσεις, ανασφάλεια, ελαστικότητα, μαζική ανεργία, μισθοί που δεν εξασφαλίζουν ένα αξιοπρεπές εισόδημα, τόσες αλλαγές που θα είχαν προκαλέσει επανάσταση αν είχαν εφαρμοστεί μονομιάς.
4. Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΑΝΑΜΟΝΗΣ
Ένας άλλος τρόπος για να γίνει αποδεκτή μια αντιλαϊκή απόφαση είναι να την παρουσιάσουν ως «επώδυνη και αναγκαία», εξασφαλίζοντας τη συγκατάβαση του λαού τη δεδομένη χρονική στιγμή και εφαρμόζοντάς τη στο μέλλον. Είναι πιο εύκολο να γίνει αποδεκτή μια μελλοντική θυσία απ’ ό,τι μία άμεση. Κατά πρώτον επειδή η προσπάθεια δεν καταβάλλεται άμεσα και κατά δεύτερον επειδή το κοινό, η μάζα, πάντα έχει την τάση να ελπίζει αφελώς ότι «τα πράγματα θα φτιάξουν στο μέλλον» και ότι οι απαιτούμενες θυσίες θα αποφευχθούν. Αυτό δίνει περισσότερο χρόνο στο κοινό να συνηθίσει στην ιδέα των αλλαγών και να τις αποδεχτεί με παραίτηση όταν φτάσει το πλήρωμα του χρόνου.
5. ΑΠΕΥΘΥΝΣΗ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΣΤΟ ΚΟΙΝΟ ΣΑΝ ΑΥΤΟ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ
Η πλειονότητα των διαφημίσεων που απευθύνονται στο ευρύ κοινό χρησιμοποιούν λόγο, επιχειρήματα, προσωπικότητες και τόνο τής φωνής, όλα ιδιαίτερα παιδικά, πολλές φορές στα όρια τής αδυναμίας, σαν ο θεατής να ήταν μικρό παιδάκι ή διανοητικά καθυστερημένος. Όσο περισσότερο θέλουν να εξαπατήσουν το θεατή τόσο πιο πολύ υιοθετούν έναν παιδικό τόνο. Γιατί; «Αν κάποιος απευθύνεται σε ένα άτομο σαν αυτό να ήταν 12 χρονών ή και μικρότερο, αυτό λόγω τής υποβολής είναι πολύ πιθανό να τείνει σε μια απάντηση ή αντίδραση απογυμνωμένη από κάθε κριτική σκέψη, όπως αυτή ενός μικρού παιδιού» (βλ. “Αθόρυβα όπλα για ήρεμους πολέμους”).
6. ΠΟΛΥ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΗ ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΟΣ, ΠΑΡΑ ΤΗΣ ΛΟΓΙΚΗΣ
Η χρήση του συναισθήματος είναι μια κλασική τεχνική προκειμένου να επιτευχθεί βραχυκύκλωμα στη λογική ανάλυση και στην κριτική σκέψη των ατόμων. Από την άλλη, η χρήση των συναισθημάτων ανοίγει την πόρτα για την πρόσβαση στο ασυνείδητο και την εμφύτευση ιδεών, επιθυμιών, φόβων, καταναγκασμών ή την προτροπή για ορισμένες συμπεριφορές.
7. Η ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΣΤΗΝ ΑΓΝΟΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗ ΜΕΤΡΙΟΤΗΤΑ
Κάντε το κοινό να είναι ανήμπορο να κατανοήσει τις μεθόδους και τις τεχνολογίες που χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο και τη σκλαβιά του. «Η ποιότητα της εκπαίδευσης που δίνεται στις κατώτερες κοινωνικές τάξεις πρέπει να είναι η φτωχότερη και μετριότερη δυνατή, έτσι ώστε το χάσμα της άγνοιας μεταξύ των κατώτερων και των ανώτερων κοινωνικών τάξεων να είναι και να παραμένει αδύνατον να γεφυρωθεί» (βλ. “Αθόρυβα όπλα για ήρεμους πολέμους”).
8. ΕΝΘΑΡΡΥΝΣΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΜΕΝΟ ΜΕ ΤΗ ΜΕΤΡΙΟΤΗΤΑ
Προωθήστε στο κοινό την ιδέα ότι είναι της μόδας να είσαι ηλίθιος, χυδαίος και αμόρφωτος.
9. ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΑΥΤΟ-ΕΝΟΧΗΣ
Κάντε τα άτομα να πιστέψουν ότι αυτά και μόνον αυτά είναι ένοχα για την κακοτυχία τους, εξαιτίας τής ανεπάρκειας τής νοημοσύνης τους, των ικανοτήτων ή των προσπαθειών τους. Έτσι, τα άτομα αντί να εξεγείρονται ενάντια στο οικονομικό σύστημα, υποτιμούν τους εαυτούς τους και νιώθουν ενοχές, κάτι που δημιουργεί μια γενικευμένη κατάσταση κατάθλιψης, τής οποίας απόρροια είναι η αναστολή τής δράσης. Και όπως γνωρίζουμε χωρίς δράση, δεν υπάρχει επανάσταση.
10. ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΓΝΩΡΙΖΕΙ ΤΑ ΑΤΟΜΑ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΑΠ’ ΟΤΙ ΑΥΤΑ ΤΟΥΣ ΕΑΥΤΟΥΣ ΤΟΥΣ
Κατά τα τελευταία 50 χρόνια, η ταχεία πρόοδος τής επιστήμης έχει δημιουργήσει ένα αυξανόμενο κενό μεταξύ των γνώσεων τού κοινού και εκείνων που κατέχουν και χρησιμοποιούν οι κυρίαρχες ελίτ. Χάρη στη βιολογία, στη νευροβιολογία και στην εφαρμοσμένη ψυχολογία, το σύστημα έχει επιτύχει μια εξελιγμένη κατανόηση των ανθρώπων, τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικά. Το σύστημα έχει καταφέρει να γνωρίζει καλύτερα τον «μέσο άνθρωπο» απ’ ό,τι αυτός γνωρίζει τον εαυτό του. Αυτό σημαίνει ότι στις περισσότερες περιπτώσεις το σύστημα ασκεί μεγαλύτερο έλεγχο και μεγάλη εξουσία πάνω στα άτομα, μεγαλύτερη από αυτήν που τα ίδια ασκούν στους εαυτούς τους

 https://www.theonlinepress.gr

Δευτέρα 31 Δεκεμβρίου 2018

Η χαμένη δεκαπενταετία

 
  ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ
Ξ​​εκίνησε με την τελετή λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων το καλοκαίρι του 2004. Μόλις έσβησαν οι προβολείς, η χώρα αφέθηκε στην αμέλεια. Λες και ο πληθυσμός μετάνιωσε για τον κόπο που είχε καταβάλει, κουρασμένος ξαναγύρισε στις παλιές, καλές του συνήθειες. Τα έργα άρχισαν να ρημάζουν κι έμειναν μόνον οι βαριές υποδομές. Η πολιτική ηγεσία του Καραμανλή προσαρμόστηκε απολύτως στο πνεύμα των καιρών. Αποδέχθηκε την κοινωνική κόπωση και την κολάκευσε όσο κανένας άλλος.
Ποιος θα τολμούσε να ομολογήσει τότε ότι η κόπωση έμοιαζε με την παραζάλη που αισθάνεται ο θαμώνας του νυχτερινού κέντρου κατά τα ξημερώματα, όταν το πρόγραμμα έχει τελειώσει και πρέπει να πάει στη δουλειά του; Ολοι πίστευαν, ή ήθελαν να πιστεύουν, ότι το πρόγραμμα ήταν προορισμένο να συνεχίζει όσο η κυκλοφορία των ευρώ συνέχιζε ανενόχλητη. Οταν είσαι τύφλα δεν το καταλαβαίνεις ούτως ή άλλως, και η Ελλάδα ήταν τύφλα.
Το χρέος έφτασε στα ύψη. Και δεν μιλάω για το οικονομικό, το αφήνω στους ειδικούς. Μιλάω για το χρέος της κοινωνίας απέναντι στον εαυτό της, τη δυνατότητα να κεφαλαιοποιήσει την εύνοια των περιστάσεων. Εχοντας χάσει τα προνόμια του προστατευτισμού της προτεραίας περιόδου, το μόνο που παράγαμε ήταν διορισμούς στο Δημόσιο και συνταξιούχους. Σκεφθείτε μόνο πόσα δισεκατομμύρια ευρώ πέρασαν από την επικράτεια και δεν μπορέσαμε να φτιάξουμε ένα πανεπιστήμιο της προκοπής. Ενα πανεπιστήμιο κλασικών σπουδών με παγκόσμια ακτινοβολία. Ποιος Κινέζος δεν θα ήθελε να περάσει έστω ένα εξάμηνο για μετεκπαίδευση δίπλα στον Παρθενώνα, στους Δελφούς, στην Ολυμπία;
Αντί για τον Κινέζο φοιτητή δώσαμε τον λόγο, και την εξουσία, στα τέκνα της δικής μας διαφθοράς. Αυτά που τον Δεκέμβριο του 2008 κατέλυσαν τη δημοκρατία στην Αθήνα και σε άλλες μεγάλες πόλεις, κατέστρεψαν, έκαψαν, λεηλάτησαν και έδωσαν το πρώτο γερό χτύπημα στη μεσαία τάξη. Η κυβέρνηση Καραμανλή συμπεριφέρθηκε σαν να ζητούσε έλεος από τα παιδιά των ψηφοφόρων της. Τα τέκνα της μεζονέτας ήθελαν να σβήσουν το παρελθόν των πατεράδων τους, το κέντρο της Αθήνας.
2009. Ο Γεώργιος Παπανδρέου ο μικρός κερδίζει τις εκλογές. Το βράδυ, μπροστά στα γραφεία του ΠΑΣΟΚ οι ενθουσιώδεις οπαδοί του φωνάζουν ρυθμικά: «Αντρέα ζεις, εσύ μας οδηγείς». Σύγχυση ιστορικών περιόδων απολύτως φυσιολογική για αποφοίτους του ελληνικού σχολείου, που νομίζουν ότι ο Κολοκοτρώνης και ο Λεωνίδας έζησαν την ίδια εποχή.

Περιμένουν μια επανάληψη της δεκαετίας του ογδόντα και προσγειώνονται στο 2010, στο ακριτικό Καστελλόριζο, από όπου ο Γεώργιος του Ανδρέα τούς ανακοινώνει ότι η υπερήφανος Ελλάς, με τα χέρια απλωμένα, απευθύνεται ως ικέτις στο ΔΝΤ, στην Ε.Ε., στο ό,τι προαιρείσθε του κόσμου τούτου.
Κόπωση στην κόπωση. Ηταν τόσο κουρασμένη η πολιτική ελίτ της χώρας, που όχι μόνον δεν είχε τη δύναμη να εκπονήσει ένα δικό της σχέδιο αντιμετώπισης της πτώχευσης, αλλά δεν είχε καν τη διάθεση να διαβάσει αυτό που της πρότειναν – καθ’ ομολογίαν επιφανών εκπροσώπων της. Το πρόγραμμα στο νυχτερινό κέντρο τέλειωσε, ήρθε η ώρα του λογαριασμού. Αντε να βρεις να πληρώσεις αυτά που σου ζητάνε. Αγανάκτηση για τον μετρ, «η Μέρκελ είναι ναζί», και οι ντόπιοι συνομιλητές της «γερμανοτσολιάδες», μια πολιτική vintage, αντάξια μιας κοινωνίας γερασμένης που φοβάται την επινόηση, γιατί η επινόηση φέρνει το καινούργιο, και στα γερατειά ό,τι καινούργιο είναι δυσμενές. Καλύτερα να μείνουμε όπως είμαστε, κι όσο βγάλει. Και βέβαια δικαιούμεθα να απορούμε για ποιον λόγο οι νέοι, όσοι έχουν φιλοδοξίες και κάτι περιμένουν από τον εαυτό τους, παίρνουν τα μπογαλάκια τους και φεύγουν. Η απάντηση είναι απλή: μα δεν θέλουν να ζήσουν στον Οίκο Ευγηρίας που έχει γίνει η χώρα.
Αν ευθύνεται για κάτι η περίοδος του Σαμαρά και του Βενιζέλου, παρότι κατάφερε να σώσει την Ελλάδα από το χάος που θα επέφερε η αποβολή της από την Ευρώπη, είναι ότι δεν κατάφερε να της δώσει προοπτική. Προοπτική, κοινώς κίνητρο για την επινοητικότητα, ελιξίριο δημιουργίας, το μόνο φάρμακο απέναντι στην κοινωνική κατάθλιψη και στην κόπωση. Αφησε χώρο για να αναπτυχθούν οι ψευδαισθήσεις που δημιούργησαν οι τσαρλατάνοι του εθνικολαϊκισμού. Η εντελώς χαμένη τετραετία είναι το καλύτερο κλείσιμο της χαμένης δεκαπενταετίας.
Θα επανέλθω. Πέρα από το χρονικό υπάρχει και η ουσία. Τόσα περάσαμε όλ’ αυτά τα χρόνια, ο κόσμος άλλαξε, όμως μια καινούργια σκέψη δεν γέννησε το μυαλουδάκι μας.

 http://www.kathimerini.gr

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Πληροφορίες

"Οι μεγάλοι άνθρωποι μιλούν για ιδέες. Οι μεσαίοι άνθρωποι μιλούν για γεγονότα. Οι μικροί άνθρωποι μιλούν για τους άλλους."