Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2016

Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2016

Γιαπί και ψύχραιμος

 ΘΑΝΟΣ ΤΖΗΜΕΡΟΣ

Στην Γερμανία δεν υπάρχει κανένα "γιαπί". Οι "κουτόφραγκοι" θεωρούν πως ένα γιαπί είναι επικίνδυνο και αντιαισθητικό. Όταν λοιπόν παίρνεις οικοδομική άδεια, δεσμεύεσαι για τον χρόνο αποπεράτωσης. Τα πρόστιμα είναι τόσο τσουχτερά αν τον υπερβείς, που κανένας δεν ξεκινάει να χτίζει αν δεν έχει προγραμματίσει τα λεφτά και τις εργασίες μέχρι και τα πόμολα.
Οι Ελληνάρες όμως δεν χαμπαριάζουν από τέτοια. Και αποφασίσαμε να εξάγουμε τεχνογνωσία και στη Βαυαρία. Ακούστε την απίστευτη ιστορία:
Το 2001, η κυβέρνηση της Βαυαρίας παραχώρησε (έναντι μικρού τιμήματος) στο Ελληνικό Κράτος 15 στρέμματα γης για να φτιάξει σχολείο για τα παιδιά των Ελλήνων που ζουν εκεί. Αναλάβαμε την υποχρέωση το κτήριο να ολοκληρωθεί μέσα σε 4 χρόνια από την έκδοση της οικοδομικής άδειας. Μάλιστα, η βαυαρική κυβέρνηση είχε δεσμευθεί να χρηματοδοτήσει το έργο κατά 70%! Επειδή όμως ήξεραν με ποιους έχουν να κάνουν, έβαλαν κι έναν όρο στο συμβόλαιο πως αν δεν ολοκληρωθεί το κτήριο σύμφωνα με τις προθεσμίες, το οικόπεδο επιστρέφει στο Γερμανικό Δημόσιο, μας επιστρέφουν και το μικρό τίμημα, και τέλος. Σίγουροι εμείς για τις ικανότητές μας να τηρούμε χρονοδιαγράμματα, το υπογράψαμε.
Τι έκαναν οι διαχρονικά ανεύθυνες και αναξιόπιστες ελληνικές κυβερνήσεις; Τίποτε, as usual. Επί 7 χρόνια το κοίταγαν. Άδεια έβγαλαν τον Αύγουστο του 2008!!! Και άρχισαν τσούκου - τσούκου να χτίζουν, όπως στο ανέκδοτο με την ελληνική κόλαση: την μια μέρα δεν υπήρχαν λεφτά, την άλλη δεν είχαν μπει οι υπογραφές, την τρίτη βαριόμασταν, την τέταρτη είχαμε εκλογές και ποιος να ασχοληθεί...
Οι Γερμανοί είδαν κι αποείδαν, μας έτριξαν τα δόντια: “τελειώστε το γιατί θα σας το πάρουμε πίσω.” Αρχίσαμε εμείς τις κλάψες: έχουμε κρίση, προσπαθούμε, είμαστε απόγονοι του Αριστοτέλη, μπλα μπλα. Τον Νοέμβριο του 2011 δεν είχαμε ρίξει ούτε τα μπετά. Το Δημοτικό Συμβούλιο του Μονάχου πήρε απόφαση να αξιώσει ο Δήμος την επιστροφή του οικοπέδου.
Εμείς την προσβάλαμε στα δικαστήρια!
Φυσικά χάσαμε παταγωδώς, μολονότι με νομικά τερτίπια κερδίσαμε χρόνο, ξοδεύοντας, ως συνήθως, αντιπαραγωγικά λεφτά κι αφήνοντας το γιαπί στη μοίρα του. Μέχρι που το γερμανικό δικαστήριο, τον Απρίλιο του 2015, έκρινε τελεσίδικα ότι το οικόπεδο θα έπρεπε να επιστραφεί καθώς το Ελληνικό Κράτος δεν τήρησε καμμία από τις υποχρεώσεις του, παρότι τα βαυαρικά λεφτά μια χαρά τα έτρωγε. Όμως, σε μια τελευταία προσπάθεια συμβιβασμού κάλεσε τα δύο μέρη να τα βρουν υπογράφοντας νέα σύμβαση. Οι Γερμανοί είπαν να μας κάνουν ακόμα μια χάρη. Και τον Αύγουστο του 2015 υπογράψαμε τροποποιητική σύμβαση δεσμευόμενοι ως το τέλος του 2015 να έχουμε τελειώσει τον σκελετό και ως το τέλος του 2016 να το έχουμε ολοκληρώσει. Μάλιστα πήραμε και εξάμηνη παράταση, αν κάτι δεν πάει καλά βρε αδερφέ, άνθρωποι είμαστε!

Αρχές Ιουλίου, οι Βαυαροί πήγαν για πραγματογνωμοσύνη. Και διαπίστωσαν ότι ούτε τον σκελετό του πρώτου ορόφου δεν είχαμε φτιάξει. Συνεδρίασε το Δημοτικό Συμβούλιο και στις 20 Ιουλίου αποφάσισε να τελειώνει η ιστορία με το γελοίο Ελληνικό Δημόσιο, και το οικόπεδο να επιστραφεί στον Δήμο του Μονάχου.
Οπότε εμείς σηκώσαμε τα μανίκια!
Επιστρατεύσαμε το πιο βαρύ πυροβολικό κύρους και αξιοπιστίας που διαθέτουμε, ένα κυβερνητικό στέλεχος που το όνομά του και μόνο δημιουργεί ρίγη συγκίνησης και δέους στην διεθνή πολιτική (και θεατρική επίσης) σκηνή.

Σήμερα αυτό το άοκνο κυβερνητικό στέλεχος δήλωσε περήφανα στην ΕΡΤ ότι έστειλε… εξώδικο (!!!) ζητώντας νέα παράταση από το Δημοτικό Συμβούλιο του Μονάχου και το έργο θα ολοκληρωθεί διότι “θα τσακιστούμε να το φτιάξουμε”. Δεν άκουσα αν προσέθεσε το "με έναν νόμο με ένα άρθρο” καθώς είναι η μοναδική τεχνογνωσία ταχύτητας που διέθετε (προεκλογικά τουλάχιστον) η κυβέρνησή του. Βέβαια, το Δημοτικό Συμβούλιο δεν έχει εγκρίνει την παράταση, και ίσως να μην ασχοληθεί καν ξανά με το θέμα (η αντοχή στη γελοιότητα έχει ένα όριο) αλλά αυτό είναι λεπτομέρεια μπροστά στο πάθος και την αποφασιστικότητα του πολιτικού ανδρός που ανέλαβε την ολοκλήρωση του εγχειρήματος αν και έφαγε πόρτα δύο φορές μέχρι τώρα, και από τον υπουργό Παιδείας της Βαυαρίας και από τον αντιδήμαρχο του Μονάχου. Η απάντησή τους θα μπορούσε να συμπυκνωθεί στη λέξη “νισάφι”.
Όμως ο άοκνος μαχητής της Παιδείας
δεν το βάζει κάτω. Ζητάει “πολιτική λύση” (σας θυμίζει κάτι;) και είναι σίγουρος ότι θα βρεθεί. Μετά από αυτή την εξέλιξη μπορούμε πλέον να κοιμόμαστε ήσυχοι και οι Έλληνες της Βαυαρίας να κανονίσουν ποιος θα πηγαίνει τα παιδιά στο νέο σχολείο που, το πολύ τον Ιούλιο του 2017, θα είναι έτοιμο και πλήρως εξοπλισμένο.

Έχετε αμφιβολίες; Κακώς. Ο Θεοδόσης Πελεγρίνης, ο περί ου ο λόγος, καμμία.

 http://www.athensvoice.gr

Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2016

Ο εποικισμός της Ευρώπης και το σύνδρομο του κόκκινου σκίουρου

Του Πάνου Μητρονίκα

Ο κόκκινος ή Ευρασιατικός σκίουρος, ήταν το κυρίαρχο είδος σκίουρου στα δάση της Ευρώπης από τότε που οι σκίουροι άρχισαν να σκαρφαλώνουν τα δέντρα αυτού του πλανήτη. Τα τελευταία όμως χρόνια, κοντεύει να εξαφανιστεί από τα δάση της Αγγλίας της Ιταλίας και της Ιρλανδίας λόγω της εισαγωγής από τον άνθρωπο του βορειοαμερικανικού γκρι σκίουρου. Τα δύο είδη σκίουρων δεν είναι ανταγωνιστικά αλλά ταυτόχρονα δεν είναι και συμβατά. Ο γκρι σκίουρος μεταφέρει έναν ιό που ενώ δεν επηρεάζει τον ίδιο, είναι θανατηφόρος για τον κόκκινο. Επίσης έχει περισσότερες επιλογές στην τροφή από τον κόκκινο με αποτέλεσμα να επιβιώνει καλύτερα τους χειμώνες, και αναπαράγεται κανονικά ενώ ο κόκκινος σταματάει να αναπαράγεται όταν βρίσκεται υπό πίεση.
Η μεταφορά του γκρι σκίουρου στα δάση της Ευρώπης δεν έγινε με στόχο να εξαφανίσει τον κόκκινο. Δεν ήταν καν ηθελημένη (στην Ιταλία όλα ξεκίνησαν από ένα ζευγάρι που ξέφυγε από την αιχμαλωσία) τα αποτελέσματα της όμως είναι πραγματικά και απόλυτα καταστροφικά για τον πιο ντελικάτο Ευρωπαϊκό σκίουρο. Τόσο που πιθανότατα θα εξαφανιστεί.
Ένα από τα χαρακτηριστικά της μετανάστευσης που μας διαφεύγει συνήθως είναι ότι όταν εισάγουμε νέους πληθυσμούς σε μια περιοχή, δεν εισάγουμε απλά άτομα αλλά και όλα όσα τα χαρακτηρίζουν. Εισάγουμε κουλτούρες, συνήθειες, ιδεολογίες και παθογένειες. Είτε μιλάμε για σκίουρους, είτε για ανθρώπους.
Πετυχημένες και αποτυχημένες χώρες
Αν κοιτάξουμε τον χάρτη θα δούμε ότι ο κόσμος είναι χωρισμένος σε επιτυχημένες και αποτυχημένες χώρες (failed states). Ο διαχωρισμός αυτός δεν είναι ούτε φυλετικός, ούτε εθνικός, ούτε αφορά τους πόρους και το επίπεδο τεχνολογίας. Ούτε καν τον πλούτο και την κατανομή του.
Η διαφορά ανάμεσα στις πετυχημένες και τις αποτυχημένες χώρες είναι πολιτισμική. Αφορά την κουλτούρα των ανθρώπων τους.
Οι επιτυχημένες χώρες είναι δυναμικές ενώ οι αποτυχημένες είναι στατικές. Οι επιτυχημένες βάζουν στόχους και τους πετυχαίνουν, ενώ οι αποτυχημένες απλά παλεύουν να μην διαλυθούν. Εκεί που η επιτυχημένη χώρα χρησιμοποιεί τους πόρους της για να προοδεύσει, η αποτυχημένη τους κλειδώνει και τους χρησιμοποιεί για να δωροδοκεί τους πολίτες της.  Η επιτυχημένη χώρα πιστεύει ότι η σκληρή δουλειά οδηγεί σε ένα καλύτερο μέλλον. Η αποτυχημένη πιστεύει ότι θα γυρίσει ο τροχός και θα την φέρει στην κορυφή. Η επιτυχημένη χώρα κατηγορεί τον εαυτό της για τις αποτυχίες της. Η αποτυχημένη φαντασιώνεται παγκόσμιες συνομωσίες που υποσκάπτουν το κάθε της βήμα.
Οι πολίτες μιας αποτυχημένης χώρας μπορεί να δουλεύουν σκληρά αλλά δεν πιστεύουν ότι η σκληρή δουλειά θα τους ανταμείψει γιατί το σύστημα είναι διεφθαρμένο και εναντίον τους. Για αυτό είτε δουλεύουν μηχανικά, είτε προσπαθούν να βρουν τρόπους να κλέψουν το σύστημα. Η μαύρη αγορά και η μαύρη εργασία είναι κανόνας αν όχι μονόδρομος. Καθένας κλέβει τον διπλανό του. Οι πολιτικοί δεν είναι εκπρόσωποι αλλά μεσάζοντες που απλά συνδέουν κάποιον της βάσης με την κορυφή και παρέχουν χάρες και εξυπηρετήσεις. Δεν ψηφίζεις πολιτικούς για μεταρρυθμίσεις αλλά για να έχεις κάποιον να σε βοηθήσει όταν χρειαστεί. Τίποτε δεν δουλεύει χωρίς χρηματισμό, ούτε καν τα πιο απλά πράγματα.
Οι άνθρωποι αγαπούν και μισούν την χώρα τους την ίδια στιγμή. Την μια στιγμή βλέπουν τους πολιτικούς τους ηγέτες σαν θεούς και την επόμενη θέλουν να τους κάνουν κομμάτια με τα ίδια τους τα χέρια. Δεν τους ενδιαφέρει αν η πολιτεία αδικεί την μια ή την άλλη ομάδα, αρκεί να μην αδικεί τους ίδιους και τους συγγενείς τους.
Αυτή είναι η διαφορά ανάμεσα σε μια επιτυχημένη και μια αποτυχημένη χώρα και αφορά την κουλτούρα των κατοίκων τους. Και ναι, αν η περιγραφή των αποτυχημένων χωρών θυμίζει τραγικά και την Ελλάδα του σήμερα, τότε θα πρέπει ίσως να σκεφτούμε λίγο περισσότερο το γιατί είμαστε στην κατάσταση που είμαστε και τι χρειάζεται να αλλάξει.

Η επέλαση των αποτυχημένων εθνών
Ας προσπαθήσουμε να συγκρίνουμε δύο χώρες. Η χώρα «Α» έχει μια σημαντική μεσαία τάξη και οικονομία, ένα κράτος κοινωνικής πρόνοιας και χαμηλό ρυθμό γεννήσεων. Η χώρα «Β» είναι μια αποτυχημένη χώρα με διαλυμένες δομές, ανεξέλεγκτη εγκληματικότητα, μεγάλη διαφθορά, λίγες οικογένειες να ελέγχουν το κράτος και την οικονομία, και πολύ υψηλό ρυθμό γεννήσεων.
Οι πολίτες της χώρας «Α» μαθαίνουν ότι ο εθνικισμός είναι κακός και ότι όλοι πρέπει να ζούμε αρμονικά μαζί. Οι πολίτες της χώρας «Β» μαθαίνουν ότι είναι οι σημαντικότεροι άνθρωποι που έζησαν ποτέ σε αυτόν τον κόσμο και ότι θα ήταν στην κορυφή αν δεν υπήρχε η χώρα «Α».
Παρόλα αυτά, οι πολίτες της χώρας «Β» θέλουν να μεταναστεύσουν στην χώρα «Α» γιατί θέλουν τα προνόμια του κοινωνικού κράτους που τους παρέχει, και αυτή τους το επιτρέπει γιατί χρειάζεται νέο εργατικό δυναμικό για να υποστηρίξει το κοινωνικό της κράτος και το κράτος πρόνοιας, που καταρρέουν λόγω της υπογεννητικότητας.
Η χώρα «Α» καταλήγει με έναν μεγάλο ομοιογενή πληθυσμό μιας αποτυχημένης χώρας και δραματικές αυξήσεις στο κοινωνικό της κράτος από τα επιδόματα και τις δαπάνες (υγεία, παιδεία, κλπ.) για τον νέο πληθυσμό. Απειλείται με χρεοκοπία αλλά δεν μπορεί να κάνει τίποτε πια γιατί τα κόμματα που υποστηρίζουν το κράτος πρόνοιας έχουν αποκτήσει πολύ μεγάλη δύναμη με την ψήφο του νέου πληθυσμού και δεν μπορεί να τα κουνήσει κανένας από την εξουσία. Τα κόμματα που θέλουν μεταρρυθμίσεις δεν μπορούν να αγνοήσουν τον νέο πληθυσμό και έτσι προσπαθούν να τον κερδίσουν μετατρεπόμενα και αυτά σε λαϊκά κόμματα. Η χώρα «Α» σιγά σιγά χάνει τον έλεγχο ενώ η χώρα «Β» συνεχίζει να στέλνει νέο κόσμο.
Η χώρα «Β» είναι μια αποτυχημένη χώρα αλλά πλέον και η χώρα «Α» μετατρέπεται σιγά σιγά σε μια αποτυχημένη χώρα αφού εισάγει τον πληθυσμό της χώρας «Β» μαζί με την κουλτούρα του και τις παθογένειες της.
Για μεγάλο χρονικό διάστημα θεωρούσαμε ότι οι επιτυχημένες χώρες μπορούν να επηρεάσουν θετικά τις αποτυχημένες. Ότι απλά χρειαζόταν να τους μεταφέρουν κάποια τεχνογνωσία, να εκπαιδεύσουν τους ηγέτες τους σε δυτικά πανεπιστήμια, και να τους παρέχουν κάποιον αρχικό δανεισμό και επενδύσεις. Αλλά εκ του αποτελέσματος το αντίθετο συνέβη και συνεχίζει να συμβαίνει. Αντί να αναβαθμιστούν οι αποτυχημένες χώρες υπό την επιρροή των πετυχημένων, βλέπουμε τις πετυχημένες χώρες να αρχίζουν να αποτυγχάνουν υπό την επιρροή των πληθυσμών των αποτυχημένων χωρών.
Σήμερα είμαστε μάρτυρες μιας ολικής μεταστροφής από την εποχή του αποικισμού των Ευρωπαϊκών αυτοκρατοριών, στον αποικισμό της Ευρώπης από τις πρώην αποικίες της. Οι αποτυχημένες χώρες αποικίζουν τις επιτυχημένες με ανησυχητικό ρυθμό. Τέτοιο που μετατρέπει τις τελευταίες σε αποτυχημένες ταχύτατα και τις οδηγεί στην καταστροφή.
Οι αποτυχημένες χώρες έχουν επίσης υψηλότερο ρυθμό γεννήσεων και πολύ ισχυρότερους εθνικούς/φυλετικούς δεσμούς. Αυτό τους δίνει ένα πλεονέκτημα στον αποικισμό πετυχημένων χωρών με χαμηλότερο ρυθμό γεννήσεων και χαλαρούς εθνικούς δεσμούς. Αυτή η εθνική ατονία μαζί με την ανοχή και την δημοκρατία των επιτυχημένων χωρών τις οδηγεί στην καταστροφή τους εκ των έσω. Και αυτό δεν είναι απαραίτητα κάτι που γίνεται βάση σχεδίου ή συνειδητά και κακόβουλα. Αλλά αυτό δεν το κάνει λιγότερο καταστροφικό, όπως και στην περίπτωση των σκίουρων.

Οι αριστεροί και φιλελεύθεροι υποστηρικτές της ελεύθερης μετανάστευσης πανηγυρίζουν με την καταστροφή της κουλτούρας μας και ονειρεύονται μια παγκόσμια κοινότητα χωρίς σύνορα. Αλλά δεν θα συμβεί ποτέ κάτι τέτοιο μιας και οι μόνοι που πιστεύουν σε αυτό το όνειρο αυτοκαταστρέφονται με την εισαγωγή των μεταναστών οι οποίοι δεν θεωρούν ότι ο εθνικισμός και ο πατριωτισμός είναι κακά πράγματα. Οι μουσουλμάνοι δεν αισθάνονται ντροπή για την ιστορία τους. Είναι περήφανοι για αυτήν, ακόμα και για τις φρικαλεότητες της. Δεν θεωρούν ότι τα σύνορα είναι κακή ιδέα, απλά θέλουν να είναι αυτοί που τα ελέγχουν. Ο φιλελευθερισμός γκρεμίζει τα σύνορα και τα έθνη, αλλά ξεχνά ότι η δύση είναι η μόνη που πιστεύει στον φιλελευθερισμό.
Οι πιο συντηρητικοί υποστηρικτές της ελεύθερης μετανάστευσης από την άλλη, θεωρούσαν ότι η «ανωτερότητα» μας θα μπορούσε να απορροφήσει τους νέους πληθυσμούς και να τονώσει την κοινωνία μας που μαστίζονταν από την υπογεννητικότητα. Αυτό πιθανότατα θα μπορούσε να λειτουργήσει, όμως μόνο με αυστηρό έλεγχο και τήρηση των αναλογιών. Αν οι εισαγόμενοι πληθυσμοί είναι μικροί και ανομοιογενείς τότε μπορείς να τους απορροφήσεις. Αν όμως είναι μεγάλοι και ομοιογενείς τότε καταλήγεις με γκέτο και πτώχευση του κοινωνικού κράτους. Όπως ακριβώς συμβαίνει σήμερα.
Η αριστερά τάχθηκε με την «πολυπολιτισμικότητα» και η δεξιά με την υπέρ-ελεύθερη οικονομία. Δύο θέσεις που όχι μόνο ευνοούν την μετανάστευση αλλά κάνουν σχεδόν αδύνατη την αποτροπή της. Η αριστερά των κοινωνικών προνομίων και η δεξιά του «όλα για το κέρδος» χρειάζονταν περισσότερους μετανάστες είτε γιατί νόμιζαν ότι έτσι φέρνουν τους λαούς πιο κοντά, είτε γιατί είχαν την ψευδαίσθηση ότι αυτό τονώνει το κοινωνικό κράτος, είτε γιατί υπάρχουν δουλειές που δεν κάνουν οι ντόπιοι (όπως μαύρη εργασία σε εξευτελιστικές τιμές ενώ παράλληλα έχεις μια γυναίκα και 8 παιδιά, που τα μισά δεν είναι και δικά σου, στην πρόνοια).
Η ανευθυνότητα και των δύο πλευρών έχει οδηγήσει τις Ευρωπαϊκές κοινωνίες σε τεράστιες δαπάνες και πολύ υψηλή φορολογία για την κάλυψη τους, μη βιώσιμα συστήματα πρόνοιας, και πλήρη αποσάθρωση των κοινωνικών δομών που βρίσκονται πια στα όρια της κατάρρευσης. Και όλα αυτά επειδή κάποιες εταιρίες θέλουν φθηνότερα εργατικά χέρια και οι αριστεροί φαντασιώνονται μια παγκόσμια κοινωνία των λαών.
Όσο περισσότερο μια επιτυχημένη χώρα ασπάζεται την πολιτική κουλτούρα των αποτυχημένων χωρών, τόσο μικρότερη είναι η δυνατότητα της για μεταρρυθμίσεις. Μπορεί το κοινωνικό της κράτος να κρατήσει για λίγο, όσο καταφέρνει να διατηρήσει έναν σταθερό εγχώριο εργασιακό πληθυσμό, αλλά σε μια παγκοσμιοποιημένη οικονομία οι εταιρίες δεν αισθάνονται κάποια υποχρέωση να μείνουν κάπου που δεν τις συμφέρει και φεύγουν γκρεμίζοντας αυτή την πιθανότητα. Έτσι ένας πληθυσμός που έχει μάθει ότι η ζωή ξεκινά όταν πάρεις το μεταπτυχιακό σου και ότι μια οικογένεια θέλει δύο εισοδήματα για να λειτουργήσει, δεν μπορεί να έχει τον απαραίτητο ρυθμό γεννήσεων για να συντηρήσει μια τέτοια κοινωνική δομή για άλλη μια γενιά.
Όταν το σύστημα άρχισε να καταρρέει πριν λίγα χρόνια, οι πολιτικοί και των δύο πλευρών απλά πετούσαν την μπάλα ο ένας στον άλλο για το ποιος φέρει την ευθύνη. Οι αριστεροί προσποιούνταν ότι δεν συμβαίνει τίποτα και οι δεξιοί πίεζαν για ισοπεδωτικές μεταρρυθμίσεις, αγνοώντας όμως την ρίζα του προβλήματος. Εκμηδενισμός των αμυντικών δαπανών, εξαφάνιση της δημόσιας υγείας και παιδείας, μειώσεις προϋπολογισμών και χρηματοδοτήσεων στο ένα ή το άλλο τμήμα. Λες και το πρόβλημα είναι το ποσό που σπαταλάς και όχι το πώς και το που το σπαταλάς. Η όλη κατάσταση, καθώς και η διαχείριση της θυμίζει εταιρείες που καταρρέουν. Και αυτές προσπαθούν να μειώσουν δαπάνες αλλά αποτυγχάνουν να συνειδητοποιήσουν ότι το πρόβλημα τους δεν είναι το κόστος αλλά η ίδια τους η κουλτούρα. Δεν βλέπουν ότι έχουν χάσει κάθε προσανατολισμό και αποστολή. Ξέφυγαν πολύ από τους παλιούς τους στόχους και οι νέοι στόχοι τους είναι αδιέξοδοι. Κανένας στην ηγεσία δεν βλέπει κάποιον λόγο για την συνέχιση της ύπαρξη της ίδιας της εταιρείας, εκτός ίσως από το ότι τους παρέχει εργασία.
Παρατηρώντας τις Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις του σήμερα βλέπουμε ακριβώς αυτό. Τεράστια γραφειοκρατία που υπάρχει μόνο και μόνο για να παρέχει υποχρεωτικές υπηρεσίες και λειτουργεί με ανθρώπους που δεν μπορούν να αναφέρουν ούτε ένα καλό λόγο για την ύπαρξη τους εκτός ίσως από το ότι είναι εκεί σαν μια ενδιάμεση λύση μέχρι η ΕΕ να αναλάβει πλήρως. Περιφέρονται από συνάντηση σε συνάντηση και μιλάνε για «ιδιάζουσες συνθήκες» αλλά δεν το πιστεύουν ούτε οι ίδιοι. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες και γραφειοκράτες είναι μια κάστα ανθρώπων που έχουν περισσότερα κοινά μεταξύ τους, παρά με τους ίδιους τους πολίτες των χωρών τους. Πολίτες των οποίων την τύχη κακοδιαχειρίστηκαν τραγικά τα τελευταία δέκα χρόνια, γεγονός που γνωρίζουν και οι ίδιοι πολύ καλά.

Σήμερα, και όσο περισσότερο τα κόμματα εξουσίας βλέπουν την καταστροφή που έχουν επιφέρει στους λαούς τους με την απομόνωση της μεσαίας τάξης, τόσο περισσότερο αντιλαμβάνονται ότι χρειάζονται την ψήφο των μεταναστών για να ανανεώσουν την βάση των ψηφοφόρων τους. Τα αριστερά κόμματα θα μετατραπούν σιγά σιγά σε «ξένα» κόμματα που θα βασίζονται κυρίως στην ψήφο των μεταναστών. Τα δεξιά απλά δεν θα μπορούν να την αγνοήσουν και θα ψάχνουν για τρόπους να την κερδίσουν εις βάρος της ίδια της χώρας και των πολιτών της.
Αν τώρα προσθέσουμε και την απότομη, απρόσμενη και εν πολλοίς ακατανόητη αύξηση των μεταναστών που βλέπουμε σήμερα, τότε δεν χρειάζεται να εξετάσουμε πολύ το που πάμε από εδώ και πέρα. Ούτε το γιατί η σημερινή Ελληνική κυβέρνηση όπως και οι υπόλοιπες Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις (εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων που βάλλονται από όλες τις πλευρές) εξακολουθούν να βλέπουν την μετανάστευση σαν λύση για τα προβλήματα τους.
Αντί επιλόγου
Σήμερα η Δύση είναι διχασμένη την ίδια στιγμή που οι μετανάστες είναι ενωμένοι. Αυτό που συμβαίνει το βλέπουμε πια στους δρόμους της Ευρώπης και στις στατιστικές αλλά κανένα από τα δύο δεν είναι ικανό να δείξει το πλήρες μέγεθος του φαινομένου και της καταστροφής που θα επιφέρει. Έχουμε την αφέλεια να θεωρούμε ότι οι χώρες της δύσης είναι άτρωτες, αλλά δεν είναι. Η ίδια η χώρα μας αποτελεί την απόδειξη για αυτό. Και όταν θα το καταλάβουμε το σοκ θα είναι τόσο μεγάλο και η αλλοίωση της κουλτούρας μας τέτοια, που δεν θα μας μένει τίποτε άλλο από το να το δεχθούμε σαν δεδομένο και να υποταχθούμε. Το ίδιο έκαναν και οι Ίνκας. Η φιλοξενία που προσφέρεται άφθονα, άλογα, και χωρίς όρους σε διαφορετικές κουλτούρες, πληρώνεται πάντα με προδοσία και βία. Κάτι που πάλι θα μπορούσαν να μας πουν οι Ίνκας ή οι Ινδιάνοι της Αμερικής, αν υπήρχε ο πολιτισμός τους ακόμα.
Η αποίκηση μας δεν θα ήταν τόσο μεγάλο πρόβλημα αν η Ελλάδα και η υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες δεν είχαμε αυτό-εγκλωβιστεί σε αυτή την κατάσταση. Και εμείς και η υπόλοιπη ΕΕ υστερούμε στους δύο παράγοντες που θα μπορούσαν να αντιστρέψουν αυτή την κατάσταση. Υψηλότερους ρυθμούς γεννήσεων και πιο εθνοκεντρικές ηγεσίες. Τα ίδια δύο στοιχεία που έχουν όλες οι αποτυχημένες χώρες. Για αυτό και η αναμέτρηση δεν είναι ισορροπημένη. Το πρόβλημα μας δεν είναι θέμα ισχύος αλλά επιθυμίας χρήσης της. Δεν είναι θέμα ανωτερότητας ή κατωτερότητας πολιτισμών, αλλά δίψας για επιβίωση και επικράτηση του ενός έναντι του άλλου.
Για αυτό δεν είναι και καθόλου τυχαία η αύξηση του εθνικισμού σε όλη την Ευρώπη. Είναι απλά ένα αντανακλαστικό επιβίωσης όσων βλέπουν και νοιώθουν ότι κάτι δεν πάει καλά. Ας ελπίσουμε ότι δεν θα χρειαστεί να μετατραπούμε ολοκληρωτικά σε αποτυχημένες χώρες ώστε να μπορέσουμε να το αντιληφθούμε όλοι μας.
 (*) Ο Πάνος Μητρονίκας επιμελήθηκε το παραπάνω κείμενο που βασίστηκε στο άρθρο του 2011: “Failed state colonization – The greatest threat of our time” του Daniel Greenfield

http://www.liberal.gr/

Ανοιχτή επιστολή προς τον πρόεδρο της Ν.Δ. - Published by pkorfoxyliotis (αποσπάσματα)

Παναγιώτης Κορφοξυλιώτης 
 

"...Με 4.750.000 συντάξεις, (3.650.000 συνταξιούχους +300.000 στην αναμονή) ,1.000.000 Δ.Υ.στον ευρύτερο Δ.Τ, πως θα πληρώθουν από τους 2.000.000 περίπου στον Ιδ. Τομέα, (Απο ημιαπασχολούμενους των 300 ευρώ με εισφορές 150 ευρώ έως ελ.επαγγελματίες που πλέον δε δηλώνουν σχεδον τίποτα λόγω φοροάμυνας και παντελή έλλειψη φορολογικής συνείδησης, έως επιχειρηματίες;)..."
"...
"... Μπορεί κάποιος από εσάς να λύσει αυτή την εξίσωση; 
ή φτάνουν τα χάλια της τωρινής κυβέρνησης για να επικρατήσετε;
Μπορεί κάποιος να πεί την αλήθεια επιτέλους στον ελληνικό λαό που αρνείται να ωριμάσει;;
Εθελούσιες έξοδοι, πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, εφάπαξ, συντάξεις εξωπραγματικές, επιβάρυναν το ασφαλιστικό σύστημα όσο δε πάει άλλο.
Ποτέ δε κατάλαβα γιατί αν π.χ. πουληθει ο ΟΤΕ, πρέπει να βγαλουμε 45ρηδες στη σύνταξη. Ποτέ δε κατάλαβα γιατι αν κλείσει ένα υποκατάστημα τράπεζας, πρέπει να βγει η 50άρα στη σύνταξη! Ποτέ δε κατάλαβα γιατί θεωρείτε μητέρα ανηλίκου τέκνου κάποια που έχει παιδί 17 ετών.
Πρόσφατα στη Βουλγαρία Η  Alpha Bank αγοράστηκε από τη Postbank. Το υποκατάστημα στη πόλη που μένω, έκλεισε και όπως θα γινόταν σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του κόσμου, οι υπάλληλοι απολύθηκαν. Ο υποδιευθυντής της τράπεζας, ο Μίρο, που είναι και προσωπικός μου φίλος τώρα δουλεύει σε κατάστημα με στερεοφωνικά αυτοκινήτων. Να υποθέσω πως στην Ελλάδα, θα ήταν συνταξιούχος ετών 35!
Το 2015, το ελληνικό κράτος εισέπραξε 5.5 δις από το φόρο νομικών προσώπων. Ξόδεψε δε 8.5 δις για πρόωρες συντάξεις. Για όνομα του θεού, ή της λογικής!!!! Θα πει κάποιος από εσάς την αλήθεια στον Ελληνικό λαό;
Ακόμα και ψηφοθηρικά να το δείτε, είναι ευκαιρία να ωριμάσετε τον ελληνικό λαό λέγοντας του την αλήθεια! Οι ανεπάγγελτοι ηλίθιοι αριστεροί, καταρρέουν μόνοι τους… Ένα 45% του εκλογικού σώματος, περιμένει κάποιον να τον πιστέψει… Περιμένει την αλήθεια…"

Τετάρτη 5 Οκτωβρίου 2016

https://lh3.googleusercontent.com/-D9BLASycR3w/V768v-11pbI/AAAAAAAAL6o/Z9_UaNlJpqY/s640/FB_IMG_1472117780168.jpg
https://lh3.googleusercontent.com/-E7ckES4ho4I/V-AORHey5yI/AAAAAAAAMM8/uDm-1-8jPDg/s640/FB_IMG_1474301240589.jpg
https://lh3.googleusercontent.com/-kI3bNFGwesI/V_OTOoyLHpI/AAAAAAAAMXo/i33AKxiUFIg/s640/FB_IMG_1475580679730.jpg

Το «Game Over» των μύθων...


 ΠΡΟΚΟΠΗΣ ΔΟΥΚΑΣ

«Για καθεμία εξίσωση που βάζεις στο βιβλίο σου, υπολόγιζε να χάνεις τους μισούς αναγνώστες σου» είχε πει κάποτε στον κορυφαίο φυσικό Stephen Hawking ο εκδότης του.
Ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου δεν έχει βέβαια εξισώσεις στο βιβλίο του «Game Over», που δανείζεται τον τίτλο του από την περίφημη φράση του Jean-Claude Juncker για την ελληνική κρίση. Ωστόσο, παραθέτει πλήθος στοιχείων και αριθμών. Και θα περίμενε κανείς ότι ένα βιβλίο, από έναν οικονομολόγο για τα έξι και πλέον χρόνια της ζωής μας με ύφεση και μνημόνια, θα ήταν τουλάχιστον βαρύ και μελαγχολικό, αν όχι βαρετό.
Αντιθέτως, ως πρωταγωνιστής της πιο ταραγμένης περιόδου της μεταπολιτευτικής μας ιστορίας, ο πρώην υπουργός γράφει ένα συναρπαστικό αφήγημα που διαβάζεται νεράκι, σαν μυθιστόρημα, από την αρχή ως το τέλος. Και με γλώσσα κατανοητή και σχεδόν ποτέ κουραστική, καταγράφει τις γνωστές αλλά και τις αθέατες πλευρές ενός θρίλερ, τις συνέπειες του οποίου εξακολουθούμε να βιώνουμε.
Αρχίζοντας από την εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ το 2009, ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου καταπιάνεται με το προφανές ‒ αυτό που παραμένει τόσο δύσκολο να αποδεχτεί μεγάλη μερίδα της ελληνικής κοινωνίας: ότι το ελληνικό κράτος είχε υπερχρεωθεί την προηγούμενη επταετία, με ασύστολες σπατάλες. Ότι στο τέλος της περιόδου αυτής, το κράτος εισέπραττε 100 και ξόδευε 124, δημιουργώντας έλλειμμα 24 δισ. μόνο μέσα σε μια χρονιά. Ότι, παρότι η ελληνική κρίση ήταν «η πιο ορθόδοξη και προβλέψιμη της Ευρώπης», αντιμετωπίστηκε με χαρακτηριστική αμεριμνησία. Ότι ο δανεισμός έγινε αδύνατος, όταν οι (απρόσωπες ‒ και όχι «όργανα κάποιας συνωμοσίας») αγορές έγιναν δύσπιστες. Ότι η χώρα δεν θα μπορούσε ποτέ να ορθοποδήσει.
Ότι τα περιβόητα «greek statistics» και οι συνεχείς αποκαλύψεις των λαθροχειριών που είχαν γίνει ανερυθρίαστα, ανεβάζοντας κάθε φορά το έλλειμμα ως ποσοστό του ΑΕΠ σε ολοένα και πιο θηριώδη νούμερα, εμπόδιζαν να κερδηθεί αυτή η απαραίτητη εμπιστοσύνη, παρά τα αλλεπάλληλα μέτρα. Και ότι οι χρόνιες παθογένειες της χώρας και ο μέχρι τότε συνεχής εκτροχιασμός της οικονομίας, το αρνητικό ισοζύγιο πληρωμών, η έλλειψη ανταγωνιστικότητας με τη διαρκή αύξηση μισθών και πρόωρων συντάξεων μετά το 2000 («πείνας» τους αποκαλούσαν τότε οι συνδικαλιστές), η σαθρή διάρθρωση και λειτουργία του δημοσίου και του παραγωγικού τομέα, η αδυναμία επίλυσης του ασφαλιστικού και η ανισότητα στα φορολογικά βάρη, δημιουργούσαν μια επιπρόσθετη εικόνα ενός «αποτυχημένου» κράτους που αδυνατούσε να ανήκει στη σύγχρονη ευρωπαϊκή πολιτική και οικονομική πραγματικότητα.
Ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου καταγράφει όλες τις παθογένειες που οδήγησαν στην κρίση και ακολούθως στα μνημόνια (και όχι το ανάποδο, όπως επιθυμεί η λαϊκίστικη αφήγηση), καταρρίπτοντας όλους τους μύθους που λειτούργησαν ως οπλοστάσιο της «αντιμνημονιακής φούσκας». Τότε που, σε μια πλήρη αναστροφή της πραγματικότητας «οι πυροσβέστες κατηγορήθηκαν ως εμπρηστές».
Τις παθογένειες του δημόσιου διαλόγου μας, που πήρε φράσεις και τις διέστρεψε δημαγωγικά: Το «λεφτά υπάρχουν» δεν ειπώθηκε ποτέ με την έννοια που του δόθηκε αργότερα, «η πορεία του Τιτανικού» ειπώθηκε μήνες πριν ανέβουν τα spread του δανεισμού, ο διορισμός Γεωργίου (που δήθεν φούσκωσε το έλλειμμα) στην ΕΛΣΤΑΤ συνέβη μήνες μετά την υπογραφή του πρώτου μνημονίου ‒ το γεγονός ότι η υπόθεση αυτή ακόμα ταλαιπωρεί τη νοημοσύνη μας και τη λειτουργία της δικαιοσύνης είναι ενδεικτικό για τον βαθμό κατανόησης της κρίσης από μια κοινωνία, που άγεται και φέρεται από τον λαϊκισμό.
Τις παθογένειες του πολιτικού προσωπικού και της ρητορικής του μέσα στο ίδιο του το κόμμα (υπουργοί που έλεγαν ότι έπρεπε να είχαμε πάρει πιο έγκαιρα τα μέτρα, ενώ τότε είχαν σθεναρά αρνηθεί), με την προσπάθεια πολλών σε όλη την πυραμίδα, από το κορυφαίο στέλεχος ως τον τελευταίο συνδικαλιστή, να σαμποτάρουν μια κοινή προσπάθεια αποφυγής της καταστροφής, αρνούμενοι να υλοποιήσουν υπεσχημένες μεταρρυθμίσεις και παίζοντας παιχνίδια προσωπικής στρατηγικής. Αν και «Ιφιγένεια» του κόμματός του, ο Παπακωνσταντίνου είναι πάντως ευγενής με τους συναδέλφους του: Αποφεύγει τις προσωπικές αναφορές, στις περισσότερες περιπτώσεις, αφήνοντας μόνο μερικές σαφείς αιχμές για πρόσωπα και πράγματα.
Αλλά κυρίως, ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου καταγγέλλει την ανεύθυνη στάση της τότε αντιπολίτευσης ‒και ειδικά της αξιωματικής που, αν και υποτίθεται ότι ήταν φιλοευρωπαϊκό κόμμα, επί Σαμαρά μεταλλάχθηκε σε έναν αντιμνημονιακό μπροστάρη, προκαλώντας τεράστια ζημιά στη χώρα και διογκώνοντας το κύμα του λαϊκισμού, με τις συνέπειες που όλοι ξέρουμε‒ και στο πολιτικό φάσμα. Η απαίτηση του να μπει το ΛΑΟΣ στην κυβέρνηση Παπαδήμου για λόγους μικροπολιτικής, το αψυχολόγητο και επιβλαβές κλείσιμο της ΕΡΤ, ο λαϊκίστικος ανασχηματισμός του 2014 αλλά και η προσπάθεια Σαμαρά να εμφανίσει ως μόνο δικό του επίτευγμα το πρωτογενές πλεόνασμα που πέτυχε, πατώντας πάνω στο δημοσιονομικό συμμάζεμα που είχε γίνει κατά 80% από τον Παπακωνσταντίνου, είναι μερικές ακόμα από τις αιχμές της αφήγησης.
Ο πρώην υπουργός φωτίζει βεβαίως και λιγότερο γνωστές πλευρές της κρίσης, τις αλλεπάλληλες συναντήσεις του σε όποιο ευρωπαϊκό forum υπήρχε, την αναζήτηση άμυνας της ευρωζώνης στις αγορές «πριν ανοίξει τη Δευτέρα το Τόκιο», τις αγωνιώδεις προσπάθειες να στηθεί ένας ευρωπαϊκός μηχανισμός στήριξης από το μηδέν, τη συμφωνία της Deuville μεταξύ Merkel και Sarkozy που άλλαξε τα δεδομένα για τη δημοσιονομική πειθαρχία στην Ευρώπη, την επιμονή του Γάλλου Προέδρου για δημοψήφισμα με ερώτημα «Ναι ή Όχι στο ευρώ», τους κλυδωνισμούς και την πτώση της κυβέρνησης Παπανδρέου, με αναφορά και στον ρόλο του Ευάγγελου Βενιζέλου. Και ως τέτοιο, το βιβλίο παραμένει ένα από τα λίγα ντοκουμέντα, ώστε κάποτε να εξηγηθεί πλήρως η ιστορική διάσταση των πραγμάτων.
Ο πρώην υπουργός Οικονομικών δεν μένει όμως στην καταγραφή της θητείας του. Σχολιάζει όλη τη συνέχεια της ελληνικής περιπέτειας, πρώτα ως υπουργός Περιβάλλοντος της κυβέρνησης Παπαδήμου και στη συνέχεια έχοντας αποσυρθεί από την πολιτική. Επισημαίνει πόσο σημαντικό ήταν το PSI, αναλύει την κρίση της Κύπρου, στηλιτεύει την εγκατάλειψη πολιτικών και ασκεί σφοδρή κριτική στους χειρισμούς της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, στην οποία αναγνωρίζει αρχικά σωστούς στόχους για λιγότερη λιτότητα και ελάφρυνση του χρέους.
Ακολούθως όμως την επικρίνει ότι επέλεξε τη μετωπική σύγκρουση και βρέθηκε «με πρόγραμμα χωρίς χρήματα, αντί για χρήματα χωρίς πρόγραμμα, που επιθυμούσε». Και με την κωλυσιεργία και την επιπολαιότητα που επέδειξε, οδήγησε τη χώρα στον τραγέλαφο του δημοψηφίσματος και του νέου επιβαρυντικού μνημονίου. Ο Παπακωνσταντίνου καταλογίζει ερασιτεχνισμό σε όσους προσπαθούσαν να προβάλλουν ως εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης άλλες δυνάμεις πλην της Ευρώπης και επισημαίνει ότι το οικονομικό επιτελείο είχε πλήρη γνώση για το επακόλουθο κλείσιμο των τραπεζών με τους χειρισμούς που έκανε. Παραλλήλως, επισημαίνει πόσο επιζήμια ήταν η ρητορική της διχόνοιας, που ακολούθησε το κόμμα της αριστεράς για να ανέλθει και να διατηρηθεί στην εξουσία.
Επίσης, υπεραμύνεται των δικών του χειρισμών, θυμίζοντας ότι η χώρα δεν ήταν «πειραματόζωο», αλλά έλαβε τη μεγαλύτερη δανειακή βοήθεια στην ευρωπαϊκή ιστορία και απέκτησε για πρώτη φορά έναν σοβαρό «οδικό χάρτη» για τον εκσυγχρονισμό της, ότι η δημιουργία ευρωπαϊκών μηχανισμών στήριξης σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα ήταν πρωτόγνωρη στα χρονικά και επισημαίνει ότι αν οι εκτιμήσεις του ΔΝΤ για τους περιβόητους «πολλαπλασιαστές» ήταν πιο κοντά στην πραγματικότητα, τα πράγματα θα ήταν χειρότερα για την Ελλάδα. «Η ανάπτυξη πάντως δεν θα γυρίσει απλώς με λιγότερη λιτότητα» καταλήγει ο συγγραφέας.
Ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου αναφέρεται βεβαίως και στην προσωπική ποινική του περιπέτεια, ως «αποδιοπομπαίος τράγος» όλου του πολιτικού συστήματος ‒ ο «άνθρωπος που έφερε τα μνημόνια στη χώρα». Η άκρως αμφιλεγόμενη διαδικασία παραπομπής του για τα ονόματα των συγγενών του που δεν βρέθηκαν σε ένα μεταγενέστερο στικάκι, η αθωωτική γι' αυτόν ψήφος τόσο του εισηγητή της υπόθεσης, όσο και του Προέδρου του Ειδικού Δικαστηρίου, αλλά και η πολιτική διάσταση της καταδίκης του με την ελάχιστη δυνατή ποινή, μόνο για ένα πλημμέλημα, κάνουν κάθε καλοπροαίρετο παρατηρητή να διατηρεί τεράστιες επιφυλάξεις για την ποιότητα της πολιτικο-δικαστικής μας ζωής.
Όταν έγινε για πρώτη φορά εκπρόσωπος τύπου του ΠΑΣΟΚ, ο Γιώργος Παπακωνσταντίνου δημιούργησε την εντύπωση ότι είχε μια φυσική ικανότητα, που τόσο λείπει από το δημόσιο βίο μας: Δεν μιλούσε με την ξύλινη γλώσσα των πολιτικών. Τώρα δείχνει ότι αυτό το ταλέντο του συγκροτημένου και ουσιαστικού λόγου είναι το ίδιο ισχυρό και στο γραπτό κείμενο. Το «Game Over», γραμμένο τόσο στα αγγλικά, όσο και στα ελληνικά, είναι σίγουρα μια γοητευτική όσο και χρήσιμη μαρτυρία για τη μελέτη της μεταπολιτευτικής μας ιστορίας ‒ και της μεγαλύτερης ίσως κρίσης που πέρασε η Ενωμένη Ευρώπη.
Γράφει ο Παπακωνσταντίνου τη δική του, υποκειμενική ματιά για τα γεγονότα και την ερμηνεία τους; Προφανώς. Αποκρύπτει ενδεχομένως τα δυσάρεστα για αυτόν, καλύπτοντας τις αδυναμίες και τα λάθη του; Ίσως. Η αφήγηση του πάντως, ρευστή και διάφανη, τον δικαιώνει. Και 4 μήνες τώρα που έχει κυκλοφορήσει το βιβλίο, αλλά και όλα τα προηγούμενα χρόνια, δεν έχει παρουσιαστεί κάποια στέρεη επιχειρηματολογία που να ανατρέπει τη δική του. Θα ήταν ενδιαφέρον να δούμε, αν θα υπάρξουν ποτέ σοβαρά διατυπωμένες απαντήσεις. Η σιωπή και το αδιάφορο σφύριγμα των επικριτών του δεν προοιωνίζεται κάτι τέτοιο.

 http://www.athensvoice.gr

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2016

4 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1919… ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΞΑΝΘΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΤΡΑΤΟ. (ΙΧ. ΜΠ)

Γράφει ο Αντγος Ε.Α
Νικόλαος Φωτιάδης
Επίτιμος Υδκτής Δ’ΣΣ

Το φθινόπωρο του 1918 υπήρξε περίοδος αποφασιστική για την έκβαση του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Μετά την συντριβή των Γερμανοβούλγαρων και την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας τον Σεπτέμβριο του 1918, η Γαλλική Στρατιά της Ανατολής με τον Στρατηγό Φρανσαι Ντ’ Εσπεραί, προήλασε και κατέλαβε την Ανατολική Μακεδονία και την Θράκη και έφθασε μέχρι τον Βόσπορο.
Τότε έγιναν σκέψεις ( σε σκοτεινά κέντρα λήψεως αποφάσεων) να δημιουργηθεί Γαλλικό Προτεκτοράτο στην Θράκη, κατά τα πρότυπα της Συρίας και του Λιβάνου.
Η πληροφορία μεταδόθηκε από τον διερμηνέα των Γάλλων Έλληνα Στρατιώτη Ανέστη Πολυχρονιάδη στης Ελληνικές Αρχές, ενημερώθηκε ο Πρωθυπουργός της Ελλάδος Ελευθέριος Βενιζέλος και μετά από συνάντηση του με τον Γάλλο Πρωθυπουργό Κλεμανσώ αποφασίστηκε η συμμετοχή της Ελληνικής Μεραρχίας (ΧΙ Μεραρχία Πεζικού) στα Στρατεύματα κατοχής στην περιοχή Παρανεστίου (Μπούκια) – Αβδηρών (Μπουλούστρα) – Ιάσμου (Γιασίκϊοι) Κομοτηνή.
Ο Αρχηγός των Συμμαχικών Δυνάμεων Ανατολής Φρανσαι Ντ’ Εσπεραί, απέστειλε στον Έλληνα Αρχιστράτηγο Λεωνίδα Παρασκευόπουλο σημείωμα με οδηγίες για τον τρόπο καταλήψεως από τα Ελληνικά Στρατεύματα της Θράκη, στο οποίο μεταξύ άλλων έγραφε: «η παραχώρηση της Θράκης εις την Ελλάδα θα είναι δίκαια αμοιβή δια την λαμπράν συμμετοχήν του Ελληνικού Στρατού εις τας εν Ανατολή επιχειρήσεις …».
Η ΙΧ Μεραρχία με διοικητή τον Υποστράτηγοι Γεώργιο Λεοναρδόπουλο (25ο Σύνταγμα Πεζικού, 26ο Σύνταγμα Πεζικού, 3/40 Σύνταγμα Ευζώνων) μετακινήθηκε από την περιοχή του Κιλκίς και στις 3 Οκτωβρίου 1919 με το Μηχανικό της γεφύρωσε το Νέστο ποταμό σε δυο σημεία (Τολότς και Παρανέστι). Το πρωί της 4ης Οκτωβρίου το 1ο Τάγμα του ηρωικού 25ου Συντάγματος (Συνταγματάρχης Μεσσήνης Δημήτριος) και η 9η Ημιλαρχία Ιππικού πέρασαν το Νέστο και περί την 1100 ώρα εισήλθαν στην πόλη της Ξάνθης. Επικεφαλής των τμημάτων με εντολή του Στρατηγού Λεοναρδόπουλου ήταν ο Ξανθιώτης Ανθυπολοχαγός Μηχανικού Γαβριήλ Λαδάς.
Η είσοδος των Ελληνικών Στρατευμάτων στην Ξάνθη έθεσε επιτέλους τέρμα στα βάσανα του υπερήφανου λαού της, κυρίως κατά την περίοδο της Βουλγαρικής κατοχής (1913 – 1919). Πρώτος Δήμαρχος διορίστηκε ο Χριστόδουλος Μπρωκούμης, ο οποίος παρέλαβε από τον Βούλγαρο υπάλληλο του Δήμου Πασάρωφ (ο Βούλγαρος δήμαρχος Κούδεφ είχε φύγει στην Βουλγαρία).
Η Ελληνική σημαία κυμάτισε πάλι στο ωρολόϊ της πλατείας και άρχισαν να επιστρέφουν στην αγαπημένη τους Ξάνθη, όσοι είχαν αναγκασθεί να φύγουν κατά την διάρκεια της Βουλγαρικής κατοχής.

http://fonitisxanthis.gr/

Η απελευθέρωση της Ξάνθης.

Του Πέτρου Γεωργαντζή


 4 Οκτωβρίου 1919 Απελευθέρωση της Ξάνθης
97η επέτειος Ελευθέρια Ξάνθης

Η 4η Οκτωβρίου υπήρξε ένα πραγματικό ορόσημο στη νεότερη ιστορία της Θράκης. Είναι το τέλος της ασέληνης νύχτας της δουλείας και η χαραυγή της ελευθερίας της Ξάνθης, αρχικά και της υπόλοιπης Δ. Θράκης στη συνέχεια. Είναι η ευτυχής κατάληξη μιας σειράς πολεμικών και διπλωματικών αγώνων και προσπαθειών, που μπορούμε να πούμε ότι άρχισαν τουλάχιστον 7 χρόνια νωρίτερα, στις 4 Οκτωβρίου 1912, όταν έμπαινε η Ελλάδα στον Α’ Βαλκανικό πόλεμο (για να μην αναφερθούν τα όσα έλαβαν χώρα στη γη αυτή κατά την περίοδο τουλάχιστον των ετών 1900-1912). Βέβαια σ’ αυτά τα 7 χρόνια (από 1912 μέχρι το 1919) πολλά μεσολάβησαν, τα κυριότερα των οποίων ήταν:
Α) Πρώτη οκτάμηνη Βουλγαρική κατοχή της Δυτικής Θράκης ( 1912-1913). Αρχή διωγμών των Ελλήνω κατοίκων προς εκβουλγαρισμό της χώρας. Β) 13-14 Ιουλίου 1913. Πρώτη απελευθέρωση της Δ. Θράκης από τον Ελληνικό στρατό , η οποία όμως ήταν βραχύβια (μόλις 15 ημερών), γιατί οι τότε μεγάλες δυνάμεις επιδίκασαν και πάλι τη Δ. Θράκη στην ηττημένη Βουλγαρία (Συνθήκη Βουκουρεστίου 28 Ιουλίου 1913). Φυγή των Ελλήνων της Θράκης και μάλιστα των Ξανθίων. Γ) Δεύτερη βουλγαρική κατοχή της Δ. Θράκης (Οκτώβριος 1913-Οκτώβριος 1919). Λεηλασία και αρπαγή των ελληνικών περιουσιών. Ερήμωση της Ξάνθης. Δ) Πρώτος Παγκόσμιος πόλεμος (1914-1918). Πείνα και δυστυχία στη Θράκη. Νέα πολεμική αντιπαράθεση Ελλήνων και Βουλγάρων. Νίκη των Ελλήνων. Συνθηκολόγηση Βουλγαρίας ( Οκτώβριος 1918 ).
Ε) Μαραθώνιες συζητήσεις στο Παρίσι ( στο συνέδριο Ειρήνης ) για την τύχη της Θράκης. Διεκδικήσεις των Ελλήνων, αντιδράσεις των Βουλγάρων αλλά και
«φίλων» και συμμάχων της Ελλάδας (Ιανουάριος -Σεπτέμβριος1919). ΣΤ) Τελική απόφαση για δημιουργία, έστω προσωρινά
«Διασυμμαχικού κράτους» στη Δ. Θράκη, υπό Γαλλική Διοίκηση. Ο Βενιζέλος το μόνο που επέτυχε ήταν να ενταχθεί στο διασυμμαχικό στρατό «κατοχής» η ενάτη
ελληνική Μεραρχία, υπό το στρατηγό Γ. Λεοναρδόπουλο.
Ζ) Στις 4 Οκτωβρίου 1919 αρχίζει η προέλαση των συμμαχικών δυνάμεων στη Δ. Θράκη. Πρώτος εισέρχεται ο ελληνικός στρατός και καταλαμβάνει «το τρίγωνο της Ξάνθης» (περίπου σημερινό Νομό Ξάνθης, μέχρι το ποτάμι του Ιάσμου) ενώ οι υπόλοιπες συμμαχικές δυνάμεις προωθούνται ανατολικότερα μέχρι τον ‘Έβρο.Ως πρωτος δήμαρχος ορίσθηκε από τήν Γαλλική Διοίκηση ο μουσουλμάνος Ταχήρ εφένδης( ο οποίος ήταν Δήμαρχος καί πρό του 1912, (πρίν δηλ τήν κατάληψη της Ξάνθης από τουθς Βουλγάρους) με βοηθό Δημάρχου τόν Χριστόδουλο Μπρωκούμη .Η 4η Οκτωβρίου έγινε η αρχή και ο αρραβώνας της καταλήψεως – απελευθέρωσης και στη συνέχεια ενσωματώσεως της Δ. Θράκης στην Ελλάδα. Βέβαια πολλά έπρεπε να γίνουν και έγιναν μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα. (Παλιννόστηση των Θρακών και μάλιστα των Ξανθείων, αφοπλισμός Βουλγάρων «χωροφυλάκων», οργάνωση ελληνικής κυβερνητικής μηχανής κ.λπ.) όλα όμως λειτούργησαν άψογα. Η) Στις 14 Μαΐου 1920 οι σύμμαχοι της Ελλάδος παραχώρησαν τη διοίκηση και φύλαξη και της υπόλοιπης Δ. Θράκης στις ελληνικές στρατιωτικές και πολιτικές αρχές για να τη διοικούν και φρουρούν «εν ονόματι των συμμάχων», θ) Τέλος, στις 28 Ιουλίου 1920 με μια από τις συνθήκες των Σεβρών η Δ. Θράκη παραχωρήθηκε για να ενσωματωθεί στην Ελλάδα. Κατά συνέπεια η 4η Οκτωβρίου αποδείχθηκε η αρχή του τέλους της δουλείας και η αρχή της ελευθερίας ολόκληρης της Δ. Θράκης. Έκτοτε και μέχρι σήμερα, ασφαλώς όμως και στο μέλλον, καταβάλλεται συνεχής αγώνας για περιφρούρηση του ύψιστου αγαθού της ελευθερίας που απολαμβάνουμε όλοι εδώ στη Θράκη μέσα σε πνεύμα ισονομίας και ισοπολιτείας, χωρίς διακρίσεις θρησκείας, φυλής, γλώσσας, κουλτούρας. Ευελπιστούμε ότι το αγαθό της ελευθερίας που με τόσους αγώνες κατακτήθηκε από τους προγόνους μας θα προσπαθήσουμε κι εμείς και οι μελλοντικές γενιές των Θρακιωτών και γενικότερα των Ελλήνων να το διασφαλίσουμε αλώβητο κοι απρόσβλητο αλλά και αδιαπραγμάτευτο προς κάθε επιβουλέα και κατακτητή. Ίσως το βάρος είναι πιο μεγάλο στις επερχόμενες γενιές, γιατί «το φύλαξαι τα αγαθά χαλεπώτερον του κτήσασθαι» (το να διατηρήσεις τα αγαθά – και μάλιστα της ελευθερίας – είναι πιο δύσκολο από το να τα αποκτήσεις), όπως έλεγαν και οι πρόγονοι μας. Ας μη ξεχνούμε ακόμα ότι «εύδαιμον το ελεύθερον, ελεύθερον δε το εύψυχον». Καί πάλι χρόνια πολλά στους Ξανθείους καί γενικώτερα στους Θρακιώτες.

Π. Γεωργαντζής
Υ.Γ.Για περισσότερα στοιχεία ο ενδιαφερόμενος παραπέμπεται στο βιβλίο μου : Ο Θρακικός αγώνας 1912-1920.

 https://www.xanthi2.gr

Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2016

Η Ελλάδα δεν χρειάζεται εχθρούς

 ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ

Μ​​ετά το ιστορικό διάγγελμα από το Καστελλόριζο του πρίγκιπος της δυναστείας των Παπανδρέου, Γεωργίου του Μικρού, η Ελλάς πέρασε στην εποχή των Μνημονίων. Οι οικονομολόγοι αντικατέστησαν στην τηλεόραση τους αστρολόγους και τους σεισμολόγους, για να συμμετάσχουν και αυτοί στην ευγενή άμιλλα των προβλέψεων που διαψεύδονται. Η δε ελληνική κοινωνία κατέφυγε στα αντικαταθλιπτικά. Και δεν εννοώ τα φαρμακευτικά σκευάσματα των οποίων η κατανάλωση αυξήθηκε, όσο μειώθηκε η αγορά των Καγιέν. Εννοώ τα αντισώματα που παράγει ο ίδιος ο οργανισμός προκειμένου να επιβιώσει. Μετά το περίφημο «μα είναι δυνατόν να μας συμβαίνει αυτό;», ακολούθησε η αναζήτηση σκοτεινών δυνάμεων του σύμπαντος που το προκάλεσαν, την οποία συνόδευε η πεποίθηση πως αφού η κατάσταση οφείλεται σε εξωγενείς παράγοντες, μεταλλαγμένα μικρόβια και ιούς του παγκόσμιου καπιταλισμού, όταν βρεθεί το εμβόλιο θα ξαναβρούμε την υγειά μας. Κοινώς μια μέρα θα ξυπνήσουμε και όλα γύρω μας θα είναι όπως ήσαν πριν. Η πολιτική ηγεσία της εποχής μάς διαβεβαίωνε πως η ημέρα αυτή δεν θα αργήσει. Ενας χρόνος και πολύ μας είναι.
Δεν θα επαναλάβω τα χιλιοειπωμένα περί «αγανακτισμένων» πολιτών ή εξίσου «αγανακτισμένων» πολιτικών με τους πολίτες που δεν πληρώνουν τους φόρους τους και ως εκ τούτου υποστηρίζουν ότι προήλθε η πτώχευση του Δημοσίου. Γενικά όλοι ήμασταν αγανακτισμένοι και όλοι είχαμε τα νεύρα μας. Μπορεί να φταίει και το ιώδιο της Μεσογείου που επηρεάζει τον θυρεοειδή. Η επιστήμη κάποτε θα αποφανθεί, ελπίζω.
Το κύριο χαρακτηριστικό της εποχής των Μνημονίων, η οποία φέτος συμπληρώνει το έβδομο έτος της ηλικίας της, να είναι καλά, χαρακτηρίζεται κυρίως και πρωτίστως από τη νοσταλγία του παρελθόντος. Το εξαγνίσαμε και το καθαγιάσαμε, ξεχνώντας πως στα χρόνια της δημοκρατικής ευμάρειας, της έστω δανεικής, είχαμε μετατρέψει την χώρα μας σε ένα απέραντο νυχτερινό κέντρο, ίνα μη είπω σκυλάδικο. Ποια τα χαρακτηριστικά του; Πρώτον, συνήθως στεγάζεται σε αυθαίρετο κτίσμα. Δεύτερον, στόχος είναι να ξοδευτούν όσο περισσότερα χαρτονομίσματα γίνεται, των οποίων το ξόδεμα ταυτίζεται με τη διασκέδαση και την «καψούρα», το συναισθηματικό ξεσάλωμα εν ολίγοις. Τρίτον, το κοινωνικό πρότυπο της επιτυχίας ήταν το «πρώτο τραπέζι πίστα». Δανειστήκαμε αλόγιστα; Μπορεί. Αν όμως είχαμε δανειστεί εξίσου αλόγιστα, ίσως ακόμη πιο αλόγιστα, αλλά είχαμε καταφέρει να στήσουμε έστω ένα πανεπιστήμιο, μία βιβλιοθήκη και να αναπτύξουμε δέκα παραγωγικούς τομείς τα πράγματα θα ήσαν τελείως διαφορετικά. Με τόσα χρήματα που πέρασαν το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο θα μπορούσε να είναι το πλουσιότερο και πιο εντυπωσιακό μουσείο της Ευρώπης. Ομως προτιμούσαμε την «sabania» των νυχτερινών κέντρων.
Σήμερα, επτά χρόνια μετά την πτώχευση, οι περισσότεροι εξ ημών, εξακολουθούν να νοσταλγούν το παρελθόν και να πιστεύουν στα μικρόβια που μας κατέστρεψαν. Φταίνε οι πολιτικοί; Σίγουρα φταίνε οι πολιτικοί.
Ενοχικοί, αλλά παρ’ όλ’ αυτά αυτάρεσκοι δεν είχαν το θάρρος, ή την ευφυΐα, να συγκρουσθούν με την εικόνα της επιτυχίας που οι ίδιοι είχαν καλλιεργήσει. Δεν ευθύνονται όμως μόνον οι πολιτικοί. Ευθύνονται και οι δημοσιογράφοι και οι πανεπιστημιακοί, οι δικηγόροι, οι γιατροί και οι δάσκαλοι ακόμη. Οσοι σε γενικές γραμμές αποτελούν τις ελίτ. Θα μου πείτε ποιες ελίτ; Αυτές που είχαν απαξιωθεί ήδη από τα χρόνια της ευμάρειας; Ο θόρυβος που έκανε το νυχτερινό κέντρο ήταν τέτοιος που έπνιγε κάθε απόπειρα αρθρωμένου λόγου. Το ελληνικό Δημόσιο πτώχευσε. Η ελληνική κοινωνία αποσυντίθεται σε μικροομάδες που εχθρεύονται η μία την άλλη. Η έννοια της εθνικής κοινότητας καταρρέει στο χρηματιστήριο των αξιών. Την έχουν αντικαταστήσει οι «συλλογικότητες».
Κακός σύμβουλος η νοσταλγία. Το 2016 συζητάμε δημόσια τα ίδια που συζητούσαμε και το 2010. Προσπαθούμε να ανακαλύψουμε τα μυστικά του βάλτου. Πόσο θα μειωθούν οι μισθοί και οι συντάξεις, πόσοι θα μείνουν και ποιοι θα φύγουν από το Δημόσιο, αν είναι αναγκαίες οι ιδιωτικοποιήσεις. Το ρεπερτόριο εμπλουτίσθηκε από τον ΕΝΦΙΑ και το μεταναστευτικό θα μου πείτε. Πρόοδος. Οσο μικρότερος είναι ο βάλτος τόσο μεγαλύτερα αισθάνονται τα βατράχια που ζουν μέσα του. Δεν θυμάμαι ποιος το είπε αυτό, νομίζω ο Μαρξ, αλλά είναι μάλλον προφανές πως στόχος του εθνικολαϊκισμού που μας κυβερνάει είναι να μικρύνει όσο μπορεί τον βάλτο για να αισθανόμαστε μεγαλύτεροι.
Το παρόν της Ελλάδας είναι η πτώχευση και η κοινωνική αποσύνθεση. Το μέλλον όμως; Πόσοι περιμένουμε το πριγκιπόπουλο που θα λύσει τα μάγια της Χιονάτης; Ελάτε τώρα. Ενας μόνον δημόσιος διάλογος αξίζει τον κόπο για να γίνει. Κι αυτός δεν αφορά ούτε στις ιδιωτικοποιήσεις, ούτε στο ύψος των συντάξεων, ούτε στον ΕΝΦΙΑ, ούτε στις βλακείες περί Αριστεράς και Δεξιάς και των παρελκομένων. Αφορά το παρόν και το μέλλον. Ποιες δυνάμεις έχουν απομείνει ακόμη ζωντανές και πώς μπορούμε να τις βοηθήσουμε για να δημιουργήσουν αυτό το μέλλον; Και να το πάρουμε επιτέλους απόφαση. Η Ελλάδα δεν χρειάζεται εχθρούς. Εχει τη μικρόψυχη, ακαλλιέργητη, ατάλαντη, μνησίκακη πλευρά του εαυτού της που κάνει μια χαρά τη δουλειά.
Ζηλεύω τις προπερασμένες γενιές. Εζησαν σε μια Ελλάδα φτωχή, μικρή που πίστευε όμως στον εαυτό της. Ενίοτε τον πίστεψε και παραπάνω από όσο του άξιζε. Ηττήθηκαν πολλές φορές αλλά κατάφεραν πολλά.
Εμείς ζήσαμε σε μια Ελλάδα μικρομέγαλη και τώρα που μας απογοήτευσε θέλουμε να τη σβήσουμε από τον χάρτη. Λες και θέλουμε να την εκδικηθούμε.

Αρχειοθήκη ιστολογίου

Πληροφορίες

"Οι μεγάλοι άνθρωποι μιλούν για ιδέες. Οι μεσαίοι άνθρωποι μιλούν για γεγονότα. Οι μικροί άνθρωποι μιλούν για τους άλλους."