Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2016

Η ρόδα του διαβόλου

ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ

Μέσης ηλικίας, καλοδιατηρημένη, η πωλήτρια στον φούρνο φορούσε κατακόκκινα κερατάκια, όμως οι μαύρες σκέψεις που με κυνηγούσαν δεν με άφησαν να μοιραστώ την καταφανώς χριστουγεννιάτικη χαρά της. Διότι λίγο πριν περνώντας από το Σύνταγμα είχα δει τη ρόδα. Ηταν ακίνητη, αλλά ήταν εκεί. Μια σκέτη απειλή στην ψυχική μου ηρεμία, την αξιοπρέπειά μου, την, πώς να την πω, δις πατρική υπερηφάνειά μου. Το ομολογώ. Πάσχω από υψοφοβία. Σιχαίνομαι τα ύψη. Τα φοβάμαι περισσότερο κι από τον θάνατο. Θέλω να πω ότι δεν μπορώ με τίποτε να σκεφτώ την ενδεχόμενη, μακριά από μένα, αυτοχειρία μου πηδώντας από ψηλά. Θα αποτύχω, διότι θα φοβηθώ να πλησιάσω ώς το περβάζι ή το κάγκελο.
«Παππού, πότε θα με πας στη ρόδα;» φαντάστηκα τη φωνή του εγγονού μου και το μέλλον σκοτείνιασε. Δεν μας φτάνουν τα μνημόνια, τώρα έχουμε και τη ρόδα. Και επειδή δεν μπορώ να του το αρνηθώ, τι θα κάνω όταν βρεθώ εκεί ψηλά; Κολλημένος στο τοίχωμα, με τα μάτια κλειστά, κάτωχρος και με αρρυθμία, θα το τρομάξω το παιδί την ώρα που θα απολαμβάνει τη θέα, τα Δαρδανέλια από τη μία, το Σουέζ με λίγο από Πετραία Αραβία απ’ την άλλη. «Δες, παππού, πόσο μικρή είναι η μαμά εκεί κάτω!». Πού να σκύψω να δω; Ασε που στην Ελλάδα είμαστε και είσαι μάλλον βέβαιος πως μόλις το βαγονέτο σου φτάσει στην κορυφή θα γίνει διακοπή ηλεκτρικού. Ευτυχώς έχουν γεννήτρια. «Ναι, αλλά η γεννήτρια δεν λειτουργεί όταν έχει πάνω από τριάντα βαθμούς και μ’ αυτόν τον καύσωνα ξέρετε, μηχάνημα είναι κι αυτό. Εχει τις προδιαγραφές του». Ολα στη ζωή είναι ζήτημα προδιαγραφών και οι δικές μου δεν είναι για τα ύψη.
Παλεύοντας να γλιτώσω από το ενδεχόμενο ρεζίλεμα στα μάτια του εγγονού μου, το μυαλό μου, δουλεύοντας πυρετωδώς, ανέσυρε σκηνές κάπως πιο ένδοξες. Εκείνη την περίφημη στη ρόδα του Πράτερ, στη Βιέννη, όπου συναντιούνται επιτέλους οι δύο φίλοι, ο ένας, ο «κακός» Ορσον Ουέλς, και ο άλλος, ο «καλός» Τζόζεφ Κότεν. Μετά το τέλος του Β΄ Πολέμου ο Ουέλς πουλάει νοθευμένα φάρμακα και ο Κότεν, συγγραφέας επιτυχημένων ουέστερν, τον ψάχνει στη Βιέννη που κατέχουν οι σύμμαχοι. Εκεί ψηλά στη ρόδα, ο Ουέλς κάποια στιγμή ανοίγει την πόρτα του βαγονέτου, ακούγεται αέρας και λες τώρα θα τον γκρεμίσει τον άλλον στο κενό. Η συνέχεια επί της οθόνης. Προς το παρόν, αρκεστείτε στον τρόμο του ύφους και του κενού. Μιλάω, εννοείται, για τον «Τρίτο άνθρωπο» που έγραψε ο Γκράχαμ Γκριν και κινηματογράφησε ο Κάρολ Ριντ.
Σημειώνω ότι πέρασα κοντά δέκα χρόνια στο Παρίσι και ανέβηκα μία και μοναδική φορά στον πρώτο όροφο του Πύργου του Αϊφελ και όταν κατέβηκα ήπια δύο απανωτά ουίσκι για να συνέλθω. Το ίδιο και στο Empire State. Κι ένας από τους λόγους που, παρά τα προβλήματά της, συμπαθώ την Αθήνα είναι ότι δεν σε φέρνει σε δύσκολη θέση με τα ύψη. Ως την ημέρα που εμφανίστηκε εκείνη η ρόδα του διαβόλου στο Σύνταγμα κι έχασα τον ύπνο μου με την ιδέα και μόνον ότι μια μέρα ο εγγονός μου θα μου ζητήσει να ανέβουμε εκεί πάνω.
Και μη μου πείτε ότι ασχολούμαστε με τη ρόδα λες και έχουμε λύσει όλα μας τα προβλήματα. Οχι, αγαπητοί. Διότι η εγκατάσταση μιας ρόδας μπορεί να αλλάξει τη ζωή της πόλης. Μην ξεχνάμε ότι η πρώτη τεχνολογική επανάσταση ήταν ο τροχός. Και αν δεν τα καταφέραμε αυτή τη φορά, είμαι σίγουρος ότι η εφευρετικότητά μας και η ευφυΐα μας δεν θα το βάλουν κάτω. Και αν δεν τα καταφέρουμε με τη δεύτερη, θα είναι με την τρίτη.

http://www.kathimerini.gr

Δευτέρα 12 Δεκεμβρίου 2016

Στην κατάθλιψη διαβάζω Πλάτωνα


ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ

Δ​​εν είμαι φιλόλογος, δεν είμαι αρχαιοελληνιστής, παρά τις σπουδές μου, δεν είμαι φιλόσοφος, δεν είμαι ιστορικός. Εκτός αυτού δεν πιστεύω στο δωδεκάθεο, ούτε στην κοινοκτημοσύνη των τέκνων. Δεν πιστεύω καν ότι ο καλύτερος άρχων για μια πολιτεία είναι ο φιλόσοφος.
Φαντάζομαι πως ο κόσμος θα είχε καταστραφεί αν είχαν αναλάβει τις τύχες του φιλόσοφοι όπως ο Νίτσε ή ο Μαρξ. Ή θα είχε πεθάνει από πλήξη αν τον είχε κυβερνήσει ο Καντ. Οφείλω, δε, να πω ότι αν είχε κυβερνήσει ο Πλάτων, η Αθήνα θα είχε στενάξει από τον απολυταρχικό του χαρακτήρα. Μάλλον το ήξερε και ο ίδιος και γι’ αυτό οχυρώθηκε στην Ακαδημία του. Να συμπληρώσω επίσης ότι έμαθα να αγαπάω το διάβασμα από μικρός με τα μυθιστορήματα του Ιουλίου Βερν, του Ντίκενς και αργότερα των Γάλλων και των Ρώσων κλασικών. Και των σύγχρονων Ελλήνων εννοείται, από τον Καζαντζάκη ώς τον Κοσμά Πολίτη και τον Τσίρκα, έτσι για να αναφέρω όσους ακόμη και σήμερα θεωρώ πως ξεχωρίζουν. Παραμένω ώς σήμερα αναγνώστης μυθιστορημάτων χωρίς εκπτώσεις και χωρίς παραχωρήσεις απέναντι στον συρμό που στρέφεται όλο και περισσότερο στο δοκίμιο.
Τότε γιατί η ανάγνωση του Πλάτωνος μου είναι απαραίτητη; Δυστυχώς ή ευτυχώς δεν έχω μνήμη αποστήθισης και δεν μπορώ να απαγγέλλω χωρία ολόκληρα, όπως ξέρω ότι έκανε ο μακαρίτης Δεσποτόπουλος στους συγκρατουμένους του στη Μακρόνησο. Ούτε να εντυπωσιάζω την ομήγυρη με κάποια φράση από την αλληγορία του σπηλαίου στην Πολιτεία, μιαν απ’ αυτές που αντάλλαξε ο Ζαν-Λουί Τρεντινιάν με τον καθηγητή του στον «Κονφορμίστα» του Μπερτολούτσι. Μήπως αισθάνομαι την ανάγκη να διαβάσω και να ξαναδιαβάσω Πλάτωνα –και όχι μόνον Πλάτωνα εννοείται, απλώς είναι ο κορυφαίος– από κάποιου είδους πολιτισμική υποχρέωση; Μπορεί. Κάπου στο βάθος αυτό το αντανακλαστικό που μου το πέρασαν στα σχολικά θρανία, αλλά και αργότερα στο πανεπιστήμιο, είναι ακόμη ενεργό. Είναι ένα βαθύ αντανακλαστικό του πολιτισμού μας: το κλασικό οφείλεις να το εκτιμάς ακόμη κι αν σε καταπιέζει.
Και η αρχαία γραμματεία με καταπίεσε αρκούντως στα σχολικά μου χρόνια. Είχα την τύχη να έχω καλούς δασκάλους, όπως τον νυν εκδότη Στέφανο Πατάκη και τον μακαρίτη Κρίτωνα Πανηγύρη, όμως παρά τις προσπάθειές τους και την αγάπη που έδειχναν στο μάθημα, εμείς οι έφηβοι δεν μπορούσαμε να ξεχάσουμε πως η αρχαιότητα ήταν μέρος του τρίπτυχου Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών. Την ζημιά που έκανε η δικτατορία στη σχέση μας με την αρχαιότητα την πληρώνουμε ακόμη και σήμερα.
Την Ελλάδα έμαθα να την αγαπάω στο Παρίσι όπου, παρ’ ότι σπούδαζα σύγχρονη λογοτεχνία, οι αναφορές στη λατινική και στην ελληνική αρχαιότητα ήσαν συνεχείς. Ηταν παρούσα ακόμη και στη διανοούμενη πρωτοπορία της εποχής. Θυμάμαι τον Ζαν-Φρανσουά Λιοτάρ, αυτόν που επινόησε τον όρο «μετανεωτερικό» να λέει: «Προσπαθούμε να σκεφτούμε πέρα από τους Ελληνες, όμως πέρα από τους Ελληνες ενδέχεται να μην υπάρχει σκέψη». Είχε γράψει για τον Μαρξ και τον Φρόιντ και επί δύο χρόνια το σεμινάριό του στο πανεπιστήμιο ήταν αφιερωμένο στα Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλη.
Κλασικός, εκ του λατινικού classicus. Ο,τι ξεχωρίζει με την καθαρότητά του – μια σκέψη, ένα κείμενο, μια εικόνα. Classici ήσαν οι πολίτες της πρώτης κοινωνικής τάξης σε κάποιο από τα συντάγματα της Ρώμης. Classis λεγόταν και η παράταξη που σχηματιζόταν μετά το παράγγελμα στις λεγεώνες, η καλά οργανωμένη σύνταξη. Σε έναν κόσμο που δεν αποδέχεται ούτε τα πρότυπα, ούτε τις ιεραρχίες το κλασικό μοιάζει να μην έχει λόγο ύπαρξης. Παρωχημένο, ξεπερασμένο, αποδεχόμαστε μόνον την ύπαρξή του από ιστορική αδράνεια. Τον Παρθενώνα οφείλουμε να τον συντηρούμε. Γιατί; Γιατί είναι κλασικός. Και τι σημαίνει κλασικός; Σημαίνει, όπως λέει ο Ιταλο Καλβίνο στο «Γιατί να διαβάζουμε τους κλασικούς», ένα βιβλίο που όλοι θέλουν να έχουν στη βιβλιοθήκη τους αλλά κανείς δεν θέλει να διαβάσει.
Κλασικό, ένα έργο που το προσδόκιμό του δεν ταυτίζεται με τα χρονικά όρια της εποχής του. Ανήκει όμως στους ανθρώπους. Είναι το μεγάλο σύνορο ανάμεσα στον δυτικό πολιτισμό και στο ισλάμ. Η κατάργηση της έννοιας του κλασικού σημαίνει μία ακόμη ήττα του δυτικού πολιτισμού απέναντι στις θεοκρατίες που αναγνωρίζουν ως μόνον χρόνο της αιωνιότητας, τον χρόνο του θεού τους.
Γιατί όμως στην κατάθλιψη διαβάζω Πλάτωνα; Γιατί μου προσφέρει την καθαρότητα του βλέμματος που μου στερεί η θολούρα της ζωής μου. Ο Κρίτων που παροτρύνει τον Σωκράτη να μην πιει το κώνειο για να μην τον χάσει. Ενα γεροντάκι στα εβδομήντα του που φοβάται τη μοναξιά. Κι ο άλλος, φίλος μιας ολόκληρης ζωής, του απαντάει ότι αν δραπετεύσει θα γελάνε μαζί του, γιατί διέσυρε ό,τι τους έλεγε όσο ζούσε. Αξιοπρέπεια; Ισως και κάτι παραπάνω: η στιβαρότητα της ανθρώπινης ύπαρξης σε λέξεις που αντέχουν σαν να τις χάραξαν στο μάρμαρο. Κάποιος μπήκε στον κόπο να τις γράψει λες και ήξερε πως θα τις διαβάζαμε εμείς απ’ την άλλη άκρη του χρόνου. Και πώς το αίσθημα γίνεται ακόμη εντονότερο όταν αναγνωρίζεις στις λέξεις αυτές τη δική σου γλώσσα; Δεν χρειάζεται να πιστεύεις στην αθανασία της ψυχής για να συγκινηθείς από τον Σωκράτη του Φαίδωνα. Αρκεί να ακούσεις τη φωνή του και να αισθανθείς ότι η ανθρώπινη συνθήκη δεν ταυτίζεται απαραιτήτως με την απουσία προοπτικής του σήμερα.
Επειδή σας έχω κουράσει επιχειρηματολογώντας υπέρ της διδασκαλίας των Αρχαίων Ελληνικών, είπα σήμερα να γράψω κάτι πιο προσωπικό, για να δείξω πως αυτοί οι άνθρωποι που μας μιλούν από την άλλη άκρη του χρόνου δεν αξίζουν μόνον επειδή υπηρετούν μια πολιτισμική ευπρέπεια. Εχουν και ένα υπαρξιακό αντίκρισμα το οποίο, αν το χάσουμε, θα αφεθούμε στη συλλογική μας κατάθλιψη.

http://www.kathimerini.gr

Παρασκευή 25 Νοεμβρίου 2016

Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2016

Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2016

Παιδικά όνειρα

ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΜΠΟΥΚΑΛΑΣ

Αν έλεγε ο Τζορτζ Μπους ο Β΄, για παράδειγμα, ή ο Βλαντιμίρ Πούτιν ότι το παιδικό του όνειρο ήταν ν’ ανέβει προσκυνητής στην Ακρόπολη, οι πιθανότητες να τον πιστέψουμε δεν θα ήταν πολλές. Πρώτα θα σκεφτόμασταν ότι πρόκειται για εθιμοτυπική κολακεία κι ύστερα οτιδήποτε άλλο· κι αυτό ανεξάρτητα από την παιδεία ενός εκάστου. Κι αν το έλεγε ο Ντόναλντ Τραμπ, μάλλον θα μας έρχονταν στη μνήμη οι δηλώσεις που διαδόθηκε πως είχε κάνει ο θηριώδης μπασκετμπολίστας Σακίλ Ο’ Νιλ επιστρέφοντας στην πατρίδα του, έπειτα από ένα διαφημιστικό ταξίδι στην Ελλάδα: «Ακρόπολη; Οχι, σε κλαμπ με τέτοιο όνομα δεν με πήγαν».

Το πλεονέκτημα του Μπαράκ Ομπάμα, το επικοινωνιακό του χάρισμα, όπως λένε, είναι ότι γίνεται πιστευτός είτε για το χρέος και το προσφυγικό μιλάει είτε για τον Αισχύλο και τον Θουκυδίδη, για τον Λεωνίδα τον Ρόδιο και τον Μάικλ Φελπς ή για τον Γιάννη Αντετοκούνμπο, που τα τελευταία χρόνια αποτελεί τον σπουδαιότερο ίσως πρέσβη της Ελλάδας στις Ηνωμένες Πολιτείες. Με τις παλάμες τού «Greek Freak» είχε συγκρίνει άλλωστε τις δικές του ο Ομπάμα, στο Μιλγουόκι, για να αποδεχθεί στο τέλος κατάπληκτος την ήττα του. Οταν λέω «γίνεται πιστευτός», εννοώ πως τα λεγόμενά του, το ύφος, το βλέμμα του, πείθουν ότι όποια κι αν ήταν η συνδρομή συμβούλων και κειμενογράφων, γνωρίζοντας πόση βαρύτητα προσδίδει το αξίωμά του στον λόγο του στρώνεται και διαβάζει· για να πρωτομάθει κάποια πράγματα ή για να φρεσκάρει τις γνώσεις του. Δεν το κάνουν πολλοί.

Θα πρέπει, πάντως, να θεωρήσουμε βέβαιο ότι το παιδικό όνειρο του Ομπάμα δεν αφορούσε μια Ακρόπολη κλειστή και περιφρουρημένη μέσα σε μια Αθήνα επίσης αστυνομοκρατούμενη και πρακτοροκρατούμενη, ακυρωμένη δηλαδή, με τον δήμο της εκτοπισμένο επί διήμερο από την ίδια του την πόλη. Μάλλον θα προτιμούσε να περπατήσει σε όλον τον χώρο ελεύθερος, άσημος, ένας απ’ όλους. Και να συναντηθεί στον βράχο όχι φυσικά με φιλοπερίεργους επικούρειους και στωικούς φιλοσόφους, όπως ο Παύλος κάποτε, αλλά με τυχαίους Αθηναίους. Με πολίτες δηλαδή, όχι με κουμπωμένους επίσημους ή με «την αθηναϊκή αφρόκρεμα» που μας είπαν τα κανάλια ότι βρέθηκε στο Ιδρυμα «Σταύρος Νιάρχος». Θα έπιανε λοιπόν πρόθυμα κουβέντα μαζί τους και για την Ελλάδα και για την παγκοσμιοποίηση και για τη δημοκρατία, με το δεδομένο ότι, όπως είπε στην ομιλία του, κρίνει τον τίτλο «πολίτης» σπουδαιότερο από κάθε άλλον. Ισως τότε ένιωθε βαθύτερα τι σημαίνει «φιλοξενία», «φιλότιμο» και «δήμος».

Οι λέξεις αυτές υπήρξαν κάποια από τα κλειδιά της ομιλίας του Μπαράκ Ομπάμα. Και μαζί τους οι έννοιες «λογοδοσία» και «δικαιοσύνη», σαν τα ονόματα των φαρμάκων που ίσως ανανέωναν και ενίσχυαν τη συνεχώς συρρικνούμενη δημοκρατία. Η οκταετής εξουσία του όμως, η οποία ακύρωσε πολλές εξαγγελίες του, θα τον δίδαξε ότι ένας τέτοιος κόσμος είναι ανέφικτος. Εξ ου και ο μελαγχολικός τόνος του αποχαιρετιστήριου λόγου του.

 http://www.kathimerini.gr

Γιατί γιορτάζουμε το Πολυτεχνείο;

ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ

Οι περισσότεροι εκ των πανηγυριστών των ημερών υποθέτω ότι θεωρούν πως στο Πολυτεχνείο εορτάζεται η πτώση της χούντας. Κρίνοντας από τα συμφραζόμενα τουλάχιστον, από το περίφημο σύνθημα των «Αγανακτισμένων», κατά το οποίο «η χούντα δεν έπεσε το ’73». Είναι γεγονός. Η χούντα δεν έπεσε το ’73, το Πολυτεχνείο οδήγησε στην ανατροπή του Παπαδόπουλου και στη σκλήρυνση του καθεστώτος από τον Ιωαννίδη με συνέπεια την κυπριακή τραγωδία και την αποκατάσταση της Δημοκρατίας από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Τη χούντα την έριξαν οι καταστάσεις που η ίδια δημιούργησε και δεν είχε τη δύναμη ούτε το μυαλό να τις διαχειρισθεί. Δεν την έριξε καμιά λαϊκή εξέγερση. Το συμπέρασμα είναι ότι οι περισσότεροι στο Πολυτεχνείο γιορτάζουν χωρίς να ξέρουν τι γιορτάζουν.
Ποιοι και πόσοι συμμετείχαν στο Πολυτεχνείο; Σύμφωνα με τις δηλώσεις, πρέπει να συμμετείχαν γύρω στα έντεκα εκατομμύρια Ελληνες, μαζί με τη Μαρία Δαμανάκη έντεκα εκατομμύρια και ένας. Είναι το δεύτερο στοιχείο που στηρίζει τον μύθο του Πολυτεχνείου και, μέσω αυτού, τον μύθο της αντίστασης κατά της χούντας. Οσοι μιλούν για «παλλαϊκή» αντίσταση κατά της δικτατορίας, φέρνουν ως παράδειγμα το Πολυτεχνείο. Ιδρώσαμε να συμφωνήσουμε στον αριθμό των θυμάτων, δεν θα μάθουμε ποτέ όμως πόσοι, έστω περίπου, συμμετείχαν. Για τον απλούστατο λόγο ότι για τη γενιά μου θεωρείται τουλάχιστον απρεπές να μην έχεις συμμετάσχει στο Πολυτεχνείο.
Σε τι ωφελεί ο εορτασμός; Κατ’ αρχάς στην εκποίηση της ιδεολογικής πραμάτειας από τους μικροπωλητές των οργανώσεων που στήνουν την κουρελαρία τους στα κάγκελα. Η αυξημένη κίνηση ωφελεί και τους Αφρικανούς που πωλούν λαθραία τσιγάρα στη Στουρνάρη. Ωφελεί και τις φυλές των Εξαρχείων, που έχουν την ευκαιρία να σπάσουν και να κάψουν – ένα μικρό bonus στο μεροκάματό τους. Ωφελεί, τέλος, τον κ. Βούτση, ο οποίος δήλωσε χθες ότι σήμερα που η Δημοκρατία ταλαιπωρείται ανά τον κόσμο το μήνυμα του Πολυτεχνείου είναι περισσότερο επίκαιρο παρά ποτέ. Το μήνυμα είναι τόσο δημοκρατικό ώστε πήγε να καταθέσει στεφάνι στην κεφαλή του ιστορικού Σβορώνου οκτώ η ώρα το πρωί, ώστε να μην έχουν ξυπνήσει οι μπαχαλάκηδες από το γλέντι με τα κοκτέιλ μολότοφ της παραμονής. Σημειωτέον ότι ο Σβορώνος, σημαντικός διανοητής, δεν είχε καμία σχέση με το Πολυτεχνείο, χάρη όμως στον γλύπτη Μέμο Μακρή αυτόν σκεπάζουν με στεφάνια.
Ο εορτασμός του Πολυτεχνείου είναι ένα από τα μεταπολιτευτικά ταμπού. Ενα στερεότυπο της ενιαίας σκέψης που μεγεθύνει τις αληθινές του διαστάσεις. Ούτε η πορεία προς την αμερικανική πρεσβεία προσφέρει κάτι στη μνήμη της δημοκρατίας, ούτε η απομίμηση της παρέλασης με τη σημαία, ούτε τα συνθήματα που δεν έχουν καμία σχέση με τον κόσμο του 2016. Ενας φόρος τιμής στους νεκρούς των ημερών εκείνων θα ταίριαζε πολύ περισσότερο στην περίσταση. Ει δυνατόν, σιωπηρός. Τα υπόλοιπα ενισχύουν τα σύνδρομα μιας κοινωνίας η οποία, απογοητευμένη από τον εαυτό της, αντί να καλλιεργεί τη μνήμη της, την αποθεώνει. Μιας κοινωνίας γερασμένης.

 http://www.kathimerini.gr/

TO POLYTEXNEIO "ZEI"


http://lh3.googleusercontent.com/OWklZs6LXmwlQj2U6Vh3IXaoMT6YpoqmYmwqGV3ZD013NWYUSAcgYErCtuxtBLngKzqtF8uH3AZVKfWQ9ImVXg=s0

Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2016

Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2016

Γιαπί και ψύχραιμος

 ΘΑΝΟΣ ΤΖΗΜΕΡΟΣ

Στην Γερμανία δεν υπάρχει κανένα "γιαπί". Οι "κουτόφραγκοι" θεωρούν πως ένα γιαπί είναι επικίνδυνο και αντιαισθητικό. Όταν λοιπόν παίρνεις οικοδομική άδεια, δεσμεύεσαι για τον χρόνο αποπεράτωσης. Τα πρόστιμα είναι τόσο τσουχτερά αν τον υπερβείς, που κανένας δεν ξεκινάει να χτίζει αν δεν έχει προγραμματίσει τα λεφτά και τις εργασίες μέχρι και τα πόμολα.
Οι Ελληνάρες όμως δεν χαμπαριάζουν από τέτοια. Και αποφασίσαμε να εξάγουμε τεχνογνωσία και στη Βαυαρία. Ακούστε την απίστευτη ιστορία:
Το 2001, η κυβέρνηση της Βαυαρίας παραχώρησε (έναντι μικρού τιμήματος) στο Ελληνικό Κράτος 15 στρέμματα γης για να φτιάξει σχολείο για τα παιδιά των Ελλήνων που ζουν εκεί. Αναλάβαμε την υποχρέωση το κτήριο να ολοκληρωθεί μέσα σε 4 χρόνια από την έκδοση της οικοδομικής άδειας. Μάλιστα, η βαυαρική κυβέρνηση είχε δεσμευθεί να χρηματοδοτήσει το έργο κατά 70%! Επειδή όμως ήξεραν με ποιους έχουν να κάνουν, έβαλαν κι έναν όρο στο συμβόλαιο πως αν δεν ολοκληρωθεί το κτήριο σύμφωνα με τις προθεσμίες, το οικόπεδο επιστρέφει στο Γερμανικό Δημόσιο, μας επιστρέφουν και το μικρό τίμημα, και τέλος. Σίγουροι εμείς για τις ικανότητές μας να τηρούμε χρονοδιαγράμματα, το υπογράψαμε.
Τι έκαναν οι διαχρονικά ανεύθυνες και αναξιόπιστες ελληνικές κυβερνήσεις; Τίποτε, as usual. Επί 7 χρόνια το κοίταγαν. Άδεια έβγαλαν τον Αύγουστο του 2008!!! Και άρχισαν τσούκου - τσούκου να χτίζουν, όπως στο ανέκδοτο με την ελληνική κόλαση: την μια μέρα δεν υπήρχαν λεφτά, την άλλη δεν είχαν μπει οι υπογραφές, την τρίτη βαριόμασταν, την τέταρτη είχαμε εκλογές και ποιος να ασχοληθεί...
Οι Γερμανοί είδαν κι αποείδαν, μας έτριξαν τα δόντια: “τελειώστε το γιατί θα σας το πάρουμε πίσω.” Αρχίσαμε εμείς τις κλάψες: έχουμε κρίση, προσπαθούμε, είμαστε απόγονοι του Αριστοτέλη, μπλα μπλα. Τον Νοέμβριο του 2011 δεν είχαμε ρίξει ούτε τα μπετά. Το Δημοτικό Συμβούλιο του Μονάχου πήρε απόφαση να αξιώσει ο Δήμος την επιστροφή του οικοπέδου.
Εμείς την προσβάλαμε στα δικαστήρια!
Φυσικά χάσαμε παταγωδώς, μολονότι με νομικά τερτίπια κερδίσαμε χρόνο, ξοδεύοντας, ως συνήθως, αντιπαραγωγικά λεφτά κι αφήνοντας το γιαπί στη μοίρα του. Μέχρι που το γερμανικό δικαστήριο, τον Απρίλιο του 2015, έκρινε τελεσίδικα ότι το οικόπεδο θα έπρεπε να επιστραφεί καθώς το Ελληνικό Κράτος δεν τήρησε καμμία από τις υποχρεώσεις του, παρότι τα βαυαρικά λεφτά μια χαρά τα έτρωγε. Όμως, σε μια τελευταία προσπάθεια συμβιβασμού κάλεσε τα δύο μέρη να τα βρουν υπογράφοντας νέα σύμβαση. Οι Γερμανοί είπαν να μας κάνουν ακόμα μια χάρη. Και τον Αύγουστο του 2015 υπογράψαμε τροποποιητική σύμβαση δεσμευόμενοι ως το τέλος του 2015 να έχουμε τελειώσει τον σκελετό και ως το τέλος του 2016 να το έχουμε ολοκληρώσει. Μάλιστα πήραμε και εξάμηνη παράταση, αν κάτι δεν πάει καλά βρε αδερφέ, άνθρωποι είμαστε!

Αρχές Ιουλίου, οι Βαυαροί πήγαν για πραγματογνωμοσύνη. Και διαπίστωσαν ότι ούτε τον σκελετό του πρώτου ορόφου δεν είχαμε φτιάξει. Συνεδρίασε το Δημοτικό Συμβούλιο και στις 20 Ιουλίου αποφάσισε να τελειώνει η ιστορία με το γελοίο Ελληνικό Δημόσιο, και το οικόπεδο να επιστραφεί στον Δήμο του Μονάχου.
Οπότε εμείς σηκώσαμε τα μανίκια!
Επιστρατεύσαμε το πιο βαρύ πυροβολικό κύρους και αξιοπιστίας που διαθέτουμε, ένα κυβερνητικό στέλεχος που το όνομά του και μόνο δημιουργεί ρίγη συγκίνησης και δέους στην διεθνή πολιτική (και θεατρική επίσης) σκηνή.

Σήμερα αυτό το άοκνο κυβερνητικό στέλεχος δήλωσε περήφανα στην ΕΡΤ ότι έστειλε… εξώδικο (!!!) ζητώντας νέα παράταση από το Δημοτικό Συμβούλιο του Μονάχου και το έργο θα ολοκληρωθεί διότι “θα τσακιστούμε να το φτιάξουμε”. Δεν άκουσα αν προσέθεσε το "με έναν νόμο με ένα άρθρο” καθώς είναι η μοναδική τεχνογνωσία ταχύτητας που διέθετε (προεκλογικά τουλάχιστον) η κυβέρνησή του. Βέβαια, το Δημοτικό Συμβούλιο δεν έχει εγκρίνει την παράταση, και ίσως να μην ασχοληθεί καν ξανά με το θέμα (η αντοχή στη γελοιότητα έχει ένα όριο) αλλά αυτό είναι λεπτομέρεια μπροστά στο πάθος και την αποφασιστικότητα του πολιτικού ανδρός που ανέλαβε την ολοκλήρωση του εγχειρήματος αν και έφαγε πόρτα δύο φορές μέχρι τώρα, και από τον υπουργό Παιδείας της Βαυαρίας και από τον αντιδήμαρχο του Μονάχου. Η απάντησή τους θα μπορούσε να συμπυκνωθεί στη λέξη “νισάφι”.
Όμως ο άοκνος μαχητής της Παιδείας
δεν το βάζει κάτω. Ζητάει “πολιτική λύση” (σας θυμίζει κάτι;) και είναι σίγουρος ότι θα βρεθεί. Μετά από αυτή την εξέλιξη μπορούμε πλέον να κοιμόμαστε ήσυχοι και οι Έλληνες της Βαυαρίας να κανονίσουν ποιος θα πηγαίνει τα παιδιά στο νέο σχολείο που, το πολύ τον Ιούλιο του 2017, θα είναι έτοιμο και πλήρως εξοπλισμένο.

Έχετε αμφιβολίες; Κακώς. Ο Θεοδόσης Πελεγρίνης, ο περί ου ο λόγος, καμμία.

 http://www.athensvoice.gr

Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2016

Ο εποικισμός της Ευρώπης και το σύνδρομο του κόκκινου σκίουρου

Του Πάνου Μητρονίκα

Ο κόκκινος ή Ευρασιατικός σκίουρος, ήταν το κυρίαρχο είδος σκίουρου στα δάση της Ευρώπης από τότε που οι σκίουροι άρχισαν να σκαρφαλώνουν τα δέντρα αυτού του πλανήτη. Τα τελευταία όμως χρόνια, κοντεύει να εξαφανιστεί από τα δάση της Αγγλίας της Ιταλίας και της Ιρλανδίας λόγω της εισαγωγής από τον άνθρωπο του βορειοαμερικανικού γκρι σκίουρου. Τα δύο είδη σκίουρων δεν είναι ανταγωνιστικά αλλά ταυτόχρονα δεν είναι και συμβατά. Ο γκρι σκίουρος μεταφέρει έναν ιό που ενώ δεν επηρεάζει τον ίδιο, είναι θανατηφόρος για τον κόκκινο. Επίσης έχει περισσότερες επιλογές στην τροφή από τον κόκκινο με αποτέλεσμα να επιβιώνει καλύτερα τους χειμώνες, και αναπαράγεται κανονικά ενώ ο κόκκινος σταματάει να αναπαράγεται όταν βρίσκεται υπό πίεση.
Η μεταφορά του γκρι σκίουρου στα δάση της Ευρώπης δεν έγινε με στόχο να εξαφανίσει τον κόκκινο. Δεν ήταν καν ηθελημένη (στην Ιταλία όλα ξεκίνησαν από ένα ζευγάρι που ξέφυγε από την αιχμαλωσία) τα αποτελέσματα της όμως είναι πραγματικά και απόλυτα καταστροφικά για τον πιο ντελικάτο Ευρωπαϊκό σκίουρο. Τόσο που πιθανότατα θα εξαφανιστεί.
Ένα από τα χαρακτηριστικά της μετανάστευσης που μας διαφεύγει συνήθως είναι ότι όταν εισάγουμε νέους πληθυσμούς σε μια περιοχή, δεν εισάγουμε απλά άτομα αλλά και όλα όσα τα χαρακτηρίζουν. Εισάγουμε κουλτούρες, συνήθειες, ιδεολογίες και παθογένειες. Είτε μιλάμε για σκίουρους, είτε για ανθρώπους.
Πετυχημένες και αποτυχημένες χώρες
Αν κοιτάξουμε τον χάρτη θα δούμε ότι ο κόσμος είναι χωρισμένος σε επιτυχημένες και αποτυχημένες χώρες (failed states). Ο διαχωρισμός αυτός δεν είναι ούτε φυλετικός, ούτε εθνικός, ούτε αφορά τους πόρους και το επίπεδο τεχνολογίας. Ούτε καν τον πλούτο και την κατανομή του.
Η διαφορά ανάμεσα στις πετυχημένες και τις αποτυχημένες χώρες είναι πολιτισμική. Αφορά την κουλτούρα των ανθρώπων τους.
Οι επιτυχημένες χώρες είναι δυναμικές ενώ οι αποτυχημένες είναι στατικές. Οι επιτυχημένες βάζουν στόχους και τους πετυχαίνουν, ενώ οι αποτυχημένες απλά παλεύουν να μην διαλυθούν. Εκεί που η επιτυχημένη χώρα χρησιμοποιεί τους πόρους της για να προοδεύσει, η αποτυχημένη τους κλειδώνει και τους χρησιμοποιεί για να δωροδοκεί τους πολίτες της.  Η επιτυχημένη χώρα πιστεύει ότι η σκληρή δουλειά οδηγεί σε ένα καλύτερο μέλλον. Η αποτυχημένη πιστεύει ότι θα γυρίσει ο τροχός και θα την φέρει στην κορυφή. Η επιτυχημένη χώρα κατηγορεί τον εαυτό της για τις αποτυχίες της. Η αποτυχημένη φαντασιώνεται παγκόσμιες συνομωσίες που υποσκάπτουν το κάθε της βήμα.
Οι πολίτες μιας αποτυχημένης χώρας μπορεί να δουλεύουν σκληρά αλλά δεν πιστεύουν ότι η σκληρή δουλειά θα τους ανταμείψει γιατί το σύστημα είναι διεφθαρμένο και εναντίον τους. Για αυτό είτε δουλεύουν μηχανικά, είτε προσπαθούν να βρουν τρόπους να κλέψουν το σύστημα. Η μαύρη αγορά και η μαύρη εργασία είναι κανόνας αν όχι μονόδρομος. Καθένας κλέβει τον διπλανό του. Οι πολιτικοί δεν είναι εκπρόσωποι αλλά μεσάζοντες που απλά συνδέουν κάποιον της βάσης με την κορυφή και παρέχουν χάρες και εξυπηρετήσεις. Δεν ψηφίζεις πολιτικούς για μεταρρυθμίσεις αλλά για να έχεις κάποιον να σε βοηθήσει όταν χρειαστεί. Τίποτε δεν δουλεύει χωρίς χρηματισμό, ούτε καν τα πιο απλά πράγματα.
Οι άνθρωποι αγαπούν και μισούν την χώρα τους την ίδια στιγμή. Την μια στιγμή βλέπουν τους πολιτικούς τους ηγέτες σαν θεούς και την επόμενη θέλουν να τους κάνουν κομμάτια με τα ίδια τους τα χέρια. Δεν τους ενδιαφέρει αν η πολιτεία αδικεί την μια ή την άλλη ομάδα, αρκεί να μην αδικεί τους ίδιους και τους συγγενείς τους.
Αυτή είναι η διαφορά ανάμεσα σε μια επιτυχημένη και μια αποτυχημένη χώρα και αφορά την κουλτούρα των κατοίκων τους. Και ναι, αν η περιγραφή των αποτυχημένων χωρών θυμίζει τραγικά και την Ελλάδα του σήμερα, τότε θα πρέπει ίσως να σκεφτούμε λίγο περισσότερο το γιατί είμαστε στην κατάσταση που είμαστε και τι χρειάζεται να αλλάξει.

Η επέλαση των αποτυχημένων εθνών
Ας προσπαθήσουμε να συγκρίνουμε δύο χώρες. Η χώρα «Α» έχει μια σημαντική μεσαία τάξη και οικονομία, ένα κράτος κοινωνικής πρόνοιας και χαμηλό ρυθμό γεννήσεων. Η χώρα «Β» είναι μια αποτυχημένη χώρα με διαλυμένες δομές, ανεξέλεγκτη εγκληματικότητα, μεγάλη διαφθορά, λίγες οικογένειες να ελέγχουν το κράτος και την οικονομία, και πολύ υψηλό ρυθμό γεννήσεων.
Οι πολίτες της χώρας «Α» μαθαίνουν ότι ο εθνικισμός είναι κακός και ότι όλοι πρέπει να ζούμε αρμονικά μαζί. Οι πολίτες της χώρας «Β» μαθαίνουν ότι είναι οι σημαντικότεροι άνθρωποι που έζησαν ποτέ σε αυτόν τον κόσμο και ότι θα ήταν στην κορυφή αν δεν υπήρχε η χώρα «Α».
Παρόλα αυτά, οι πολίτες της χώρας «Β» θέλουν να μεταναστεύσουν στην χώρα «Α» γιατί θέλουν τα προνόμια του κοινωνικού κράτους που τους παρέχει, και αυτή τους το επιτρέπει γιατί χρειάζεται νέο εργατικό δυναμικό για να υποστηρίξει το κοινωνικό της κράτος και το κράτος πρόνοιας, που καταρρέουν λόγω της υπογεννητικότητας.
Η χώρα «Α» καταλήγει με έναν μεγάλο ομοιογενή πληθυσμό μιας αποτυχημένης χώρας και δραματικές αυξήσεις στο κοινωνικό της κράτος από τα επιδόματα και τις δαπάνες (υγεία, παιδεία, κλπ.) για τον νέο πληθυσμό. Απειλείται με χρεοκοπία αλλά δεν μπορεί να κάνει τίποτε πια γιατί τα κόμματα που υποστηρίζουν το κράτος πρόνοιας έχουν αποκτήσει πολύ μεγάλη δύναμη με την ψήφο του νέου πληθυσμού και δεν μπορεί να τα κουνήσει κανένας από την εξουσία. Τα κόμματα που θέλουν μεταρρυθμίσεις δεν μπορούν να αγνοήσουν τον νέο πληθυσμό και έτσι προσπαθούν να τον κερδίσουν μετατρεπόμενα και αυτά σε λαϊκά κόμματα. Η χώρα «Α» σιγά σιγά χάνει τον έλεγχο ενώ η χώρα «Β» συνεχίζει να στέλνει νέο κόσμο.
Η χώρα «Β» είναι μια αποτυχημένη χώρα αλλά πλέον και η χώρα «Α» μετατρέπεται σιγά σιγά σε μια αποτυχημένη χώρα αφού εισάγει τον πληθυσμό της χώρας «Β» μαζί με την κουλτούρα του και τις παθογένειες της.
Για μεγάλο χρονικό διάστημα θεωρούσαμε ότι οι επιτυχημένες χώρες μπορούν να επηρεάσουν θετικά τις αποτυχημένες. Ότι απλά χρειαζόταν να τους μεταφέρουν κάποια τεχνογνωσία, να εκπαιδεύσουν τους ηγέτες τους σε δυτικά πανεπιστήμια, και να τους παρέχουν κάποιον αρχικό δανεισμό και επενδύσεις. Αλλά εκ του αποτελέσματος το αντίθετο συνέβη και συνεχίζει να συμβαίνει. Αντί να αναβαθμιστούν οι αποτυχημένες χώρες υπό την επιρροή των πετυχημένων, βλέπουμε τις πετυχημένες χώρες να αρχίζουν να αποτυγχάνουν υπό την επιρροή των πληθυσμών των αποτυχημένων χωρών.
Σήμερα είμαστε μάρτυρες μιας ολικής μεταστροφής από την εποχή του αποικισμού των Ευρωπαϊκών αυτοκρατοριών, στον αποικισμό της Ευρώπης από τις πρώην αποικίες της. Οι αποτυχημένες χώρες αποικίζουν τις επιτυχημένες με ανησυχητικό ρυθμό. Τέτοιο που μετατρέπει τις τελευταίες σε αποτυχημένες ταχύτατα και τις οδηγεί στην καταστροφή.
Οι αποτυχημένες χώρες έχουν επίσης υψηλότερο ρυθμό γεννήσεων και πολύ ισχυρότερους εθνικούς/φυλετικούς δεσμούς. Αυτό τους δίνει ένα πλεονέκτημα στον αποικισμό πετυχημένων χωρών με χαμηλότερο ρυθμό γεννήσεων και χαλαρούς εθνικούς δεσμούς. Αυτή η εθνική ατονία μαζί με την ανοχή και την δημοκρατία των επιτυχημένων χωρών τις οδηγεί στην καταστροφή τους εκ των έσω. Και αυτό δεν είναι απαραίτητα κάτι που γίνεται βάση σχεδίου ή συνειδητά και κακόβουλα. Αλλά αυτό δεν το κάνει λιγότερο καταστροφικό, όπως και στην περίπτωση των σκίουρων.

Οι αριστεροί και φιλελεύθεροι υποστηρικτές της ελεύθερης μετανάστευσης πανηγυρίζουν με την καταστροφή της κουλτούρας μας και ονειρεύονται μια παγκόσμια κοινότητα χωρίς σύνορα. Αλλά δεν θα συμβεί ποτέ κάτι τέτοιο μιας και οι μόνοι που πιστεύουν σε αυτό το όνειρο αυτοκαταστρέφονται με την εισαγωγή των μεταναστών οι οποίοι δεν θεωρούν ότι ο εθνικισμός και ο πατριωτισμός είναι κακά πράγματα. Οι μουσουλμάνοι δεν αισθάνονται ντροπή για την ιστορία τους. Είναι περήφανοι για αυτήν, ακόμα και για τις φρικαλεότητες της. Δεν θεωρούν ότι τα σύνορα είναι κακή ιδέα, απλά θέλουν να είναι αυτοί που τα ελέγχουν. Ο φιλελευθερισμός γκρεμίζει τα σύνορα και τα έθνη, αλλά ξεχνά ότι η δύση είναι η μόνη που πιστεύει στον φιλελευθερισμό.
Οι πιο συντηρητικοί υποστηρικτές της ελεύθερης μετανάστευσης από την άλλη, θεωρούσαν ότι η «ανωτερότητα» μας θα μπορούσε να απορροφήσει τους νέους πληθυσμούς και να τονώσει την κοινωνία μας που μαστίζονταν από την υπογεννητικότητα. Αυτό πιθανότατα θα μπορούσε να λειτουργήσει, όμως μόνο με αυστηρό έλεγχο και τήρηση των αναλογιών. Αν οι εισαγόμενοι πληθυσμοί είναι μικροί και ανομοιογενείς τότε μπορείς να τους απορροφήσεις. Αν όμως είναι μεγάλοι και ομοιογενείς τότε καταλήγεις με γκέτο και πτώχευση του κοινωνικού κράτους. Όπως ακριβώς συμβαίνει σήμερα.
Η αριστερά τάχθηκε με την «πολυπολιτισμικότητα» και η δεξιά με την υπέρ-ελεύθερη οικονομία. Δύο θέσεις που όχι μόνο ευνοούν την μετανάστευση αλλά κάνουν σχεδόν αδύνατη την αποτροπή της. Η αριστερά των κοινωνικών προνομίων και η δεξιά του «όλα για το κέρδος» χρειάζονταν περισσότερους μετανάστες είτε γιατί νόμιζαν ότι έτσι φέρνουν τους λαούς πιο κοντά, είτε γιατί είχαν την ψευδαίσθηση ότι αυτό τονώνει το κοινωνικό κράτος, είτε γιατί υπάρχουν δουλειές που δεν κάνουν οι ντόπιοι (όπως μαύρη εργασία σε εξευτελιστικές τιμές ενώ παράλληλα έχεις μια γυναίκα και 8 παιδιά, που τα μισά δεν είναι και δικά σου, στην πρόνοια).
Η ανευθυνότητα και των δύο πλευρών έχει οδηγήσει τις Ευρωπαϊκές κοινωνίες σε τεράστιες δαπάνες και πολύ υψηλή φορολογία για την κάλυψη τους, μη βιώσιμα συστήματα πρόνοιας, και πλήρη αποσάθρωση των κοινωνικών δομών που βρίσκονται πια στα όρια της κατάρρευσης. Και όλα αυτά επειδή κάποιες εταιρίες θέλουν φθηνότερα εργατικά χέρια και οι αριστεροί φαντασιώνονται μια παγκόσμια κοινωνία των λαών.
Όσο περισσότερο μια επιτυχημένη χώρα ασπάζεται την πολιτική κουλτούρα των αποτυχημένων χωρών, τόσο μικρότερη είναι η δυνατότητα της για μεταρρυθμίσεις. Μπορεί το κοινωνικό της κράτος να κρατήσει για λίγο, όσο καταφέρνει να διατηρήσει έναν σταθερό εγχώριο εργασιακό πληθυσμό, αλλά σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία οι εταιρίες δεν αισθάνονται κάποια υποχρέωση να μείνουν κάπου που δεν τις συμφέρει και φεύγουν γκρεμίζοντας αυτή την πιθανότητα. Έτσι ένας πληθυσμός που έχει μάθει ότι η ζωή ξεκινά όταν πάρεις το μεταπτυχιακό σου και ότι μια οικογένεια θέλει δύο εισοδήματα για να λειτουργήσει, δεν μπορεί να έχει τον απαραίτητο ρυθμό γεννήσεων για να συντηρήσει μια τέτοια κοινωνική δομή για άλλη μια γενιά.
Όταν το σύστημα άρχισε να καταρρέει πριν λίγα χρόνια, οι πολιτικοί και των δύο πλευρών απλά πετούσαν την μπάλα ο ένας στον άλλο για το ποιος φέρει την ευθύνη. Οι αριστεροί προσποιούνταν ότι δεν συμβαίνει τίποτα και οι δεξιοί πίεζαν για ισοπεδωτικές μεταρρυθμίσεις, αγνοώντας όμως την ρίζα του προβλήματος. Εκμηδενισμός των αμυντικών δαπανών, εξαφάνιση της δημόσιας υγείας και παιδείας, μειώσεις προϋπολογισμών και χρηματοδοτήσεων στο ένα ή το άλλο τμήμα. Λες και το πρόβλημα είναι το ποσό που σπαταλάς και όχι το πώς και το που το σπαταλάς. Η όλη κατάσταση, καθώς και η διαχείριση της θυμίζει εταιρείες που καταρρέουν. Και αυτές προσπαθούν να μειώσουν δαπάνες αλλά αποτυγχάνουν να συνειδητοποιήσουν ότι το πρόβλημα τους δεν είναι το κόστος αλλά η ίδια τους η κουλτούρα. Δεν βλέπουν ότι έχουν χάσει κάθε προσανατολισμό και αποστολή. Ξέφυγαν πολύ από τους παλιούς τους στόχους και οι νέοι στόχοι τους είναι αδιέξοδοι. Κανένας στην ηγεσία δεν βλέπει κάποιον λόγο για την συνέχιση της ύπαρξη της ίδιας της εταιρείας, εκτός ίσως από το ότι τους παρέχει εργασία.
Παρατηρώντας τις Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις του σήμερα βλέπουμε ακριβώς αυτό. Τεράστια γραφειοκρατία που υπάρχει μόνο και μόνο για να παρέχει υποχρεωτικές υπηρεσίες και λειτουργεί με ανθρώπους που δεν μπορούν να αναφέρουν ούτε ένα καλό λόγο για την ύπαρξη τους εκτός ίσως από το ότι είναι εκεί σαν μια ενδιάμεση λύση μέχρι η ΕΕ να αναλάβει πλήρως. Περιφέρονται από συνάντηση σε συνάντηση και μιλάνε για «ιδιάζουσες συνθήκες» αλλά δεν το πιστεύουν ούτε οι ίδιοι. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες και γραφειοκράτες είναι μια κάστα ανθρώπων που έχουν περισσότερα κοινά μεταξύ τους, παρά με τους ίδιους τους πολίτες των χωρών τους. Πολίτες των οποίων την τύχη κακοδιαχειρίστηκαν τραγικά τα τελευταία δέκα χρόνια, γεγονός που γνωρίζουν και οι ίδιοι πολύ καλά.

Σήμερα, και όσο περισσότερο τα κόμματα εξουσίας βλέπουν την καταστροφή που έχουν επιφέρει στους λαούς τους με την απομόνωση της μεσαίας τάξης, τόσο περισσότερο αντιλαμβάνονται ότι χρειάζονται την ψήφο των μεταναστών για να ανανεώσουν την βάση των ψηφοφόρων τους. Τα αριστερά κόμματα θα μετατραπούν σιγά σιγά σε «ξένα» κόμματα που θα βασίζονται κυρίως στην ψήφο των μεταναστών. Τα δεξιά απλά δεν θα μπορούν να την αγνοήσουν και θα ψάχνουν για τρόπους να την κερδίσουν εις βάρος της ίδια της χώρας και των πολιτών της.
Αν τώρα προσθέσουμε και την απότομη, απρόσμενη και εν πολλοίς ακατανόητη αύξηση των μεταναστών που βλέπουμε σήμερα, τότε δεν χρειάζεται να εξετάσουμε πολύ το που πάμε από εδώ και πέρα. Ούτε το γιατί η σημερινή Ελληνική κυβέρνηση όπως και οι υπόλοιπες Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις (εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων που βάλλονται από όλες τις πλευρές) εξακολουθούν να βλέπουν την μετανάστευση σαν λύση για τα προβλήματα τους.
Αντί επιλόγου
Σήμερα η Δύση είναι διχασμένη την ίδια στιγμή που οι μετανάστες είναι ενωμένοι. Αυτό που συμβαίνει το βλέπουμε πια στους δρόμους της Ευρώπης και στις στατιστικές αλλά κανένα από τα δύο δεν είναι ικανό να δείξει το πλήρες μέγεθος του φαινομένου και της καταστροφής που θα επιφέρει. Έχουμε την αφέλεια να θεωρούμε ότι οι χώρες της δύσης είναι άτρωτες, αλλά δεν είναι. Η ίδια η χώρα μας αποτελεί την απόδειξη για αυτό. Και όταν θα το καταλάβουμε το σοκ θα είναι τόσο μεγάλο και η αλλοίωση της κουλτούρας μας τέτοια, που δεν θα μας μένει τίποτε άλλο από το να το δεχθούμε σαν δεδομένο και να υποταχθούμε. Το ίδιο έκαναν και οι Ίνκας. Η φιλοξενία που προσφέρεται άφθονα, άλογα, και χωρίς όρους σε διαφορετικές κουλτούρες, πληρώνεται πάντα με προδοσία και βία. Κάτι που πάλι θα μπορούσαν να μας πουν οι Ίνκας ή οι Ινδιάνοι της Αμερικής, αν υπήρχε ο πολιτισμός τους ακόμα.
Η αποίκηση μας δεν θα ήταν τόσο μεγάλο πρόβλημα αν η Ελλάδα και η υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες δεν είχαμε αυτό-εγκλωβιστεί σε αυτή την κατάσταση. Και εμείς και η υπόλοιπη ΕΕ υστερούμε στους δύο παράγοντες που θα μπορούσαν να αντιστρέψουν αυτή την κατάσταση. Υψηλότερους ρυθμούς γεννήσεων και πιο εθνοκεντρικές ηγεσίες. Τα ίδια δύο στοιχεία που έχουν όλες οι αποτυχημένες χώρες. Για αυτό και η αναμέτρηση δεν είναι ισορροπημένη. Το πρόβλημα μας δεν είναι θέμα ισχύος αλλά επιθυμίας χρήσης της. Δεν είναι θέμα ανωτερότητας ή κατωτερότητας πολιτισμών, αλλά δίψας για επιβίωση και επικράτηση του ενός έναντι του άλλου.
Για αυτό δεν είναι και καθόλου τυχαία η αύξηση του εθνικισμού σε όλη την Ευρώπη. Είναι απλά ένα αντανακλαστικό επιβίωσης όσων βλέπουν και νοιώθουν ότι κάτι δεν πάει καλά. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα χρειαστεί να μετατραπούμε ολοκληρωτικά σε αποτυχημένες χώρες ώστε να μπορέσουμε να το αντιληφθούμε όλοι μας.
 (*) Ο Πάνος Μητρονίκας επιμελήθηκε το παραπάνω κείμενο που βασίστηκε στο άρθρο του 2011: “Failed state colonization – The greatest threat of our time” του Daniel Greenfield

http://www.liberal.gr/

Ανοιχτή επιστολή προς τον πρόεδρο της Ν.Δ. - Published by pkorfoxyliotis (αποσπάσματα)

Παναγιώτης Κορφοξυλιώτης 
 

"...Με 4.750.000 συντάξεις, (3.650.000 συνταξιούχους +300.000 στην αναμονή) ,1.000.000 Δ.Υ.στον ευρύτερο Δ.Τ, πως θα πληρώθουν από τους 2.000.000 περίπου στον Ιδ. Τομέα, (Απο ημιαπασχολούμενους των 300 ευρώ με εισφορές 150 ευρώ έως ελ.επαγγελματίες που πλέον δε δηλώνουν σχεδον τίποτα λόγω φοροάμυνας και παντελή έλλειψη φορολογικής συνείδησης, έως επιχειρηματίες;)..."
"...
"... Μπορεί κάποιος από εσάς να λύσει αυτή την εξίσωση; 
ή φτάνουν τα χάλια της τωρινής κυβέρνησης για να επικρατήσετε;
Μπορεί κάποιος να πεί την αλήθεια επιτέλους στον ελληνικό λαό που αρνείται να ωριμάσει;;
Εθελούσιες έξοδοι, πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, εφάπαξ, συντάξεις εξωπραγματικές, επιβάρυναν το ασφαλιστικό σύστημα όσο δε πάει άλλο.
Ποτέ δε κατάλαβα γιατί αν π.χ. πουληθει ο ΟΤΕ, πρέπει να βγαλουμε 45ρηδες στη σύνταξη. Ποτέ δε κατάλαβα γιατι αν κλείσει ένα υποκατάστημα τράπεζας, πρέπει να βγει η 50άρα στη σύνταξη! Ποτέ δε κατάλαβα γιατί θεωρείτε μητέρα ανηλίκου τέκνου κάποια που έχει παιδί 17 ετών.
Πρόσφατα στη Βουλγαρία Η  Alpha Bank αγοράστηκε από τη Postbank. Το υποκατάστημα στη πόλη που μένω, έκλεισε και όπως θα γινόταν σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του κόσμου, οι υπάλληλοι απολύθηκαν. Ο υποδιευθυντής της τράπεζας, ο Μίρο, που είναι και προσωπικός μου φίλος τώρα δουλεύει σε κατάστημα με στερεοφωνικά αυτοκινήτων. Να υποθέσω πως στην Ελλάδα, θα ήταν συνταξιούχος ετών 35!
Το 2015, το ελληνικό κράτος εισέπραξε 5.5 δις από το φόρο νομικών προσώπων. Ξόδεψε δε 8.5 δις για πρόωρες συντάξεις. Για όνομα του θεού, ή της λογικής!!!! Θα πει κάποιος από εσάς την αλήθεια στον Ελληνικό λαό;
Ακόμα και ψηφοθηρικά να το δείτε, είναι ευκαιρία να ωριμάσετε τον ελληνικό λαό λέγοντας του την αλήθεια! Οι ανεπάγγελτοι ηλίθιοι αριστεροί, καταρρέουν μόνοι τους… Ένα 45% του εκλογικού σώματος, περιμένει κάποιον να τον πιστέψει… Περιμένει την αλήθεια…"

Τετάρτη 5 Οκτωβρίου 2016

https://lh3.googleusercontent.com/-D9BLASycR3w/V768v-11pbI/AAAAAAAAL6o/Z9_UaNlJpqY/s640/FB_IMG_1472117780168.jpg
https://lh3.googleusercontent.com/-E7ckES4ho4I/V-AORHey5yI/AAAAAAAAMM8/uDm-1-8jPDg/s640/FB_IMG_1474301240589.jpg
https://lh3.googleusercontent.com/-kI3bNFGwesI/V_OTOoyLHpI/AAAAAAAAMXo/i33AKxiUFIg/s640/FB_IMG_1475580679730.jpg

Το «Game Over» των μύθων...


 ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΔΟΥΚΑΣ

«Για καθεμία εξίσωση που βάζεις στο βιβλίο σου, υπολόγιζε να χάνεις τους μισούς αναγνώστες σου» είχε πει κάποτε στον κορυφαίο φυσικό Stephen Hawking ο εκδότης του.
Ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου δεν έχει βέβαια εξισώσεις στο βιβλίο του «Game Over», που δανείζεται τον τίτλο του από την περίφημη φράση του Jean-Claude Juncker για την ελληνική κρίση. Ωστόσο, παραθέτει πλήθος στοιχείων και αριθμών. Και θα περίμενε κανείς ότι ένα βιβλίο, από έναν οικονομολόγο για τα έξι και πλέον χρόνια της ζωής μας με ύφεση και μνημόνια, θα ήταν τουλάχιστον βαρύ και μελαγχολικό, αν όχι βαρετό.
Αντιθέτως, ως πρωταγωνιστής της πιο ταραγμένης περιόδου της μεταπολιτευτικής μας ιστορίας, ο πρώην υπουργός γράφει ένα συναρπαστικό αφήγημα που διαβάζεται νεράκι, σαν μυθιστόρημα, από την αρχή ως το τέλος. Και με γλώσσα κατανοητή και σχεδόν ποτέ κουραστική, καταγράφει τις γνωστές αλλά και τις αθέατες πλευρές ενός θρίλερ, τις συνέπειες του οποίου εξακολουθούμε να βιώνουμε.
Αρχίζοντας από την εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ το 2009, ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου καταπιάνεται με το προφανές ‒ αυτό που παραμένει τόσο δύσκολο να αποδεχτεί μεγάλη μερίδα της ελληνικής κοινωνίας: ότι το ελληνικό κράτος είχε υπερχρεωθεί την προηγούμενη επταετία, με ασύστολες σπατάλες. Ότι στο τέλος της περιόδου αυτής, το κράτος εισέπραττε 100 και ξόδευε 124, δημιουργώντας έλλειμμα 24 δισ. μόνο μέσα σε μια χρονιά. Ότι, παρότι η ελληνική κρίση ήταν «η πιο ορθόδοξη και προβλέψιμη της Ευρώπης», αντιμετωπίστηκε με χαρακτηριστική αμεριμνησία. Ότι ο δανεισμός έγινε αδύνατος, όταν οι (απρόσωπες ‒ και όχι «όργανα κάποιας συνωμοσίας») αγορές έγιναν δύσπιστες. Ότι η χώρα δεν θα μπορούσε ποτέ να ορθοποδήσει.
Ότι τα περιβόητα «greek statistics» και οι συνεχείς αποκαλύψεις των λαθροχειριών που είχαν γίνει ανερυθρίαστα, ανεβάζοντας κάθε φορά το έλλειμμα ως ποσοστό του ΑΕΠ σε ολοένα και πιο θηριώδη νούμερα, εμπόδιζαν να κερδηθεί αυτή η απαραίτητη εμπιστοσύνη, παρά τα αλλεπάλληλα μέτρα. Και ότι οι χρόνιες παθογένειες της χώρας και ο μέχρι τότε συνεχής εκτροχιασμός της οικονομίας, το αρνητικό ισοζύγιο πληρωμών, η έλλειψη ανταγωνιστικότητας με τη διαρκή αύξηση μισθών και πρόωρων συντάξεων μετά το 2000 («πείνας» τους αποκαλούσαν τότε οι συνδικαλιστές), η σαθρή διάρθρωση και λειτουργία του δημοσίου και του παραγωγικού τομέα, η αδυναμία επίλυσης του ασφαλιστικού και η ανισότητα στα φορολογικά βάρη, δημιουργούσαν μια επιπρόσθετη εικόνα ενός «αποτυχημένου» κράτους που αδυνατούσε να ανήκει στη σύγχρονη ευρωπαϊκή πολιτική και οικονομική πραγματικότητα.
Ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου καταγράφει όλες τις παθογένειες που οδήγησαν στην κρίση και ακολούθως στα μνημόνια (και όχι το ανάποδο, όπως επιθυμεί η λαϊκίστικη αφήγηση), καταρρίπτοντας όλους τους μύθους που λειτούργησαν ως οπλοστάσιο της «αντιμνημονιακής φούσκας». Τότε που, σε μια πλήρη αναστροφή της πραγματικότητας «οι πυροσβέστες κατηγορήθηκαν ως εμπρηστές».
Τις παθογένειες του δημόσιου διαλόγου μας, που πήρε φράσεις και τις διέστρεψε δημαγωγικά: Το «λεφτά υπάρχουν» δεν ειπώθηκε ποτέ με την έννοια που του δόθηκε αργότερα, «η πορεία του Τιτανικού» ειπώθηκε μήνες πριν ανέβουν τα spread του δανεισμού, ο διορισμός Γεωργίου (που δήθεν φούσκωσε το έλλειμμα) στην ΕΛΣΤΑΤ συνέβη μήνες μετά την υπογραφή του πρώτου μνημονίου ‒ το γεγονός ότι η υπόθεση αυτή ακόμα ταλαιπωρεί τη νοημοσύνη μας και τη λειτουργία της δικαιοσύνης είναι ενδεικτικό για τον βαθμό κατανόησης της κρίσης από μια κοινωνία, που άγεται και φέρεται από τον λαϊκισμό.
Τις παθογένειες του πολιτικού προσωπικού και της ρητορικής του μέσα στο ίδιο του το κόμμα (υπουργοί που έλεγαν ότι έπρεπε να είχαμε πάρει πιο έγκαιρα τα μέτρα, ενώ τότε είχαν σθεναρά αρνηθεί), με την προσπάθεια πολλών σε όλη την πυραμίδα, από το κορυφαίο στέλεχος ως τον τελευταίο συνδικαλιστή, να σαμποτάρουν μια κοινή προσπάθεια αποφυγής της καταστροφής, αρνούμενοι να υλοποιήσουν υπεσχημένες μεταρρυθμίσεις και παίζοντας παιχνίδια προσωπικής στρατηγικής. Αν και «Ιφιγένεια» του κόμματός του, ο Παπακωνσταντίνου είναι πάντως ευγενής με τους συναδέλφους του: Αποφεύγει τις προσωπικές αναφορές, στις περισσότερες περιπτώσεις, αφήνοντας μόνο μερικές σαφείς αιχμές για πρόσωπα και πράγματα.
Αλλά κυρίως, ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου καταγγέλλει την ανεύθυνη στάση της τότε αντιπολίτευσης ‒και ειδικά της αξιωματικής που, αν και υποτίθεται ότι ήταν φιλοευρωπαϊκό κόμμα, επί Σαμαρά μεταλλάχθηκε σε έναν αντιμνημονιακό μπροστάρη, προκαλώντας τεράστια ζημιά στη χώρα και διογκώνοντας το κύμα του λαϊκισμού, με τις συνέπειες που όλοι ξέρουμε‒ και στο πολιτικό φάσμα. Η απαίτηση του να μπει το ΛΑΟΣ στην κυβέρνηση Παπαδήμου για λόγους μικροπολιτικής, το αψυχολόγητο και επιβλαβές κλείσιμο της ΕΡΤ, ο λαϊκίστικος ανασχηματισμός του 2014 αλλά και η προσπάθεια Σαμαρά να εμφανίσει ως μόνο δικό του επίτευγμα το πρωτογενές πλεόνασμα που πέτυχε, πατώντας πάνω στο δημοσιονομικό συμμάζεμα που είχε γίνει κατά 80% από τον Παπακωνσταντίνου, είναι μερικές ακόμα από τις αιχμές της αφήγησης.
Ο πρώην υπουργός φωτίζει βεβαίως και λιγότερο γνωστές πλευρές της κρίσης, τις αλλεπάλληλες συναντήσεις του σε όποιο ευρωπαϊκό forum υπήρχε, την αναζήτηση άμυνας της ευρωζώνης στις αγορές «πριν ανοίξει τη Δευτέρα το Τόκιο», τις αγωνιώδεις προσπάθειες να στηθεί ένας ευρωπαϊκός μηχανισμός στήριξης από το μηδέν, τη συμφωνία της Deuville μεταξύ Merkel και Sarkozy που άλλαξε τα δεδομένα για τη δημοσιονομική πειθαρχία στην Ευρώπη, την επιμονή του Γάλλου Προέδρου για δημοψήφισμα με ερώτημα «Ναι ή Όχι στο ευρώ», τους κλυδωνισμούς και την πτώση της κυβέρνησης Παπανδρέου, με αναφορά και στον ρόλο του Ευάγγελου Βενιζέλου. Και ως τέτοιο, το βιβλίο παραμένει ένα από τα λίγα ντοκουμέντα, ώστε κάποτε να εξηγηθεί πλήρως η ιστορική διάσταση των πραγμάτων.
Ο πρώην υπουργός Οικονομικών δεν μένει όμως στην καταγραφή της θητείας του. Σχολιάζει όλη τη συνέχεια της ελληνικής περιπέτειας, πρώτα ως υπουργός Περιβάλλοντος της κυβέρνησης Παπαδήμου και στη συνέχεια έχοντας αποσυρθεί από την πολιτική. Επισημαίνει πόσο σημαντικό ήταν το PSI, αναλύει την κρίση της Κύπρου, στηλιτεύει την εγκατάλειψη πολιτικών και ασκεί σφοδρή κριτική στους χειρισμούς της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, στην οποία αναγνωρίζει αρχικά σωστούς στόχους για λιγότερη λιτότητα και ελάφρυνση του χρέους.
Ακολούθως όμως την επικρίνει ότι επέλεξε τη μετωπική σύγκρουση και βρέθηκε «με πρόγραμμα χωρίς χρήματα, αντί για χρήματα χωρίς πρόγραμμα, που επιθυμούσε». Και με την κωλυσιεργία και την επιπολαιότητα που επέδειξε, οδήγησε τη χώρα στον τραγέλαφο του δημοψηφίσματος και του νέου επιβαρυντικού μνημονίου. Ο Παπακωνσταντίνου καταλογίζει ερασιτεχνισμό σε όσους προσπαθούσαν να προβάλλουν ως εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης άλλες δυνάμεις πλην της Ευρώπης και επισημαίνει ότι το οικονομικό επιτελείο είχε πλήρη γνώση για το επακόλουθο κλείσιμο των τραπεζών με τους χειρισμούς που έκανε. Παραλλήλως, επισημαίνει πόσο επιζήμια ήταν η ρητορική της διχόνοιας, που ακολούθησε το κόμμα της αριστεράς για να ανέλθει και να διατηρηθεί στην εξουσία.
Επίσης, υπεραμύνεται των δικών του χειρισμών, θυμίζοντας ότι η χώρα δεν ήταν «πειραματόζωο», αλλά έλαβε τη μεγαλύτερη δανειακή βοήθεια στην ευρωπαϊκή ιστορία και απέκτησε για πρώτη φορά έναν σοβαρό «οδικό χάρτη» για τον εκσυγχρονισμό της, ότι η δημιουργία ευρωπαϊκών μηχανισμών στήριξης σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα ήταν πρωτόγνωρη στα χρονικά και επισημαίνει ότι αν οι εκτιμήσεις του ΔΝΤ για τους περιβόητους «πολλαπλασιαστές» ήταν πιο κοντά στην πραγματικότητα, τα πράγματα θα ήταν χειρότερα για την Ελλάδα. «Η ανάπτυξη πάντως δεν θα γυρίσει απλώς με λιγότερη λιτότητα» καταλήγει ο συγγραφέας.
Ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου αναφέρεται βεβαίως και στην προσωπική ποινική του περιπέτεια, ως «αποδιοπομπαίος τράγος» όλου του πολιτικού συστήματος ‒ ο «άνθρωπος που έφερε τα μνημόνια στη χώρα». Η άκρως αμφιλεγόμενη διαδικασία παραπομπής του για τα ονόματα των συγγενών του που δεν βρέθηκαν σε ένα μεταγενέστερο στικάκι, η αθωωτική γι' αυτόν ψήφος τόσο του εισηγητή της υπόθεσης, όσο και του Προέδρου του Ειδικού Δικαστηρίου, αλλά και η πολιτική διάσταση της καταδίκης του με την ελάχιστη δυνατή ποινή, μόνο για ένα πλημμέλημα, κάνουν κάθε καλοπροαίρετο παρατηρητή να διατηρεί τεράστιες επιφυλάξεις για την ποιότητα της πολιτικο-δικαστικής μας ζωής.
Όταν έγινε για πρώτη φορά εκπρόσωπος τύπου του ΠΑΣΟΚ, ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου δημιούργησε την εντύπωση ότι είχε μια φυσική ικανότητα, που τόσο λείπει από το δημόσιο βίο μας: Δεν μιλούσε με την ξύλινη γλώσσα των πολιτικών. Τώρα δείχνει ότι αυτό το ταλέντο του συγκροτημένου και ουσιαστικού λόγου είναι το ίδιο ισχυρό και στο γραπτό κείμενο. Το «Game Over», γραμμένο τόσο στα αγγλικά, όσο και στα ελληνικά, είναι σίγουρα μια γοητευτική όσο και χρήσιμη μαρτυρία για τη μελέτη της μεταπολιτευτικής μας ιστορίας ‒ και της μεγαλύτερης ίσως κρίσης που πέρασε η Ενωμένη Ευρώπη.
Γράφει ο Παπακωνσταντίνου τη δική του, υποκειμενική ματιά για τα γεγονότα και την ερμηνεία τους; Προφανώς. Αποκρύπτει ενδεχομένως τα δυσάρεστα για αυτόν, καλύπτοντας τις αδυναμίες και τα λάθη του; Ίσως. Η αφήγηση του πάντως, ρευστή και διάφανη, τον δικαιώνει. Και 4 μήνες τώρα που έχει κυκλοφορήσει το βιβλίο, αλλά και όλα τα προηγούμενα χρόνια, δεν έχει παρουσιαστεί κάποια στέρεη επιχειρηματολογία που να ανατρέπει τη δική του. Θα ήταν ενδιαφέρον να δούμε, αν θα υπάρξουν ποτέ σοβαρά διατυπωμένες απαντήσεις. Η σιωπή και το αδιάφορο σφύριγμα των επικριτών του δεν προοιωνίζεται κάτι τέτοιο.

 http://www.athensvoice.gr

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2016

4 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1919… ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΞΑΝΘΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΤΡΑΤΟ. (ΙΧ. ΜΠ)

Γράφει ο Αντγος Ε.Α
Νικόλαος Φωτιάδης
Επίτιμος Υδκτής Δ’ΣΣ

Το φθινόπωρο του 1918 υπήρξε περίοδος αποφασιστική για την έκβαση του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Μετά την συντριβή των Γερμανοβούλγαρων και την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τον Σεπτέμβριο του 1918, η Γαλλική Στρατιά της Ανατολής με τον Στρατηγό Φρανσαι Ντ’ Εσπεραί, προήλασε και κατέλαβε την Ανατολική Μακεδονία και την Θράκη και έφθασε μέχρι τον Βόσπορο.
Τότε έγιναν σκέψεις ( σε σκοτεινά κέντρα λήψεως αποφάσεων) να δημιουργηθεί Γαλλικό Προτεκτοράτο στην Θράκη, κατά τα πρότυπα της Συρίας και του Λιβάνου.
Η πληροφορία μεταδόθηκε από τον διερμηνέα των Γάλλων Έλληνα Στρατιώτη Ανέστη Πολυχρονιάδη στης Ελληνικές Αρχές, ενημερώθηκε ο Πρωθυπουργός της Ελλάδος Ελευθέριος Βενιζέλος και μετά από συνάντηση του με τον Γάλλο Πρωθυπουργό Κλεμανσώ αποφασίστηκε η συμμετοχή της Ελληνικής Μεραρχίας (ΧΙ Μεραρχία Πεζικού) στα Στρατεύματα κατοχής στην περιοχή Παρανεστίου (Μπούκια) – Αβδηρών (Μπουλούστρα) – Ιάσμου (Γιασίκϊοι) Κομοτηνή.
Ο Αρχηγός των Συμμαχικών Δυνάμεων Ανατολής Φρανσαι Ντ’ Εσπεραί, απέστειλε στον Έλληνα Αρχιστράτηγο Λεωνίδα Παρασκευόπουλο σημείωμα με οδηγίες για τον τρόπο καταλήψεως από τα Ελληνικά Στρατεύματα της Θράκη, στο οποίο μεταξύ άλλων έγραφε: «η παραχώρηση της Θράκης εις την Ελλάδα θα είναι δίκαια αμοιβή δια την λαμπράν συμμετοχήν του Ελληνικού Στρατού εις τας εν Ανατολή επιχειρήσεις …».
Η ΙΧ Μεραρχία με διοικητή τον Υποστράτηγοι Γεώργιο Λεοναρδόπουλο (25ο Σύνταγμα Πεζικού, 26ο Σύνταγμα Πεζικού, 3/40 Σύνταγμα Ευζώνων) μετακινήθηκε από την περιοχή του Κιλκίς και στις 3 Οκτωβρίου 1919 με το Μηχανικό της γεφύρωσε το Νέστο ποταμό σε δυο σημεία (Τολότς και Παρανέστι). Το πρωί της 4ης Οκτωβρίου το 1ο Τάγμα του ηρωικού 25ου Συντάγματος (Συνταγματάρχης Μεσσήνης Δημήτριος) και η 9η Ημιλαρχία Ιππικού πέρασαν το Νέστο και περί την 1100 ώρα εισήλθαν στην πόλη της Ξάνθης. Επικεφαλής των τμημάτων με εντολή του Στρατηγού Λεοναρδόπουλου ήταν ο Ξανθιώτης Ανθυπολοχαγός Μηχανικού Γαβριήλ Λαδάς.
Η είσοδος των Ελληνικών Στρατευμάτων στην Ξάνθη έθεσε επιτέλους τέρμα στα βάσανα του υπερήφανου λαού της, κυρίως κατά την περίοδο της Βουλγαρικής κατοχής (1913 – 1919). Πρώτος Δήμαρχος διορίστηκε ο Χριστόδουλος Μπρωκούμης, ο οποίος παρέλαβε από τον Βούλγαρο υπάλληλο του Δήμου Πασάρωφ (ο Βούλγαρος δήμαρχος Κούδεφ είχε φύγει στην Βουλγαρία).
Η Ελληνική σημαία κυμάτισε πάλι στο ωρολόϊ της πλατείας και άρχισαν να επιστρέφουν στην αγαπημένη τους Ξάνθη, όσοι είχαν αναγκασθεί να φύγουν κατά την διάρκεια της Βουλγαρικής κατοχής.

http://fonitisxanthis.gr/

Η απελευθέρωση της Ξάνθης.

Του Πέτρου Γεωργαντζή


 4 Οκτωβρίου 1919 Απελευθέρωση της Ξάνθης
97η επέτειος Ελευθέρια Ξάνθης

Η 4η Οκτωβρίου υπήρξε ένα πραγματικό ορόσημο στη νεότερη ιστορία της Θράκης. Είναι το τέλος της ασέληνης νύχτας της δουλείας και η χαραυγή της ελευθερίας της Ξάνθης, αρχικά και της υπόλοιπης Δ. Θράκης στη συνέχεια. Είναι η ευτυχής κατάληξη μιας σειράς πολεμικών και διπλωματικών αγώνων και προσπαθειών, που μπορούμε να πούμε ότι άρχισαν τουλάχιστον 7 χρόνια νωρίτερα, στις 4 Οκτωβρίου 1912, όταν έμπαινε η Ελλάδα στον Α’ Βαλκανικό πόλεμο (για να μην αναφερθούν τα όσα έλαβαν χώρα στη γη αυτή κατά την περίοδο τουλάχιστον των ετών 1900-1912). Βέβαια σ’ αυτά τα 7 χρόνια (από 1912 μέχρι το 1919) πολλά μεσολάβησαν, τα κυριότερα των οποίων ήταν:
Α) Πρώτη οκτάμηνη Βουλγαρική κατοχή της Δυτικής Θράκης ( 1912-1913). Αρχή διωγμών των Ελλήνω κατοίκων προς εκβουλγαρισμό της χώρας. Β) 13-14 Ιουλίου 1913. Πρώτη απελευθέρωση της Δ. Θράκης από τον Ελληνικό στρατό , η οποία όμως ήταν βραχύβια (μόλις 15 ημερών), γιατί οι τότε μεγάλες δυνάμεις επιδίκασαν και πάλι τη Δ. Θράκη στην ηττημένη Βουλγαρία (Συνθήκη Βουκουρεστίου 28 Ιουλίου 1913). Φυγή των Ελλήνων της Θράκης και μάλιστα των Ξανθίων. Γ) Δεύτερη βουλγαρική κατοχή της Δ. Θράκης (Οκτώβριος 1913-Οκτώβριος 1919). Λεηλασία και αρπαγή των ελληνικών περιουσιών. Ερήμωση της Ξάνθης. Δ) Πρώτος Παγκόσμιος πόλεμος (1914-1918). Πείνα και δυστυχία στη Θράκη. Νέα πολεμική αντιπαράθεση Ελλήνων και Βουλγάρων. Νίκη των Ελλήνων. Συνθηκολόγηση Βουλγαρίας ( Οκτώβριος 1918 ).
Ε) Μαραθώνιες συζητήσεις στο Παρίσι ( στο συνέδριο Ειρήνης ) για την τύχη της Θράκης. Διεκδικήσεις των Ελλήνων, αντιδράσεις των Βουλγάρων αλλά και
«φίλων» και συμμάχων της Ελλάδας (Ιανουάριος -Σεπτέμβριος1919). ΣΤ) Τελική απόφαση για δημιουργία, έστω προσωρινά
«Διασυμμαχικού κράτους» στη Δ. Θράκη, υπό Γαλλική Διοίκηση. Ο Βενιζέλος το μόνο που επέτυχε ήταν να ενταχθεί στο διασυμμαχικό στρατό «κατοχής» η ενάτη
ελληνική Μεραρχία, υπό το στρατηγό Γ. Λεοναρδόπουλο.
Ζ) Στις 4 Οκτωβρίου 1919 αρχίζει η προέλαση των συμμαχικών δυνάμεων στη Δ. Θράκη. Πρώτος εισέρχεται ο ελληνικός στρατός και καταλαμβάνει «το τρίγωνο της Ξάνθης» (περίπου σημερινό Νομό Ξάνθης, μέχρι το ποτάμι του Ιάσμου) ενώ οι υπόλοιπες συμμαχικές δυνάμεις προωθούνται ανατολικότερα μέχρι τον ‘Έβρο.Ως πρωτος δήμαρχος ορίσθηκε από τήν Γαλλική Διοίκηση ο μουσουλμάνος Ταχήρ εφένδης( ο οποίος ήταν Δήμαρχος καί πρό του 1912, (πρίν δηλ τήν κατάληψη της Ξάνθης από τουθς Βουλγάρους) με βοηθό Δημάρχου τόν Χριστόδουλο Μπρωκούμη .Η 4η Οκτωβρίου έγινε η αρχή και ο αρραβώνας της καταλήψεως – απελευθέρωσης και στη συνέχεια ενσωματώσεως της Δ. Θράκης στην Ελλάδα. Βέβαια πολλά έπρεπε να γίνουν και έγιναν μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. (Παλιννόστηση των Θρακών και μάλιστα των Ξανθείων, αφοπλισμός Βουλγάρων «χωροφυλάκων», οργάνωση ελληνικής κυβερνητικής μηχανής κ.λπ.) όλα όμως λειτούργησαν άψογα. Η) Στις 14 Μαΐου 1920 οι σύμμαχοι της Ελλάδος παραχώρησαν τη διοίκηση και φύλαξη και της υπόλοιπης Δ. Θράκης στις ελληνικές στρατιωτικές και πολιτικές αρχές για να τη διοικούν και φρουρούν «εν ονόματι των συμμάχων», θ) Τέλος, στις 28 Ιουλίου 1920 με μια από τις συνθήκες των Σεβρών η Δ. Θράκη παραχωρήθηκε για να ενσωματωθεί στην Ελλάδα. Κατά συνέπεια η 4η Οκτωβρίου αποδείχθηκε η αρχή του τέλους της δουλείας και η αρχή της ελευθερίας ολόκληρης της Δ. Θράκης. Έκτοτε και μέχρι σήμερα, ασφαλώς όμως και στο μέλλον, καταβάλλεται συνεχής αγώνας για περιφρούρηση του ύψιστου αγαθού της ελευθερίας που απολαμβάνουμε όλοι εδώ στη Θράκη μέσα σε πνεύμα ισονομίας και ισοπολιτείας, χωρίς διακρίσεις θρησκείας, φυλής, γλώσσας, κουλτούρας. Ευελπιστούμε ότι το αγαθό της ελευθερίας που με τόσους αγώνες κατακτήθηκε από τους προγόνους μας θα προσπαθήσουμε κι εμείς και οι μελλοντικές γενιές των Θρακιωτών και γενικότερα των Ελλήνων να το διασφαλίσουμε αλώβητο κοι απρόσβλητο αλλά και αδιαπραγμάτευτο προς κάθε επιβουλέα και κατακτητή. Ίσως το βάρος είναι πιο μεγάλο στις επερχόμενες γενιές, γιατί «το φύλαξαι τα αγαθά χαλεπώτερον του κτήσασθαι» (το να διατηρήσεις τα αγαθά – και μάλιστα της ελευθερίας – είναι πιο δύσκολο από το να τα αποκτήσεις), όπως έλεγαν και οι πρόγονοι μας. Ας μη ξεχνούμε ακόμα ότι «εύδαιμον το ελεύθερον, ελεύθερον δε το εύψυχον». Καί πάλι χρόνια πολλά στους Ξανθείους καί γενικώτερα στους Θρακιώτες.

Π. Γεωργαντζής
Υ.Γ.Για περισσότερα στοιχεία ο ενδιαφερόμενος παραπέμπεται στο βιβλίο μου : Ο Θρακικός αγώνας 1912-1920.

 https://www.xanthi2.gr

Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2016

Η Ελλάδα δεν χρειάζεται εχθρούς

 ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ

Μ​​ετά το ιστορικό διάγγελμα από το Καστελλόριζο του πρίγκιπος της δυναστείας των Παπανδρέου, Γεωργίου του Μικρού, η Ελλάς πέρασε στην εποχή των Μνημονίων. Οι οικονομολόγοι αντικατέστησαν στην τηλεόραση τους αστρολόγους και τους σεισμολόγους, για να συμμετάσχουν και αυτοί στην ευγενή άμιλλα των προβλέψεων που διαψεύδονται. Η δε ελληνική κοινωνία κατέφυγε στα αντικαταθλιπτικά. Και δεν εννοώ τα φαρμακευτικά σκευάσματα των οποίων η κατανάλωση αυξήθηκε, όσο μειώθηκε η αγορά των Καγιέν. Εννοώ τα αντισώματα που παράγει ο ίδιος ο οργανισμός προκειμένου να επιβιώσει. Μετά το περίφημο «μα είναι δυνατόν να μας συμβαίνει αυτό;», ακολούθησε η αναζήτηση σκοτεινών δυνάμεων του σύμπαντος που το προκάλεσαν, την οποία συνόδευε η πεποίθηση πως αφού η κατάσταση οφείλεται σε εξωγενείς παράγοντες, μεταλλαγμένα μικρόβια και ιούς του παγκόσμιου καπιταλισμού, όταν βρεθεί το εμβόλιο θα ξαναβρούμε την υγειά μας. Κοινώς μια μέρα θα ξυπνήσουμε και όλα γύρω μας θα είναι όπως ήσαν πριν. Η πολιτική ηγεσία της εποχής μάς διαβεβαίωνε πως η ημέρα αυτή δεν θα αργήσει. Ενας χρόνος και πολύ μας είναι.
Δεν θα επαναλάβω τα χιλιοειπωμένα περί «αγανακτισμένων» πολιτών ή εξίσου «αγανακτισμένων» πολιτικών με τους πολίτες που δεν πληρώνουν τους φόρους τους και ως εκ τούτου υποστηρίζουν ότι προήλθε η πτώχευση του Δημοσίου. Γενικά όλοι ήμασταν αγανακτισμένοι και όλοι είχαμε τα νεύρα μας. Μπορεί να φταίει και το ιώδιο της Μεσογείου που επηρεάζει τον θυρεοειδή. Η επιστήμη κάποτε θα αποφανθεί, ελπίζω.
Το κύριο χαρακτηριστικό της εποχής των Μνημονίων, η οποία φέτος συμπληρώνει το έβδομο έτος της ηλικίας της, να είναι καλά, χαρακτηρίζεται κυρίως και πρωτίστως από τη νοσταλγία του παρελθόντος. Το εξαγνίσαμε και το καθαγιάσαμε, ξεχνώντας πως στα χρόνια της δημοκρατικής ευμάρειας, της έστω δανεικής, είχαμε μετατρέψει την χώρα μας σε ένα απέραντο νυχτερινό κέντρο, ίνα μη είπω σκυλάδικο. Ποια τα χαρακτηριστικά του; Πρώτον, συνήθως στεγάζεται σε αυθαίρετο κτίσμα. Δεύτερον, στόχος είναι να ξοδευτούν όσο περισσότερα χαρτονομίσματα γίνεται, των οποίων το ξόδεμα ταυτίζεται με τη διασκέδαση και την «καψούρα», το συναισθηματικό ξεσάλωμα εν ολίγοις. Τρίτον, το κοινωνικό πρότυπο της επιτυχίας ήταν το «πρώτο τραπέζι πίστα». Δανειστήκαμε αλόγιστα; Μπορεί. Αν όμως είχαμε δανειστεί εξίσου αλόγιστα, ίσως ακόμη πιο αλόγιστα, αλλά είχαμε καταφέρει να στήσουμε έστω ένα πανεπιστήμιο, μία βιβλιοθήκη και να αναπτύξουμε δέκα παραγωγικούς τομείς τα πράγματα θα ήσαν τελείως διαφορετικά. Με τόσα χρήματα που πέρασαν το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο θα μπορούσε να είναι το πλουσιότερο και πιο εντυπωσιακό μουσείο της Ευρώπης. Ομως προτιμούσαμε την «sabania» των νυχτερινών κέντρων.
Σήμερα, επτά χρόνια μετά την πτώχευση, οι περισσότεροι εξ ημών, εξακολουθούν να νοσταλγούν το παρελθόν και να πιστεύουν στα μικρόβια που μας κατέστρεψαν. Φταίνε οι πολιτικοί; Σίγουρα φταίνε οι πολιτικοί.
Ενοχικοί, αλλά παρ’ όλ’ αυτά αυτάρεσκοι δεν είχαν το θάρρος, ή την ευφυΐα, να συγκρουσθούν με την εικόνα της επιτυχίας που οι ίδιοι είχαν καλλιεργήσει. Δεν ευθύνονται όμως μόνον οι πολιτικοί. Ευθύνονται και οι δημοσιογράφοι και οι πανεπιστημιακοί, οι δικηγόροι, οι γιατροί και οι δάσκαλοι ακόμη. Οσοι σε γενικές γραμμές αποτελούν τις ελίτ. Θα μου πείτε ποιες ελίτ; Αυτές που είχαν απαξιωθεί ήδη από τα χρόνια της ευμάρειας; Ο θόρυβος που έκανε το νυχτερινό κέντρο ήταν τέτοιος που έπνιγε κάθε απόπειρα αρθρωμένου λόγου. Το ελληνικό Δημόσιο πτώχευσε. Η ελληνική κοινωνία αποσυντίθεται σε μικροομάδες που εχθρεύονται η μία την άλλη. Η έννοια της εθνικής κοινότητας καταρρέει στο χρηματιστήριο των αξιών. Την έχουν αντικαταστήσει οι «συλλογικότητες».
Κακός σύμβουλος η νοσταλγία. Το 2016 συζητάμε δημόσια τα ίδια που συζητούσαμε και το 2010. Προσπαθούμε να ανακαλύψουμε τα μυστικά του βάλτου. Πόσο θα μειωθούν οι μισθοί και οι συντάξεις, πόσοι θα μείνουν και ποιοι θα φύγουν από το Δημόσιο, αν είναι αναγκαίες οι ιδιωτικοποιήσεις. Το ρεπερτόριο εμπλουτίσθηκε από τον ΕΝΦΙΑ και το μεταναστευτικό θα μου πείτε. Πρόοδος. Οσο μικρότερος είναι ο βάλτος τόσο μεγαλύτερα αισθάνονται τα βατράχια που ζουν μέσα του. Δεν θυμάμαι ποιος το είπε αυτό, νομίζω ο Μαρξ, αλλά είναι μάλλον προφανές πως στόχος του εθνικολαϊκισμού που μας κυβερνάει είναι να μικρύνει όσο μπορεί τον βάλτο για να αισθανόμαστε μεγαλύτεροι.
Το παρόν της Ελλάδας είναι η πτώχευση και η κοινωνική αποσύνθεση. Το μέλλον όμως; Πόσοι περιμένουμε το πριγκιπόπουλο που θα λύσει τα μάγια της Χιονάτης; Ελάτε τώρα. Ενας μόνον δημόσιος διάλογος αξίζει τον κόπο για να γίνει. Κι αυτός δεν αφορά ούτε στις ιδιωτικοποιήσεις, ούτε στο ύψος των συντάξεων, ούτε στον ΕΝΦΙΑ, ούτε στις βλακείες περί Αριστεράς και Δεξιάς και των παρελκομένων. Αφορά το παρόν και το μέλλον. Ποιες δυνάμεις έχουν απομείνει ακόμη ζωντανές και πώς μπορούμε να τις βοηθήσουμε για να δημιουργήσουν αυτό το μέλλον; Και να το πάρουμε επιτέλους απόφαση. Η Ελλάδα δεν χρειάζεται εχθρούς. Εχει τη μικρόψυχη, ακαλλιέργητη, ατάλαντη, μνησίκακη πλευρά του εαυτού της που κάνει μια χαρά τη δουλειά.
Ζηλεύω τις προπερασμένες γενιές. Εζησαν σε μια Ελλάδα φτωχή, μικρή που πίστευε όμως στον εαυτό της. Ενίοτε τον πίστεψε και παραπάνω από όσο του άξιζε. Ηττήθηκαν πολλές φορές αλλά κατάφεραν πολλά.
Εμείς ζήσαμε σε μια Ελλάδα μικρομέγαλη και τώρα που μας απογοήτευσε θέλουμε να τη σβήσουμε από τον χάρτη. Λες και θέλουμε να την εκδικηθούμε.

Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2016

Ένα Όραμα για τον Ελληνισμό της παρακμής

 
Καλούμαστε, λοιπόν, να απαντήσουμε σε μια τιτάνια πρόκληση. Να βάλουμε, έστω ως ένα μικρό έθνος πλέον, τέλος σε μια μακρά καθοδική πορεία. Και η πρόκληση εμφανίζεται τόσο «ασήκωτη» ώστε κάποτε φαντάζει τελεσίδικο εκείνο το finis Greciae -του Χρήστου Γιανναρά- σε πολλούς και ίσως τους πλέον σκεπτόμενους συμπολίτες μας. Από πού να αντλήσουμε κουράγιο και αισιοδοξία, αν το ιστορικό διακύβευμα είναι τόσο επισφαλές ή η έκβαση προδιαγεγραμμένη;
Παρότι δεν τρέφουμε αυταπάτες και αντικρίζουμε κατάματα την πραγματικότητα, επειδή γνωρίζουμε τον βαθμό αποσύνθεσης των ελίτ και την βαθειά παρακμή του ίδιου του λαϊκού σώματος, επειδή ξέρουμε πως είμαστε «πολιορκημένοι από στεριά και θάλασσα», ωστόσο, ισχυριζόμαστε πως ακόμα και σήμερα ο αγώνας δεν είναι χαμένος. Αρκεί να αποκτήσουμε επί τέλους ένα συνεκτικό όραμα και μέσα από έναν «εκσυγχρονισμό της παράδοσής» μας, να διασώσουμε την πρόταση πολιτισμού που φέρει ακόμα αυτή η παράδοση για τον σύγχρονο κόσμο.
greece illustration
Η ιστορία του 20ου αιώνα σφραγίστηκε από μια πολλαπλή αποτυχία, την αποτυχία του δυτικού εργαλειακού λόγου, που θα καταλήξει στο Άουσβιτς και την Χιροσίμα, ή θα πνιγεί στους παγωμένους βάλτους του Γκουλάγκ. Και η ανθρωπότητα έμεινε κυριολεκτικώς χωρίς κανέναν όραμα πέρα από την απλή επιβίωσή της «μέσα στην ευρωστία της σαρκός». Ως εκ τούτου ανοίγεται εκ νέου μια περίοδος αναζήτησης για τον ανθρώπινο πολιτισμό και την πορεία του. Σε μια τέτοια αναζήτηση, ο «ελληνικός δρόμος», της σύνθεσης συναισθήματος και διανοίας, - που είχε εκφραστεί τόσο στην αρχαία Ελλάδα, όσο σε ένα κατ' εξοχήν ελληνικό δημιούργημα, τον χριστιανισμό-, εμφανίζεται και πάλι ως η μοναδική απάντηση πέραν της δυτικής νοησιαρχίας και του ανατολικού ανορθολογισμού.
Συχνά, η γραμμική αντίληψη, την οποία μας κληροδότησε ο καπιταλισμός, ο δυτικός ρωμαιο-διαφωτιστικός λόγος, και η μαρξιστική τους παραλλαγή, μας εμποδίζουν να αντιληφθούμε πως οι «πολιτισμικοί» δρόμοι, δεν ταυτίζονται ούτε περιορίζονται στις ιστορικές μορφές με τις οποίες εμφανίζονται. Δηλαδή, παρά την εναλλαγή των παραγωγικών συστημάτων και των κοινωνικών μορφών, από την αρχαία Αίγυπτο, την Περσία, την αρχαία Ελλάδα ή την Ρώμη και την Κίνα, μέχρι σήμερα, οι μεγάλοι πολιτισμοί αφήνουν το «ίχνος» τους πάνω στις διαδοχικές ιστορικές μορφές για χιλιάδες χρόνια. Ο «ελληνικός δρόμος» συνεθλίβη μεν ανάμεσα στη ρωμαϊκή εργαλειακή αποτελεσματικότητα και την ανατολική θεοκρατία, ωστόσο εξακολουθεί να επιβιώνει ως ο κατ' εξοχήν αιμοδότης των δημοκρατικών θεσμών, του χριστιανισμού, της φιλοσοφίας του 20ου αιώνα, από τον Χάϊντεγκερ έως τον Καστοριάδη και τον Παπαϊωάννου...
Και οι σύγχρονοι Έλληνες, παρότι στο επίπεδο της κουλτούρας, των παραγωγικών δομών, της φιλοσοφικής επεξεργασίας, των εκπαιδευτικών δομών, των γνώσεων, βρίσκονται όντως σε κατώτερο επίπεδο από άλλους κληρονόμους της ελληνορωμαϊκής παράδοσης, δηλαδή τους δυτικούς, εντούτοις ως προς την «αυθόρμητη ιδεολογία» τους, τον τρόπο του βίου, τον ψυχισμό τους, βρίσκονται πιο κοντά από οποιονδήποτε άλλον με τον «ελληνικό δρόμο». Γι' αυτό και η προτίμηση στις μικροϊδιοκτητικές δομές, στο εμπόριο και τη ναυτοσύνη· η άρνηση της νοησιαρχίας και του άτεγκτου εβραϊκού προφητισμού, η εμμονή στη σύνθεση νόησης και συναισθήματος, φύσης και πνεύματος, η ισορροπία μεταξύ μυστικισμού και ορθολογισμού, η «σωματική» σχέση με τη δημοκρατία, από την αρχαιότητα μέχρι τις κοινότητες, η απόρριψη του ολοκληρωτισμού, κ.λπ. κ.λπ.
Σήμερα, καθώς ο δυτικός δρόμος οδηγεί στον βαθμό μηδέν του πολιτισμού του μετανθρώπου και του... Γιαν Φαμπρ και ο ανατολικός στο Ισλαμικό Κράτος, η ελληνική σύνθεση αποκτά μια δραματική επικαιρότητα για την ίδια τη διάσωση του πλανήτη και του ανθρώπινου πολιτισμού.
Προφανώς, δεν ισχυριζόμαστε πως αυτός ο δρόμος μπορεί να «εκπροσωπηθεί» από την Ελλάδα αποκλειστικά, που δεν διαθέτει ούτε τα μεγέθη, ούτε τα μέσα για έναν τέτοιο ρόλο, παρά μόνο μαγικο-απατεωνίστικα αλά Αρτέμη Σώρρα. Αυτός ο δρόμος προσλαμβάνει πολλαπλές μορφές και συσσωματώσεις, σε όλο τον πλανήτη, στην οικολογική μέριμνα, σε κοινωνικά κινήματα, χώρες και περιοχές, φιλοσοφικά και πνευματικά ρεύματα, κ.ο.κ. Η Ελλάδα όμως ως η ζωντανή έκφραση μιας συνέχειας θα μπορούσε να αποκτήσει ένα όραμα στα μεγέθη μιας κυριολεκτικά παγκοσμίας «αποστολής», να μεταβληθεί σήμερα σε ένα σημείο πύκνωσης μια πρότασης με παγκόσμιες διαστάσεις και σημασία, να περάσει από το σημερινό ναδίρ της καταισχύνης σε μια νέα ακμή.
Η Ελλάδα όμως ως η ζωντανή έκφραση μιας συνέχειας θα μπορούσε να αποκτήσει ένα όραμα στα μεγέθη μιας κυριολεκτικά παγκοσμίας «αποστολής», να μεταβληθεί σήμερα σε ένα σημείο πύκνωσης μια πρότασης με παγκόσμιες διαστάσεις και σημασία, να περάσει από το σημερινό ναδίρ της καταισχύνης σε μια νέα ακμή. .
Γιατί άραγε έρχονται εκατομμύρια προσκυνητές στους αρχαιολογικούς χώρους της Ελλάδας, αν όχι για να έρθουν σε μια άμεση επαφή με την κοιτίδα του ευρωπαϊκού και του σύγχρονου πολιτισμού; Γιατί η Ολυμπιακή φλόγα εγκαινιάζει κάθε τέσσερα χρόνια το ταξίδι της από τη Ολυμπία και οι Έλληνες αθλητές παρελαύνουν πρώτοι κατά την έναρξη των αγώνων; Για ποιο λόγο εκατοντάδες χιλιάδες προσκυνητές, ο ίδιος ο Πούτιν και ο πατριάρχης της Μόσχας ταξιδεύουν στο ιερό όρος του Άθω αν όχι για να κοινωνήσουν με μια ζωντανή ακόμα και σήμερα πνευματική παράδοση;

Μπορούμε άραγε να συστηματοποιήσουμε αυτή την υπαρκτή παράδοση και να τη μεταβάλλουμε σε πρόταγμα για τη σημερινή Ελλάδα ως υλοποίηση αυτού του «εκσυγχρονισμού της παράδοσης» που ευαγγελιζόμαστε;
Η νεοελληνική Αναγέννηση (1700-1922) έθετε ως αίτημα της την ανασύσταση, στην Ευρώπη, ενός κράτους συνεχιστή του Βυζαντίου («πάλι με χρόνια με καιρούς, πάλι δικά μας θα ΄ναι») με ένα κράτος αρκετά ισχυρό ώστε να ηγεμονεύσει πολιτισμικά και πολιτικά στον ιστορικό χώρο δράσης του ελληνισμού. Σε περίπτωση επιτυχίας αυτού του εγχειρήματος ο νεώτερος ελληνισμός θα μπορούσε να ξαναστείλει «στην Κόκκινη Μηλιά» τους παρείσακτους Οθωμανούς και να συνεχίσει από εκεί που είχε μείνει η ελληνική ιστορία το 1204. Ο «ελληνικός δρόμος» θα αποκτούσε μια ισχυρή οικονομική και πολιτειακή βάση και θα μπορούσε να τοποθετηθεί, ως ο κληρονόμος του ιστορικού και βυζαντινού ελληνισμού, ισότιμα με τις άλλες δυνάμεις στην ευρωπαϊκή κονίστρα.
Η Μικρασιατική Καταστροφή έθεσε τέλος σε μια τέτοια αξίωση. Το ελληνικό κράτος δεν απέκτησε τα μεγέθη και τις προϋποθέσεις για να λειτουργήσει ως αυτόνομος γεωπολιτικός και πολιτισμικός πόλος. Και οι ιστορικές περιπέτειες που ακολούθησαν, η Κατοχή, ο Εμφύλιος και η απώλεια της Κύπρου, επιδείνωσαν αυτή την γεωπολιτική αδυναμία. Έτσι ο ελληνισμός που ως τα 1922 ζούσε με την «Μεγάλη Ιδέα», βρέθηκε πια χωρίς ουσιαστικά νέο όραμα και εν συνεχεία θα περιπέσει σε μια ατελείωτη διελκυστίνδα εσωτερικών διενέξεων και εμφυλίων συγκρούσεων.

Ο Πόλεμος του 1940 και ο Εμφύλιος που ακολούθησαν, έθεσαν στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης όχι πλέον τη διαμόρφωση ενός ελληνοκεντρικού οράματος, αλλά την επιλογή στρατοπέδου (αμερικανική Δύση ή σοβιετική Ανατολή) και την εσωτερική παραταξιακή και ταξική αντιπαράθεση. Έτσι για εβδομήντα χρόνια, μέχρι την μεγάλη κρίση του 2010, θα πάψει να υπάρχει κάποιο συνεκτικό και καθολικό όραμα μεγάλης πνοής, για τον ελληνικό λαό, η δε «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση» θα ιδωθεί με τρόπο παρασιτικό και επομένως χωρίς καθολικότητα. Αντίθετα θα κυριαρχούν οι αποκλίνουσες κατευθύνσεις και οράματα στενά, «παραταξιακά».
Το αποτέλεσμα είναι πως σήμερα, μετά από έναν μεγάλο ιστορικό κύκλο, κατεξοχήν εμφυλιοπολεμικού χαρακτήρα, αντιμετωπίζουμε για πρώτη φορά τον κίνδυνο της οριστικής έκπτωσης. Γι' αυτό και η γενίκευση της απογοήτευσης, η εθνική κατάθλιψη, η φυγή στον ανορθολογισμό ή τον παρασιτικό εκσυγχρονισμό.
Σε αυτή την ιστορική στιγμή κατά την οποία οι Έλληνες κινδυνεύουν να απολέσουν την δυνατότητα της συγκρότησης ενός στοιχειωδώς ανεξάρτητου κρατικού πολιτικού υποκειμένου, ξαναμπαίνει και πάλι , ίσως για τελευταία φορά, το ζήτημα της διαμόρφωσης ενός καθολικού οράματος ικανού να επανενώσει τους Έλληνες. Και σε αυτό δώσαμε τον γενικό ορισμό «εκσυγχρονισμός της παράδοσης». Δηλαδή ανατρέχοντας στην μακρά ιστορική παράδοσή μας να διατυπώσουμε μία σύγχρονη πρόταση για το σήμερα η οποία να διαθέτει μια όντως πλανητική εμβέλεια και να επιτρέψει μια ισότιμη παρουσία στην Ευρώπη.
Για εβδομήντα χρόνια, μέχρι την μεγάλη κρίση του 2010, θα πάψει να υπάρχει κάποιο συνεκτικό και καθολικό όραμα μεγάλης πνοής, για τον ελληνικό λαό, η δε «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση» θα ιδωθεί με τρόπο παρασιτικό και επομένως χωρίς καθολικότητα. Αντίθετα θα κυριαρχούν οι αποκλίνουσες κατευθύνσεις και οράματα στενά, «παραταξιακά».
Πράγματι ο «ελληνικός δρόμος», ως σύνθεση ανάμεσα στην τεχνόσφαιρα και τη φύση, ανάμεσα στον νου και την καρδιά, μπορεί να συμβάλει ουσιαστικά στη διαμόρφωση μιας πρότασης για τα αδιέξοδα του σημερινού κόσμου. Και επειδή οι Έλληνες δεν διαθέτουν τα μεγέθη, όπως η Κίνα π.χ., για να εκφράσουν αυτή την πρόταση αυτόνομα, είναι υποχρεωμένοι να το πράξουν ως κατεξοχήν πολιτισμικό υποκείμενο - και δεν έχουν τίποτα άλλο να πράξουν επί ποινή εξαφανίσεως.
Εξηγήσαμε ήδη πως κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να το κάνουμε μόνοι μας, αλλά αποτελεί μία κίνηση με παγκόσμιες διαστάσεις, η οποία εκφράζεται μέσα από οικολογικά κινήματα, οικονομικές προτάσεις για την χαλιναγώγηση και επανένταξη της οικονομικής διάστασης στην κοινωνία, κ.λπ, κ.λπ. Απλώς, εμείς μπορούμε και πρέπει να μεταβληθούμε σε ένα εργαστήρι αυτού του δρόμου. Πράγμα που σημαίνει για παράδειγμα τη δημιουργία μιας Διεθνούς Φιλοσοφικής Περιπατητικής Σχολής στην πατρίδα του Αριστοτέλη στα Στάγειρα, ενός Παγκόσμιου Ιατρικού συνεδριακού κέντρου στην πατρίδα του Ιπποκράτη την Κω. Ένα Ορθόδοξο Διεθνές Πανεπιστήμιο θα έπρεπε να εγκατασταθεί στη Θεσσαλονίκη συνδεδεμένο με το Άγιο Όρος, και να διαδραματίζει για τις Ορθόδοξες σπουδές έναν ρόλο ανάλογο με αυτόν που είχε άλλοτε το Ινστιτούτο του Αγίου Σέργιου στο Παρίσι. Για τι όχι η δημιουργία ενός κέντρου για την συνεταιριστική ιδέα στα Αμπελάκια, για τη ναυτοσύνη στην Ύδρα ή τον Πειραιά, για την μηχανουργία και τη ναυπηγική στην Ερμούπολη, για την οικολογική αρχιτεκτονική στα Ζαγοροχώρια κ.λπ...

Κάτι τέτοιο προϋποθέτει βεβαίως την ανάδειξη της παιδείας σε κύρια μέριμνα του ελληνικού κράτους (αντ' αυτού τα ελληνικά Πανεπιστήμια έχουν μεταβληθεί σε αχούρια, και οι Έλληνες φοιτητές συνεχίζουν να φεύγουν στο εξωτερικό αντί η Ελλάδα να συγκεντρώνει φοιτητές από όλα τα Βαλκάνια και τη Μ. Ανατολή). Σημαίνει έναν διαφορετικό προσανατολισμό της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας, όπου το επίκεντρο μπαίνει στην παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών υψηλής ειδίκευσης και όχι βέβαια στην παραγωγή προϊόντων με ανειδίκευτο εισαγόμενο εργατικό προσωπικό.
Σε μια τέτοια κατεύθυνση είναι δυνατό να αναδιαμορφωθεί ριζικά ακόμα και ένας τομέας τόσο εξωστρεφής και εξαρτώμενος από την διεθνή συγκυρία, όπως ο τουρισμός, εάν συνδεθεί αποφασιστικά με την ιστορική παράδοση της χώρας από την Κνωσό έως το Άγιον Όρος όπως ήδη γίνεται εμβρυακά, και έτσι να μετασχηματιστεί σ' έναν πολλαπλασιαστή της πολιτισμικής πυκνότητας. Δεν είναι δυνατόν για παράδειγμα, ή Ζακύνθος, -που κάποτε είχε το υψηλότερο πολιτισμικό επίπεδο της Ελλάδας, πατρίδα του Σολωμού και του Κάλβου-, να είναι σήμερα μια πολιτισμική έρημος και ο τουρισμός να συνίσταται σε μεθυσμένες αγέλες νεαρών και κραυγαλέα μπιτς μπαρ.
Δυστυχώς ή ευτυχώς, δεν μας έμεινε καμία άλλη δυνατότητα, αλλά ήδη αυτή είναι τεράστιας σημασίας. Προϋπόθεση όμως είναι να ξεφύγουμε από τον στενό οικονομισμό και τον ψευδοταξικισμό της ιδεολογίας της μεταπολίτευσης, κατ' εξοχήν της αριστεράς, και να κατανοήσουμε πως ο εκσυγχρονισμός της παράδοσής μας, αποτελεί εγχείρημα όχι απλώς εγχώριο αλλά διεθνές. Ίσως αυτό εκφράζουν με διεστραμμένο και ανορθολογικό τρόπο οι Έλληνες που καταφεύγουν στο κλέος των προγόνων, ακολουθώντας ακόμα και απατεώνες όπως ο Σώρρας. Το ζητούμενο είναι να μετατρέψουμε το ανορθολογικό σε όραμα και ρεαλιστική πρόταση.
Αυτή η πρόταση είναι όντως ρεαλιστική, δεν απαιτεί τεράστιες δαπάνες και πόρους, δεν απαιτεί καν να έχουμε ξεφύγει από την εποχή των μνημονίων, απαιτεί απλώς(sic!)... έναν αναπροσανατολισμό του φαντασιακού των Ελλήνων, οι οποίοι θα πρέπει να επιβάλουν και σε θεσμούς και κόμματα αυτόν τον νέο προσανατολισμό. Απαιτεί δηλαδή μια Πολιτιστική Επανάσταση μεγάλης κλίμακας που θα στραφεί πριν απ' όλα ενάντια στο εμφυλιοπολεμικό υπόστρωμα του νέου ελληνισμού, που μετά το 1915 καθίσταται κυρίαρχο και ακυρώνει κάθε μεγάλη συλλογική προσπάθεια.
Εξάλλου στην ύστερη μεταπολιτευτική περίοδο, από τη δεκαετία του 1990, η εμφύλια διαμάχη καθίσταται ουσιαστικά άνευ αντικειμένου και διακυβεύματος, μετά την αποτυχία του υπαρκτού σοσιαλισμού, τη σύγκλιση σοσιαλδημοκρατίας και δεξιάς στην Ευρώπη και την διασφάλιση, ακόμα και μέσω της Πασοκικής κοινωνικοποίησης της διαφθοράς, της... ισότητας αριστεράς και δεξιάς στην Ελλάδα! Γι' αυτό και η εμφυλιοπολεμική ροπή επιβιώνει πλέον αποκλειστικά ως μηδενισμός. Προνομιακός χώρος εκδήλωσής του η κυριαρχία των κάθε είδους μηδενιστικών ρευμάτων στη νεολάια και η μεταβολή του εθνομηδενισμού σε κυρίαρχη ιδεολογία των ελίτ.
Μιαν κατεξοχήν μηδενιστική εξέγερση, εκείνη του Δεκεμβρίου του 2008, θα την ακολουθήσει και η εξίσου μηδενιστικού χαρακτήρα υποστροφή του κινήματος των «αγανακτισμένων». Οι ενυπάρχουσες σε αυτό το κίνημα δυνατότητες μιας επανεδαφικοποίησης της ελληνικής -κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής- πραγματικότητας, κατακλύστηκαν από τον κυρίαρχο μηδενισμό που ανέδειξε στο πολιτικό προσκήνιο την Χρυσή Αυγή, τον Πάνο Καμμένο, ή τον... Βασίλη Λεβέντη και, προπαντός, επέτρεψαν στον ΣΥΡΙΖΑ να αναρριχηθεί στην κυβέρνηση.

Σήμερα λοιπόν, μετά την ολοκλήρωση ενός ιστορικού κύκλου, πραγματικά και φαντασιακά, μια και όλες οι παρατάξεις του εμφυλίου βρέθηκαν στην εξουσία κατά τη διάρκεια της μεταπολίτευσης, με γλίσχρο απολογισμό, η δε αριστερά απεδείχθη η χειρότερη απ' όλες, πιστεύουμε πως ο εμφυλιοπολεμικός μηδενισμός έχει εξαντλήσει την όποια δυναμική διέθετε. Το δημοψήφισμα αποτέλεσε, κυριολεκτικώς, το κύκνειο άσμα του και έκτοτε αρχίζει η άμπωτις. Και τα πρώτα συμπτώματά της είναι η αποστράτευση, ο στρουθοκαμηλισμός, η κατάθλιψη. Δεν ξεφορτώνεσαι εύκολα μνήμες ή έστω φαντασιώσεις, για τους νεωτέρους, συμπεριφορές, αυτοματισμούς, που σφράγισαν τα τελευταία εκατό χρόνια της εθνικής ζωής. Πόσω μάλλον, δε, να αναζητήσεις ή να ενστερνιστείς μια νέα οραματική πρόταση για τον ελληνισμό που βρίσκεται σε κατατονία.
Και όμως δεν υπάρχει καμία άλλη διέξοδος καμία άλλη προοπτική. «Ή όλα ή τίποτε». Είτε θα σβήσουμε ως αυτόνομο πολιτειακό υποκείμενο είτε θα συνεχίσουμε δημιουργικά, με έναν νέο ρόλο, την μεγάλη παράδοση του ελληνισμού.
*Προδημοσίευση από το βιβλίο «Πέραν της Αριστεράς και της Δεξιάς, η Υπέρβαση» που θα κυκλοφορήσει τον Οκτώβριο (Εναλλακτικές Εκδόσεις)

 http://www.huffingtonpost.gr/yiorgos-karambelias/-_7313_b_11926796.html

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Πληροφορίες

"Οι μεγάλοι άνθρωποι μιλούν για ιδέες. Οι μεσαίοι άνθρωποι μιλούν για γεγονότα. Οι μικροί άνθρωποι μιλούν για τους άλλους."