Δευτέρα 31 Δεκεμβρίου 2012

Μη Τόποι




Διεθνή Αεροδρόμια, Εμπορικά Κέντρα, Super-Market, Πολυκαταστήματα, Εύπορα Προάστεια, μεγα-χώροι της Οργανωμένης Διασκέδασης.
    Όλα, μη τόποι – προκατασκευασμένες ατμόσφαιρες όπου οι συναντήσεις έχουν τεθεί υπό έλεγχον, οι σκέψεις είναι καθ’ υπαγόρευσιν, τα συναισθήματα υποβάλλονται, οι συμπεριφορές είναι προκαθορισμένες.
    Μη τόποι, όπου η ζωή και οι αλήθειές της δεν τίθενται και αν, κατά παράβασιν, κάτι τέτοιο συμβεί αποτελεί μιά ανωμαλία και σκάνδαλο που πρέπει ευθύς να διορθωθεί. Τόποι όπου ο άνθρωπος είναι απών έχοντας υπαχθεί σε ένα μηχανικό σχέδιο.
    Θα μπορούσα να ακριβολογήσω ακόμα περισσότερο αν έλεγα ότι εκεί ο άνθρωπος γίνεται μονοδιάστατος.
    Αν οι παραπάνω τόποι είναι κραυγαλέα  παραδείγματα ενός φαινομένου που συνεχώς εξαπλούται, ένα στριπτηζάδικο είναι επίσης ένας μη τόπος όπως και ένα  living room όταν είναι ανοικτή μια τηλεόραση αποκτά κάποια χαρακτηριστικά τους.
 
    Μέσα σ’ ένα οποιοδήποτε απ’ αυτά τα μέρη, μιά συζήτηση για το Μέλλον του Κόσμου ή για τα μυστήρια της ζωής θα έμοιαζε παράταιρη.
 
    Μεγάλο εμπορικό κέντρο βόρεια του κέντρου της Αθήνας, μιάς πόλης που βρίσκεται υπό μετάλλαξιν. Ολόγυρα, νοσοκομειακές «μονάδες» ξενοδοχειακού τύπου, κατάφωτα πάρκινγκ μες την ψιλή βροχή και πέρα τα τόξα που στεφανώνουν το μνήμα της πάλαι ποτέ Ολυμπιακής Ιδέας.
    Παιδιά καθαρά, καλά θρεμμένα πάνε κι έρχονται «ξοδεύοντας» χρόνο και χαρτζηλίκι, προστατευμένα από τους παιδόφιλους. τους εμπόρους ναρκωτικών, τη σκληρότητα των συνομηλίκων τους, την αποπλάνηση από ιδέες που γοητεύουν και το κακό συναπάντημα.
    Μαμάδες διακριτικά αλλά επιμελώς μακιγιαρισμένες μπαινοβγαίνουν σε καταστήματα, διαβαίνοντας φωτοκύτταρα ενώ ηλεκτρικά καμπανάκια ηχούν, ξοδεύοντας μισθούς και μηνιαίες αποδοχές.
    Μπαμπάδες βηματίζουν αργά με τα χέρια απιθωμένα στη λαβή του καροτσιού. Αφήνουν το βλέμμα να πλανηθεί πάνω σε μιά θάλασσα από βιτρίνες, φώτα και κυλιόμενες σκάλες.
    Φτωχοδιάβολοι  μάταια προσπαθούν να ξοδέψουν χρόνο, χρόνο που κουράζει, χρόνο βασανιστικό, χρόνο ανεξάντλητο, αδύνατον να ξοδευτεί. Παντού το πλήθος στροβιλίζεται. Μέσα σε φώτα χιλιάδων watt και μουσική που σκοπό έχει όχι ν΄ ακούγεται αλλά να ενσταλάζεται και να «υποστηρίζει» κινείται μιά ζωντάνια σχεδόν πένθιμη. Παντού υπάλληλοι που καλοσωρίζουν, που εξυπηρετούν, που ευχαριστούν, που ξεπροβοδίζουν, που αποχαιρετούν, άγρυπνα εποπτευόμενοι από κάμερες και διαρκώς αξιολογούμενοι.
     Με κάθε καλοσώρισμα, με κάθε «παρακαλώ πως μπορώ να εξυπηρετήσω?» με κάθε «ευχαριστώ» και κάθε «να’ στε καλά», με κάθε αναγγελία της τιμής, με κάθε τρόπο σου λένε πό-σο μα-λά-κας είσαι!
     Συναντήσεις διευθυντών πωλήσεων, υπευθύνων ασφαλείας, διευθυντών προσωπικού, σεκιουριτάδων, δημοσιοσχεσιτών, διαφημιστών, συμβούλων επιχειρήσεων, ειδικών «τεχνικής υποστήριξης», ψυχολόγων, ειδικών της διασκέδασης, ειδικών «επικοινωνίας», όπου κανείς δεν αγγίζει κανέναν παρά με μιά φευγαλέα χειραψία που δεν αφήνει κανένα ψυχικό ίχνος στην παλάμη.
    Συσκέψεις και συναντήσεις κάτω από την αδιάκοπη πίεση ενός τυρρανικού χρόνου  που όμως συνεχίζονται μέσα από τα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας και e-mail. Η  «επιστήμη» του μάρκετινγκ σε πλήρη εφαρμογή.
    Κλιματιστικά, μοκέτες, γυαλιστερά δάπεδα, ψευδοροφές, καλυμμένα καλώδια, τουαλέτες που καθαρίζονται ανελλιπώς, ένας κόσμος που εξόρισε τη φτώχεια που δεν πάυει να γρατζουνάει τα τζάμια.
    Και υπάλληλοι που τρέχουν, που σκύβουν, που σπρώχνουν, που τραβούν, που ανασύρουν, που χαμογελούν και ο ιδρώτας τους είναι πάντα κρύος.
    Ένας κόσμος υψηλά στρατιωτικοποιημένος όπου πίσω από την ανεμελιά κρύβεται το κέρδος, ο έλεγχος και η πιο σκληρή δουλειά.
    Χώροι διαρκώς φυλασσόμενοι-βιντεοσκοπούμενοι, και σε συνεχή μετάπλαση. Η γλώσσα δεν κρύβει το γεγονός – έρευνα αγοράς, διαφυγόντα κέρδη, πλάνο επιχειρήσεων, μονάδες, target group, στόχευση, δείκτης ασφαλείας, στρατηγική, τακτική, πεδίο κ.ο.κ.
    Όμως όλα κυλούν σε μιά ατμόσφαιρα επίπλαστης ευγένειας, η οποία είναι ακριβώς το «μοντέρνο στυλ», που για να εμπεδωθεί χρειάστηκε μιά εκπαίδευση υπαλλήλων η οποία περιελάμβανε  «course χαμόγελου» - αφού το να λες τα ψέμματα με χάρη αποδείχτηκε το πλέον προσοδοφόρο.

    Και πρέπει να είσαι πλήρως ενσωματωμένος και περιχαρακωμένος, για να μπορείς να παραβλέπεις όλα αυτά και να καμώνεσαι τον ικανοποιημένο.
    Όντως αυτό που προκαλεί ερωτήματα είναι, πώς ο άνθρωπος του καιρού μας γίνεται αυτόβουλα επισκέπτης τέτοιων σκηνικών ομαδικής πειθαρχίας και θήραμα τέτοιων πρακτικών και συνεργάζεται στη διατήρηση μιάς κάλπικης ευδαιμονίας. Και δεν είναι μόνο ότι η σύγχρονη κολακεία έκανε, με την βοήθεια των ψυχολόγων, αξιόλογα βήματα αλλά πρέπει να είναι βαθιά η δίψα τού σύγχρονου πληβείου να τού φερθούν σαν να ήταν άρχοντας. Γιατί ο ψυχικός πυρήνας των μη τόπων είναι η επίφαση και η υποκρισία. Καθόλου παράξενο λοιπόν που κυριαρχεί ένας φόβος λεπτός και αδιόρατος σαν τον υπερίτη.

    Και παντού το απλανές βλέμμα και ένα χαμόγελο σχεδόν μορφασμός.

    Κανείς δεν μοιάζει  να πηγαίνει πουθενά, όλοι μοιάζουν να φεύγουν. Σαν κάτι να έχει συντελεστεί. Η κυριαρχία του νεκρού πάνω στο ζωντανό, το οποίο κάθε φορά που προσπαθεί να ανασυγκροτηθεί σαν ζωντανό υπόκειται στη διάλυση. Ένας κόσμος διαίρεσης. Μιά σύγχρονη εκδοχή του Άδη.
 
    Οι μη τόποι είναι τόποι στοιχειωμένοι. Μόνο και μόνο η Ύβρις της σύλληψης και κατασκευής τους γνέφει προς την καταστροφή να πλησιάσει.
     Η τρομοκρατία στοιχειώνει τα αεροδρόμια. Ο μασκοφορεμένος ληστής, ο ξένος, ο εισβολέας και το φάσμα του όχλου στοιχειώνουν τα προάστια και τα «σύγχρονα σπίτια». Η πυρκαγιά και ο παρανοϊκός  δολοφόνος - που στη φαντασία του δεν  βλέπει  και δεν σκοτώνει ανθρώπους αλλά καταστρέφει ανθρώπινες κούκλες – στοιχειώνουν τους αχανείς χώρους της οργανωμένης διασκέδασης.

    Οι σύγχρονες αγορές, όπως και οι υπόλοιποι μη τόποι, διαρκώς αποκεντρώνονται, για την ακρίβεια εκρήγνυνται προς αέναα διαστελλόμενες περιφέρειες πόλεων-πόλεων που πρέπει διαρκώς να απονεκρώνονται- και συνδέονται μεταξύ τους με νέες αρτηρίες ταχείας κυκλοφορίας. Είναι η δόξα της πολεοδομίας.
    Χώροι τεχνολογικής αυταρέσκειας υποβάλλουν ένα δέος σχεδόν θρησκευτικό και γίνονται ναοί όσο η τεχνολογία και το εμπόρευμα έγιναν θεοί.
    Μιά εικόνα καθαρότητας, μιά ονειροφαντασία του άσπιλου και του αμόλυντου που ενδόμυχα ποθεί την βεβήλωση.
    Μέσα στις ομοιόμορφες, ευδιάθετες μουσικές και τις υπνωτικές αναγγελίες μεγαφώνων κυοφορείται ο εμπρησμός και η λεηλασία.

    Ένας κόσμος που τρέμει και φοβάται την εξαγγελθείσα και διαρκώς αναβαλλόμενη καταστροφή και ταυτόχρονα ονειρεύεται και εύχεται κρυφά το χαμό και το τέλος του.

                                                                                             
                                                                                                  Β.Η.
http://pyravlosypogeiwn.blogspot.gr/

Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2012


«Ου δη πάτριον εστί ηγείσθαι τους επήλυδας των αυτοχθόνων, ουδέ τους ευ παθόντας των ευ ποιησάντων, ουδέ τους ικέτας γενομένους των υποδεξαμένων.» «Δεν είναι πατροπαράδοτη αρχή μας, να εξουσιάζουν οι αλλοδαποί τους εντόπιους, ούτε οι ευεγετηθέντες τους ευεργετήσαντας, ούτε αυτοί που έφθασαν εδώ ως ικέτες των ανθρώπων που τους εδέχθηκαν.»

“Πανηγυρικός” του Ισοκράτους

Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 2012

Η κρίση με απλά λόγια…


Μας τα παρουσιάζουν όλα τόσο περίπλοκα, τόσο δύσκολα στο να τα κατανοήσουμε, τόσο σύνθετα στο να τα αντιμετωπίσουν επαρκώς και προς το κοινό όφελος οι ειδικοί οικονομολόγοι… 
Είναι όμως άραγε έτσι; Ή μήπως τα πράγματα είναι πολύ απλά και οδηγούν στο σκαμνί τραπεζίτες και πολιτικούς που εμπλέκονται σε μία συνεχή υφαρπαγή του πλούτου που τους εμπιστεύονται οι πολίτες;

Ας προσεγγίσουμε το όλο θέμα με πολύ απλά λόγια…
Κάποιοι μεγαλομέτοχοι τραπεζών έδιναν τεράστια δάνεια στον εαυτό τους (δηλαδή σε ανώνυμες εταιρείες -Α.Ε.- που ανήκαν στους ίδιους).
Τα δάνεια αυτά, οι Α.Ε. απλά τα “έτρωγαν” (δηλαδή τα έβαζαν στην τσέπη οι μεταλομέτοχοί τους, δηλαδή αυτοί που… έδιναν τα δάνεια) και αργά ή γρήγορα δεν τα αποπλήρωναν (ως Α.Ε. όμως, οι μέτοχοι τους δεν είχαν… ευθύνη!)
Οι τράπεζες έβγαζαν «ζημίες» εξαιτίας των δανείων και αυτές τις ζημίες τις πλήρωνε το κράτος (με τα περίφημα «πακέτα διάσωσης»).
Τα πακέτα διάσωσης τα αντλούν πάντα από το δημόσιο, δηλαδή από εσένα και εμένα και -κυρίως- από τα διάφορα ταμεία.


Έτσι το Δημόσιο άρχισε να χρειάζεται περισσότερα χρήματα για να καλύψει τα προβλήματα των τραπεζών και για να πληρώσει όλους εκείνους που χρωστάει, και έτσι άρχισε να βάζει περισσότερους φόρους, οδηγώντας τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στο κλείσιμο.


Όλο αυτό το παράλογο πράγμα το είδαν πολλοί επιτήδειοι (λαμόγια) και διαπίστωναν ότι όχι μόνο κανένας δεν τιμωρούνταν, αλλά όσοι έπαιρναν μέρος στην απάτη έβγαζαν τεράστια κέρδη και μάλιστα χωρίς κανένα ρίσκο. Έτσι μπήκαν πολλοί στο παιχνίδι, με αποτέλεσμα το Σύστημα να γεμίσει «Φούσκες».


Έτσι, το βήμα 5 επαναλήφθηκε ξανά και ξανά, μεγαλώνοντας ολοένα και περισσότερο το πρόβλημα, μέχρι που μπήκαν στο παιχνίδι και μεγάλοι παίκτες, οι οποίοι αποφάσισαν να αντλήσουν τα χρήματα από ολόκληρα κράτη. Έκαναν λοιπόν το ίδιο πράγμα που έκαναν στις μικρότερες τράπεζες, αλλά αυτή τη φορά με τα χρήματα ολόκληρων κρατών όπως η Ελλάδα …με τα γνωστά αποτελέσματα που ζούμε σήμερα…


Δεν κατάφερα με το παραπάνω να εξηγήσω πόσο απλό είναι το όλο κόλπο. Είναι σαν να έβγαζαν τα λεφτά από τη μία τσέπη, τα έβαζαν στην άλλη, και μετά έβαζαν τις φωνές «έχασα τα λεφτά μου». Και εμείς είμαστε υποχρεωμένοι να τους δώσουμε και άλλα χρήματα, για να αναπληρώσουν τα χρήματα (τα δικά μας που καταχράστηκαν με το προσωπείο των… “επενδύσεων”) που ποτέ δεν έχασαν!


Το κόλπο με το δημόσιο παίχτηκε λίγο πιο περίπλοκα, αλλά η λογική είναι η ίδια. Πήραν τα κεφάλαια των δημόσιων ταμείων και τα επένδυσαν σε επενδύσεις που ήταν καταδικασμένες. Τα χρήματα φυσικά χάθηκαν (γιατί εκείνοι που ήταν στις “επενδύσεις”, δηλαδή οι ίδιοι, τα έφαγαν). Οι επενδυτικοί φορείς (που ήταν τράπεζες) βάρεσαν στη συνέχεια κανόνι (οι περισσότερες όχι πραγματικό, απλά το φώναξαν σαν να συνέβαινε). Και έτσι εμείς όχι μόνο πρέπει να πληρώσουμε τα ταμεία, αλλά να «διασώσουμε» και τις τράπεζες. Δηλαδή, να πληρώσουμε εις διπλούν, δύο φορές ξανά, τα λεφτά που ήδη μας έκλεψαν μια φορά!


Τέτοια απάτη, τόσο έκδηλη και σε τέτοια μεγάλη έκταση, δεν έχει ξαναγίνει στην Ιστορία. Οι αυριανοί ιστορικοί θα τραβάνε τα μαλλιά τους!


Συγχωρείστε τις υπεραπλουστεύσεις, αλλά έχετε υπόψη σας ότι ακόμη και πίσω από το πιο περίπλοκο πρόβλημα κρύβονται εξαιρετικά απλές αρχές που το δημιούργησαν. Όλα τα παραπάνω είναι εξαιρετικά απλά. Τόσο απλά, που αδυνατεί ο νους μας να το δεχτεί.
Οι άνθρωποι που δημιούργησαν όλη αυτή την κατάσταση, το έκαναν απλά επειδή… μπορούσαν! Η όλη απάτη είναι καθαρός εκβιασμός που βασίζεται στην αδυναμία του πλήθους να αντιδράσει, και δεν εμπεριέχει καμία μεγαλοφυία ή έξυπνη σκέψη!
Επίσης, έγιναν ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΝΟΜΙΜΑ, αφού δεν υπάρχει κανένας νόμος που να τα απαγορεύει και κανένας μηχανισμός που να μας προστατεύει εμάς, τους απλούς πολίτες, από αυτά.


Γιατί όλα αυτά δεν συνέβησαν παλιότερα, είναι μια λογική ερώτηση. Από ό,τι φαίνεται, το καπιταλιστικό σύστημα και οι υποστηρικτές του, κρατούσαν παλιότερα κάποιες ισορροπίες, κάποια προσχήματα, για να μη καταρρεύσει το όλο σύστημα. Σήμερα όμως, δεν φαίνεται να υπάρχει άλλο εναλλακτικό οικονομικό σύστημα, αφού το λεγόμενο “σοσιαλιστικό” είτε είναι παρανοϊκό και φασιστικό όπως στη Βόρεια Κορέα, είτε «ξεπουλημένο» στον Καπιταλισμό όπως στην Κίνα.


Αυτή η κατάσταση, μαζί με το ότι υπήρξαν «θεωρητικοί» (όπως αποδεικνύεται …της κακιάς ώρας) όπως ο Μίλτον Φρίντμαν, που πίστευαν στην «αυτορύθμιση της ελεύθερης αγοράς», τον λεγόμενο Νεοφιλελευθερισμό, επέτρεψε σε κάποιους να σταματήσουν να τηρούν τα προσχήματα και να παίξουν το παιχνίδι στα όριά του. Φυσικά, το όλο πράγμα είναι παράλογο και για αυτό φτάσαμε στη σημερινή κατάντια του Καπιταλισμού…
ΑΠΛΕΣ ΛΥΣΕΙΣ ΥΠΗΡΧΑΝ ΠΑΝΤΟΤΕ και ΘΑ ΥΠΑΡΧΟΥΝ… και δεν χρειάζονται ούτε χούντες, ούτε κομμουνισμούς, ούτε νεοφιλελευθερισμούς, ούτε αναρχοκομμουνισμούς, ούτε αίμα, επαναστάσεις, νεοναζισμούς. Το μόνο που χρειάζεται είναι κάποιοι απλοί, συγκεκριμένοι, βατοί νόμοι, που για κάποιο όμως λόγο οι κυβερνήσεις δεν θέλουν να συντάξουν.


Ορίστε δύο εξαιρετικά απλές λύσεις για το πρόβλημα της τραπεζικής κρίσης:


1) Αν μια τράπεζα ΧΡΕΩΚΟΠΗΣΕΙ, να πάει στον αγύριστο (όπως πηγαίνει και κάθε συμπολίτης μας όταν χρεοκοπεί μα ελάχιστοι από εμάς φαινόμαστε να νιώθουμε κάποια συμπόνοια). Η τράπεζα θα πρέπει να κλείνει, να κατάσχονται όλα τα περιουσιακά της στοιχεία μαζί με εκείνα του διευθυντικού της προσωπικού, και να γίνονται μηνύσεις στους υπεύθυνους της χρεοκοπίας, ώστε να επιβληθούν πρόστιμα. Με αυτό τον τρόπο κανείς «διευθυντής» σε μια τράπεζα, δεν θα τολμά να δώσει δάνεια που ξέρει εκ των προτέρων ότι δεν θα πληρωθούν.
Το Κράτος ούτως ή άλλως εγγυάται τις καταθέσεις των πολιτών μέχρι κάποιο ποσό. Από αυτό το ποσό και πάνω, ο καταθέτης θα παίρνει ποσοστό επί του liquidation (διάλυσης) της τράπεζας σε περίπτωση χρεοκοπίας της. Δηλαδή: Σου “έφαγε” η χρεοκοπημένη τράπεζα 10 εκατομμύρια και δεν σου τα δίνει πίσω, αλλά έχει 1000 σπίτια σε υποθήκη και άλλα 1000 σε περιουσία; Αν αυτά τα δέκα εκατομμύρια αντιστοιχούν στο 1% των χρεών της τράπεζας, τότε σου μεταφέρονται ως αποζημίωση τα περιουσιακά στοιχεία που αντιστοιχούν στο 1%, δηλαδή 10 σπίτια και 10 υποθήκες. Οπότε, μπορεί να έχασες καταθέσεις, αλλά αποκτάς μια περιουσία που άνετα μπορείς να τη μεταφέρεις σε μια άλλη, υγιή τράπεζα και να πάρεις πίσω το κεφάλαιό σου.
Έχετε υπόψη σας ότι συνήθως ο μεγαλύτερος μέτοχος μιας τράπεζας είναι το δημόσιο, οπότε είναι εύκολο το παραπάνω.


2) Να φτιαχνούν νόμοι που ΑΠΑΓΟΡΕΥΟΥΝ τον ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΔΑΝΕΙΣΜΟ. Αν είσαι μέτοχος μιας τράπεζας, ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ να δανείσεις τον εαυτό σου, αλλά και οποιαδήποτε εταιρεία/οργανισμό στον οποίο έχεις ποσοστά, για να μην επαναληφθούν αυτά τα γεγονότα.
Αν εντοπιστεί έστω και μια εταιρεία στην οποία έχεις συμμετοχή ενώ είσαι και μέτοχος της τράπεζας που τη δανείζει, το δάνειο καταγγέλλεται και το κράτος βάζει τεράστιο πρόστιμο στον μέτοχο και στην τράπεζα.


Αν θέλουμε να έχουμε ένα υγιές δημοκρατικό σύστημα με ελεύθερη οικονομία, αυτό πρέπει να υπακούει σε νόμους και κανόνες. Το όραμα μιας «απόλυτα ελεύθερης αγοράς που αυτορυθμίζεται» (κατά M. Friedman) αποδεικνύεται ιστορικά εξίσου μεταφυσικό και ανεδαφικό με το όραμα μιας απόλυτα δίκαιης… Χριστιανικής κοινωνίας.


Το μόνο που χρειάζεται στην κοινωνία μας για να γίνει ανθρώπινη, είναι εκείνο που υποστήριξε πριν 2500 χρόνια ο Αριστοτέλης: Μια δημοκρατική Πολιτεία στην οποία να σεβόμαστε τους -λογικούς και δίκαιους- νόμους, οι οποίοι με τη σειρά τους θα έχουν θεσπιστεί με σκοπό να προστατευτεί η ζωή και το δικαίωμα στη δημιουργία για τον κάθε πολίτη…


Γιώργος Φ. 
http://kostasxan.blogspot.gr/2012/12/blog-post_9818.html

Σάββατο 1 Δεκεμβρίου 2012

Ο Επίκουρος για τον Θάνατο.


Κοίτα να συνηθίσεις στην ιδέα, ότι ο θάνατος για μας είναι ένα τίποτα. Κάθε καλό και κάθε κακό βρίσκεται στην αίσθησή μας· όμως θάνατος σημαίνει στέρηση της αίσθησης. Γι’ αυτό η σωστή εκτίμηση ότι ο θάνατος δεν σημαίνει τίποτα για μας, μας βοηθά να χαρούμε τη θνητότητα του βίου: Όχι επειδή μας φορτώνει αμέτρητα χρόνια, αλλά γιατί μας απαλλάσσει από τον πόθο της αθανασίας. Δεν υπάρχει, βλέπεις, τίποτα το φοβερό στη ζωή του ανθρώπου που ‘χει αληθινά συνειδητοποιήσει ότι δεν υπάρχει τίποτα το φοβερό στο να μη ζεις. Άρα είναι ανόητος αυτός που λέει ότι φοβάται τον θάνατο, όχι γιατί θα τον κάνει να υποφέρει όταν έρθει, αλλά επειδή υποφέρει με την προσδοκία του θανάτου.
Γιατί ό,τι δεν σε στεναχωρεί όταν είναι παρόν, δεν υπάρχει λόγος να σε στεναχωρεί όταν το προσδοκείς. Το πιο ανατριχιαστικό, λοιπόν, από τα...
κακά, ο θάνατος, είναι ένα τίποτα για μας, ακριβώς επειδή όταν υπάρχουμε εμείς αυτός είναι ανύπαρκτος, κι όταν έρχεται αυτός είμαστε ανύπαρκτοι εμείς. Ο θάνατος, λοιπόν, δεν έχει να κάνει ούτε με τους ζωντανούς ούτε με τους πεθαμένους, αφού για τους ζωντανούς δεν υπάρχει, ενώ οι τελευταίοι δεν υπάρχουν πια. Βέβαια, οι πολλοί άλλοτε πασχίζουν ν’ αποφύγουν τον θάνατο σαν να ‘ναι η πιο μεγάλη συμφορά, κι άλλοτε τον αποζητούν για ν’ αναπαυθούν από τα δεινά της ζωής.
Απεναντίας, ο σοφός ούτε τη ζωή απαρνιέται, ούτε την ανυπαρξία φοβάται. Γιατί δεν του είναι δυσάρεστη η ζωή αλλά ούτε και θεωρεί κακό το να μη ζει. Κι όπως με το φαγητό δεν προτιμά σε κάθε περίπτωση το πιο πολύ μα το πιο νόστιμο, έτσι και με τη ζωή: Δεν απολαμβάνει τη διαρκέστερη, μα την ευτυχέστερη. Κι είναι αφελής όποιος προτρέπει τον νέο να ζει καλά και τον γέρο να δώσει ωραίο τέλος στη ζωή του· όχι μόνο γιατί η ζωή είναι ευπρόσδεκτη, αλλά γιατί το να ζεις καλά και να πεθαίνεις καλά, είναι μία και η αυτή άσκηση. Όμως πολύ χειρότερος είναι εκείνος που λέει πως καλό είναι να μη γεννηθείς, «αλλά μιας και γεννήθηκες, βιάσου να διαβείς τις πύλες του Άδη»*. Αν το λέει επειδή το πιστεύει, γιατί δεν αποσύρεται από τη ζωή; Στο χέρι του είναι να το κάνει, αν το ‘χει σκεφτεί σοβαρά. Αν πάλι το λέει στ’ αστεία, είναι ελαφρόμυαλος σε πράγματα που δεν σηκώνουν αστεία.
Ένα τίποτα είναι για μας ο θάνατος. Γιατί, ό,τι αποσυντίθεται παύει να αισθάνεται. Και ό,τι δεν αισθάνεται δεν μας αφορά.
Γεννηθήκαμε μια φορά και δεν γίνεται να γεννηθούμε και δεύτερη κι είναι βέβαιο πως δεν θα υπάρξουμε ξανά στον αιώνα τον άπαντα. Εσύ όμως, ενώ δεν εξουσιάζεις το αύριο, αναβάλλεις την ευτυχία γι’ αργότερα. Κι η ζωή κυλά μ’ αναβολές και χάνεται κι ο καθένας μας πεθαίνει μες στις έγνοιες.
ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ
Θέογνις (425, 427).
(από pare-dose)

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Πληροφορίες

"Οι μεγάλοι άνθρωποι μιλούν για ιδέες. Οι μεσαίοι άνθρωποι μιλούν για γεγονότα. Οι μικροί άνθρωποι μιλούν για τους άλλους."