Το Βυζάντιο και ο βαρβαρικός κόσμος
Γύρω από τη βυζαντινή αυτοκρατορία υπήρχε ο υπόλοιπος κόσμος, οι λαοί που μέσα στην αλαζονεία του το Βυζάντιο χαρακτήριζε με την κοινή ονομασία βάρβαροι, και που για μεγάλο διάστημα δεν ήταν τίποτα περισσότερο. Επρόκειτο κατά τον 6ο και τον 7ο αιώνα, για τους λαούς των γερμανικών φυλών, Βανδάλους, Βησιγότθους, Οστρογότθους, Λομβαρδούς, Φράγκους, που είχαν φτιάξει βασίλεια στα απομεινάρια της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και για λαούς σλαβικής ή ουραλοαλταϊκής καταγωγής, Κροάτες, Σέρβους, Βούλγαρους, Ούννους, Αβάρους, που κυκλοφορούσαν στα σύνορα της μοναρχίας. Αργότερα τον 10ο αιώνα ήταν οι Χαζάροι, οι Πετσενέγκοι, οι Ούγγροι, οι Ρώσοι και άλλοι. Και αν και, μεταξύ των γειτόνων της αυτοκρατορίας υπήρξαν από νωρίς μερικά καλύτερα οργανωμένα κράτη, όπως των Περσών και των Αράβων […], οι βυζαντινοί επέμεναν να θεωρούν τους εαυτούς τους το μοναδικό ευνομούμενο κράτος, το μοναδικό κέντρο της πολιτικής και πολιτισμένης ζωής και εκτός από τους Πέρσες και τους Άραβες, για τους οποίους έδειχναν πάντα μεγαλύτερο σεβασμό, εξακολουθούσαν να μεταχειρίζονται τον υπόλοιπο κόσμο με πολύ περιφρονητική συγκαταβατικότητα, […]
Η μελέτη του βαρβαρικού κόσμου ήταν μια από τις
σταθερότερες ενασχολήσεις της αυτοκρατορικής αυλής. Μεταξύ των γραφείων της καγκελαρίας, υπήρχε ένα γραφείο που ονομαζόταν «το
γραφείο των βαρβάρων» και εκεί
[…], συγκέντρωναν προσεκτικά σημειώσεις
και πληροφορίες για όλους τους ξένους λαούς. Ήξεραν τα ισχυρά και αδύνατα
σημεία του καθενός, το πώς μπορούσαν να τους επηρεάσουν, ποιες ήταν οι
οικογένειες με τη μεγαλύτερη επιρροή, ποια δώρα τους ευχαριστούσαν περισσότερο,
ποια αισθήματα, ποια συμφέροντα μπορούσαν να καλλιεργηθούν πιο εποικοδομητικά,
ποιες πολιτικές ή οικονομικές σχέσεις μπορούσαν να εξυφανθούν μαζί τους. Και
αυτή η αγάπη για τις μεγαλοφυείς και λεπτές κομπίνες είναι πολύ χαρακτηριστική
του βυζαντινού πνεύματος […]
Με την αξιοθαύμαστη ικανότητα των διπλωματών του, με
την ακούραστη δράση των ιεραποστόλων του, το Βυζάντιο άντεξε ενάντια στους
εισβολείς επί τόσους αιώνες. Και μ’ αυτούς διέδωσε τον πολιτισμό του σ’
ολόκληρη την Ανατολή και άφησε ένα ανεξίτηλο ίχνος στον κόσμο.
Τα μέσα της βυζαντινής διπλωματίας
Η πολιτική δράση. – Για να
ασκεί επιρροή στους ξένους λαούς, το πρώτο μέσο που χρησιμοποιούσε η βυζαντινή
καγκελαρία, το πιο ωμό, το πιο άμεσο, το πιο απλό, ήταν το χρήμα. Η
αυτοκρατορική διπλωματία θεωρούσε πάντοτε ότι ήταν ένα ακαταμάχητο επιχείρημα
και το μεταχειρίστηκε – με μια μερικές φορές κοντόφθαλμη ψυχολογία – σε όλες
τις εποχές και απέναντι σε όλους.
Ο Ιουστινιανός προσέλαβε στην
υπηρεσία της αυτοκρατορίας, πληρώνοντας τους μια ετήσια επιχορήγηση και γέμισε
δώρα όλους τους βαρβάρους βασιλείς που περιστοίχιζαν τον βυζαντινό κόσμο,
Ούννους ηγεμόνες της Κριμαίας, άραβες εμίρηδες της Συρίας, ηγεμόνες της
μακρινής Αβησσυνίας, Βέρβερους φύλαρχους της Βορείου Αφρικής, τους Λομβαρδούς
και τους Γέτιδες, […] Και ο Αλέξιος Κομνηνός, έξι αιώνες αργότερα, πίστεψε -
όχι εντελώς παράλογα – ότι θα μπορούσε να κερδίσει με τον ίδιο τρόπο τη
συμπάθεια των βαρόνων της πρώτης σταυροφορίας και νόμισε ότι αρκούσε να ορίσει
την τιμή για να τους κάνει μισθοφόρους στρατιώτες του Βυζαντίου που θα
εξυπηρετούσαν τα σχέδια της ιμπεριαλιστικής πολιτικής του. […] Η αυτοκρατορική
διπλωματία θεωρούσε πάντοτε ότι κάθε άνθρωπος ήταν για πούλημα […] Μερικές φορές όμως, έκανε έκκληση στο
συμφέρον με πιο διακριτικό αν και όχι λιγότερο αποτελεσματικό τρόπο. Για να
εξασφαλίσει τη συμμαχία των Βενετών, των Πιζάνων, των Γενουατών, χρησιμοποίησε το δόλωμα των πλεονεκτικών
εμπορικών συνθηκών, των οικονομικών προνομίων που παρέχονταν στους υπηκόους
τους στην αυτοκρατορία. Και αυτή η σπατάλη των πόρων του Βυζαντίου, αυτή η
παραμέληση των βασικότερων συμφερόντων του, ανησύχησε πολλές φορές, παρά τα
αποτελέσματα που επιτυγχάνονταν, εκείνους που ήξεραν να βλέπουν και να
σκέπτονται, από τον Προκόπιο που, κατά τον 6ο αιώνα, επέκρινε τον
Ιουστινιανό για την επιδεικτική και αδέξια γενναιοδωρία του προς τους
βαρβάρους, μέχρι τον Νικήτα που, κατά τον 12ο αιώνα, παραπονιόταν βλέποντας
τον Μανουήλ Κομνηνό να δίνει τόσο απλόχερα στους Λατίνους τα χρήματα που είχε
συγκεντρώσει με τόσο κόπο από τους υπηκόους της μοναρχίας.
Στην έκκληση στο συμφέρον προσθετόταν η έκκληση στη
ματαιοδοξία. Ένα από τα πιο
συνηθισμένα μέσα για να φέρνουν τους ξένους ηγεμόνες και τα υψηλά πρόσωπα κοντά
στο Βυζάντιο ήταν να τους δίνουν –όπως σήμερα δίνουν παράσημα- τις τιμές και
τους τίτλους της ιεραρχίας της βυζαντινής αυλής. […] Για να εξασφαλίσουν ακόμη
περισσότερο την επιρροή του Βυζαντίου πάνω στους υποτελείς, τους έδιναν συχνά
για γυναίκες ελληνίδες […] ή μερικές φορές ακόμη και συγγενείς της
αυτοκρατορικής οικογένειας. […]
Μ’ αυτήν επιδέξια ρυθμισμένη
διανομή χρήματος και ευνοιών, το Βυζάντιο επεδίωκε ένα ακόμη αποτέλεσμα: να
διαιρέσει τους αντιπάλους του, να τους εξουδετερώσει στρέφοντας τον ένα εναντίον
του άλλου, να συντηρεί μεταξύ τους ζήλιες μνησικακίες, έχθρες. Τίποτα δεν ήταν
ευκολότερο από το ν’ ανάψει κανείς φοβερό θυμό σ’ αυτούς τους αφελείς και
εγωιστές βαρβάρους. […] Αργότερα, στους αιώνες όπου αυτά τα στοιχειώδη μέσα
είχαν λιγότερες πιθανότητες επιτυχίας, ο ίδιος φόβος εξακολουθούσε να
διακατέχει τους βυζαντινούς, ότι ένας συνασπισμός της Δύσης θα παρέσυρε την
αυτοκρατορία […] Έτσι ολόκληρη η πολιτική τους συνίστατο στο να συντηρούν τη διχόνοια
μεταξύ των μεγάλων κρατών της Δύσης […]
Κυρίως όμως, απέναντι στους
ξένους, το Βυζάντιο ασκούσε μια πολιτική μεγαλοπρέπειας και γοήτρου, που
είχε
σκοπό να τους δείξει την υλική δύναμη και την ηθική ανωτερότητα της
μοναρχίας.
Όταν οι ξένοι πρέσβεις έρχονταν στην Κωνσταντινούπολη, χρησιμοποιούσαν
για να
τους εντυπωσιάσουν και να τους θαμπώσουν όλα τα μέσα της βυζαντινής
πολυτέλειας. Οργάνωναν στα χρυσοστόλιστα διαμερίσματα του παλατιού μια
λαμπρή
σκηνοθεσία με πολυτελείς στολές, πολύτιμα σκεύη, υπέροχες ταπετσαρίες,
όλα όσα
μαρτυρούσαν ταυτόχρονα τον πλούτο και την δύναμη· […] Ακόμη,
προσκαλούσαν
ευχαρίστως τους ξένους βασιλείς στην Κωνσταντινούπολη. Κατά τη βασιλεία
του
Ιουστινιανού, υπήρχε μια συνεχής παρέλαση εξωτικών ηγεμόνων που με τις
γυναίκες
τους, τα παιδιά τους, την ακολουθία τους με τις περίεργες και γραφικές
ενδυμασίες, γέμιζαν την πόλη και την αυλή με τον ήχο όλων των γλωσσών
του
κόσμου. Αργότερα πέρασαν από το Βυζάντιο Ρώσοι πρίγκιπες και Τούρκοι
σουλτάνοι, Αρμένιοι δυνάστες και Λατίνοι βαρόνοι της Συρίας, βασιλείς
της Γαλλίας και
αυτοκράτορες της Γερμανίας. Τους γέμιζαν όλους με τιμές, δώρα, […]
Η βυζαντινή διπλωματία κανόνιζε προσεκτικά τους
περιπάτους και τις επισκέψεις όλων αυτών των φιλοξενούμενων στην πόλη. […] Ένας
ακόμη τρόπος για να μεγαλώνουν το Βυζάντιο στα μάτια αυτών των ξένων ήταν να
τους αποπαίρνουν χωρίς περιστροφές όταν άρχιζαν να δείχνουν υπερβολική
οικειότητα. Τους εξηγούσαν τότε, για παράδειγμα, ότι το μυστικό του υγρού
πυρός είχε αποκαλυφθεί από έναν άγγελο στον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο, ότι τα
κοσμήματα του στέμματος τα είχε φέρει στον ίδιο αυτοκράτορα ένας άγγελος και
δεν μπορούσαν να πέσουν στα χέρια βαρβάρων […] Όλοι οι πρεσβευτές και οι ηγεμόνες, επέστρεφαν από αυτές τις επισκέψεις
στην Κωνσταντινούπολη θαμπωμένοι και γοητευμένοι, έχοντας νιώσει τη δύναμη
της αυτοκρατορίας και τον υπεράνθρωπο χαρακτήρα του ηγεμόνα της, ευτυχείς που
υπηρετούσαν τον βασιλέα που δεχόταν τόσο καλά και αντάμειβε τόσο γενναιόδωρα
τους πιστούς του.
Η θρησκευτική δράση. –
Και δεν ήταν μόνο αυτό. Σ’ αυτά τα μέσα δράσης, που το Βυζάντιο δανείζεται από
τη ρωμαϊκή παράδοση, προσθέτει και άλλα, όχι λιγότερο αποτελεσματικά, που τα
οφείλει στον χαρακτήρα του ως χριστιανική μοναρχία. Ένας ποιητής του 6ου
αιώνα έγραφε:
Res
romana Dei est: terrenis non eget armis.
Αυτή ήταν μια από τις αρχές
από τις οποίες εμπνεύστηκε η αυτοκρατορική πολιτική. Έχει παρατηρηθεί σωστά ότι
οι ιεραποστολές ήταν μεταξύ του 6ου
και του 11ου αιώνα το νέο στοιχείο που έδωσε στη βυζαντινή
διπλωματία τον ξεχωριστό χαρακτήρα της. Όπως ξέρουμε, στο Βυζάντιο η
πολιτική και η θρησκεία ήταν στενά συνδεδεμένες. Το έργο του προσηλυτισμού, της
χριστιανικής προπαγάνδας, συμβάδιζε με την κατάκτηση· και όπως ήταν συνεργάτης
του στρατιώτη, ο ιεραπόστολος ήταν και συνεργάτης του διπλωμάτη. Δίπλα στον
έμπορο που, με τα μακρινά του ταξίδια, φώτιζε το πεδίο δράσης της
αυτοκρατορικής καγκελαρίας και της έδινε τις απαραίτητες πληροφορίες, ο ιερέας,
άνοιγε το δρόμο στους πολιτικούς. Πήγαινε πριν απ’ αυτούς στους βαρβάρους,
κηρύσσοντας, κατακτώντας τις ψυχές για λογαριασμό του Χριστού, προσπαθώντας
κυρίως να κερδίσει τις γυναίκες που ήταν πιο ευαίσθητες στη μυστική έλξη της
καινούργιας θρησκείας. Οι ομορφιές της ορθόδοξης λειτουργίας εντυπωσίαζαν αυτά
τα αφελή και απλοϊκά πνεύματα περισσότερο και από το δόγμα. Το βλέπουμε καθαρά
σ’ αυτό που συνέβη στην Κωνσταντινούπολη στους απεσταλμένους του μεγάλου
πρίγκιπα της Ρωσίας Βλαδίμηρου. Κάτω από τους χρυσούς τρούλους της Αγίας
Σοφίας, οι πρεσβευτές, θαμπωμένοι από τη λάμψη της λειτουργίας, νόμισαν ότι
έβλεπαν, μέσα στις αναθυμιάσεις του λιβανιού, ανάμεσα στην τρεμουλιαστή λάμψη
των κεριών, φτερωτούς νέους, ντυμένους με υπέροχες ενδυμασίες, που πετούσαν
στον αέρα πάνω από το κεφάλι των ιερέων και έψελναν θριαμβευτικά: «Άγιος,
άγιος, άγιος ει ο Θεός ημών». Και όταν ρώτησαν τι ήταν αυτό το θαύμα, τους
απάντησαν: «Αν δεν αγνοούσατε τα μυστήρια των χριστιανών, θα ξέρατε ότι οι
ίδιοι οι άγγελοι κατεβαίνουν από τον ουρανό για να τελέσουν την λειτουργία με
τους ιερείς μας». Πώς ν’ αντισταθείς σε μια θρησκεία που προσφέρει τέτοια
θεάματα, «που ξεπερνούν την ανθρώπινη διάνοια;» Οι βογιάροι του Βλαδίμηρου δεν
μπορούσαν να της αντισταθούν, όπως και ο κύριός τους και ο λαός του. Και πριν
από τους Ρώσους πολλοί άλλοι είχαν προσηλυτιστεί στην ορθοδοξία, Γότθοι της
Κριμαίας και Αβασγοί του Καυκάσου, Άραβες της χώρας του Χιμυάρ και Αιθίοπες του
βασιλείου του Αξούμ τον 6ο αιώνα και αργότερα Κροάτες και Σέρβοι, Μοραβοί
και Βούλγαροι και πολλοί άλλοι που, μαζί με την ορθοδοξία είχαν δεχθεί από το
Βυζάντιο έναν ολόκληρο κόσμο από ιδέες, αισθήματα, συνήθειες, έναν ολόκληρο νέο
πολιτισμό που εξασφάλιζε την παντοδύναμη επιρροή της αυτοκρατορίας πάνω τους.
Diehl Charles,
Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας (τόμος
2)
(Ελευθεροτυπία, 2011, σελ. 160-165)
http://axia-logou.blogspot.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου