Του Στέλιου Συρμόγλου
Στα χρόνια της κρίσης και του πολιτικού καιροσκοπισμού, στα χρόνια που
οι πολιτικοί παρουσιάζονται ως "σωτήρες" με μια μορφή αυτοερωτισμού, η
μοναξιά των ολίγιστων σκεπτόμενων Ελλήνων, καταγράφεται σαν ένα από τα
αμετάβλητα μεγέθη μέσα στις ρευστότητες της ελληνικής καθημερινής
πραγματικότητας.
Και ύστερα από τα τόσα χρόνια των χιμαιρών, των υποσχέσεων, της
επίπλαστης αισιοδοξίας, των διαψεύσεων και της κοινωνικής αγωνίας,
αξίζει να συλλογιστούμε τούτο το αμετάβλητο μέγεθος.
Αγαπούμε τούτο τον τόπο; Το ερώτημα επιδέχεται πρόχειρες συναισθηματικές
απαντήσεις. Μα κεντρίζει συνάμα τη σκέψη για μια πλατύτερη θεώρηση της
στάσης μας ως πολίτες και γενικότερα της ζωής μας, από την αφετηρία της
κρίσης που στάθηκε μαζί με άλλες κακοδαιμονίες του κράτους το τέρμα μιας
πορείας μας προς το αδιέξοδο.
Κάποιοι από εμάς, αν ψάξουμε τα βάθη λησμονημένων συρταριών, θα δούμε σε
κιτρινισμένα χαρτιά, να προετοιμάζουμε τον αμέριμνο κοινωνικό μας
θάνατο. Δεκαετίες ολόκληρες χωρίς προσανατολισμό, παρθένοι από την
έγνοια, ανάλαφροι στο στοχασμό σαν το πούπουλο που μετεωρίζεται στις
απανεμιές, τροπές του νου χωρίς το βάρος της ευθύνης για τη Στιγμή που
ζητούσε και πάντα ζητεί να δημιουργήσει Ιστορία.
Χρόνια κούφια διατρέξαμε, χωρίς να σκεπτόμαστε, με την ανύποπτη
μακαριότητα μας να θρέφεται από την υπνωμένη συνείδηση, διαμορφώνοντας
έτσι το ίδιο μας το δράμα, προσωπικό και κοινωνικό.
Ζούσαμε στον μικρόκοσμό μας, που ενεθάρρυναν και οι μεταπράτες των
ονείρων μας, οι πολιτικοί της φυγής από την ευθύνη. Υπήρχαν ωστόσο
Ελληνες που δεν ζούσαν και δεν ζουν στον μικρόκοσμό τους. Και συνεχίζουν
να σκέπτονται...
Γνωρίζουν ότι η εσωστρέφεια και η περιστροφή από μια περιορισμένη
αντίληψη των πραγμάτων είναι δείγμα αδυναμίας και βλακείας. Η άρνησή
τους να αρμενίσουν σε ανοικτές και βαθιές θάλασσες της πολιτικής
ανοησίας και η οκνηρή τους διάθεση να ενδυθούν το "ρούχο του πλήθους",
να γίνουν περίτριμμα του κονιορτού της και υβρίδιο μέσα στο πολτό του,
είναι το κυριότερο σύμπτωμα αναξιότητας.
Αυτοί οι Ελληνες, οι ολίγιστοι αυτοί Ελληνες, δεν είναι αναρχικοί. Δεν
είναι όμως και θεατές κακότεχνων πολιτικών παραστάσεων ή σύμφωνοι με τις
φεουδαρχικές ιεραρχίες που τήκονται σ' ένα αναγεννησιακό τύπο Homo
Universalis. Μέσα σ' ένα πλαίσιο ευρύτατο παραδέχονται και την
κινητικότητα και την ανανέωση.
Είναι φύσει αντιστατικοί. Την καταγγελία της στασιμότητας όμως τη
συνδυάζουν με το αίτημα της κοινωνικής συνοχής. Και βέβαια όχι με την
έννοια κάποιας ψυχρής και παγωμένης δημόσιας τάξης, αλλά ως πρόληψη της
κοινωνικής αποσύνθεσης.
Γιατί η κοινωνική αποσύνθεση που προέρχεται από τους αναζητητές της
απάτης, τον εξωνυμένο τύπο, την τυφλή στράτευση, την εκφυλισμένη
διανόηση και την πολιτική βλακεία, άγει στην ανωμαλία και σε πολιτικές
εκτροπές.
Αυτούς τους ολίγιστους σκεπτόμενους Ελληνες, ανεξαρτήτως πολιτικής
απόχρωσης, οι οποίοι παραμένουν σε απόσταση ασφαλείας από τη
συνασπισμένη πολιτική μετριότητα και την κοινωνική ελαφρότητα, αν δεν
επιμένουμε να ζούμε σε μια ατμόσφαιρα γενικής αποβλάκωσης και
καταστροφής και των πλέον πρωτογενών αντανακλαστικών μας, και είμαστε σε
θέση να τους αναγνωρίσουμε, ας τους αγκαλιάσουμε.
Είναι το τελευταίο προπύργιο της ελπίδας μας,΄έστω κι αν φαίνεται ότι
είναι εσωστρεφείς. Αποτελούν τον κυματοθραύστη της πολιτικής
βαρβαρότητας και της αδιατάρακτης επικράτησης των αθλίων και των
ηλιθίων. Γιατί μπορεί τα κατεστημένα να αλληλοτροφοδοτούνται με
"ανθρώπους έτοιμους για όλα", αλλά συγχρόνως αλληλοσπαράσσονται και
αλληλοανατρέπονται...
Ας το έχουμε υπόψη μας αυτό. Δεν είναι "γραφικοί" όσοι από τους
ολίγιστους σκεπτόμενους του τόπου τούτου επιμένουν στις απόψεις τους,
χωρίς να "παγιδεύονται" στο επικαιρικό γεγονός και όσα η Στιγμή
αναδίδει.