Ως πότε η πολιτική σκηνή της χώρας θα λεηλατεί τη ζωή μας; Ως πότε θα ορίζει τα ξενύχτια μας και το πρωινό μας ξύπνημα; Ως πότε θα είμαι υποχρεωμένος να ξέρω τι σκέφτονται άνθρωποι με τους οποίους δεν θα ήθελα να καθίσω ποτέ στο ίδιο τραπέζι; Ανθρωποι που κακοποιούν τη γλώσσα μου και υποτιμούν όση νοημοσύνη μου έχει απομείνει; Θυμάμαι μια συζήτηση που είχα με φίλο πριν από χρόνια για τον Σεφέρη. Του έλεγα πόσο αγαπώ τις «Μέρες» του, γιατί τις θεωρώ σημαντικό πεζογράφημα, και πόσο ταυτίζομαι με τη στάση του και τη συμπεριφορά του. Εκείνος δεν συμφωνούσε. Ενώ αναγνώριζε την ποιητική του αξία αντέτεινε πως δεν μπορεί να ανεχτεί την γκρίνια του και την απόσταση που πάντα κρατούσε από τα πράγματα. Σήμερα μόνον μπορώ να δικαιολογήσω, εξ ιδίας πείρας πλέον, την γκρίνια του και να καταλάβω στο πετσί μου την αξία που έχουν οι αποστάσεις από τα πράγματα.
Πίστευα πάντα πως μια μικρή κοινωνία όπως η ελληνική, η σχέση της με τη μεγάλη Ευρώπη, θα της έδινε τα μέσα για να πάρει τις αποστάσεις της από τον εαυτό της. Οχι να εγκαταλείψει τον εαυτό της, όπως φοβούνται οι κήνσορες της ελληνοπρέπειας, ή να τον νοθεύσει όπως υποστηρίζουν οι φοβικοί της σύγχρονης ζωής. Την πίστη μου την εδραίωνε η ιστορική πορεία του σύγχρονου ελληνισμού. Οπως και όσοι μου έμαθαν γράμματα. Δεν χρειάζεται εδώ να αναφέρω πως η πνευματική ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, από τον Κοραή ώς τον Σεφέρη, χτίστηκε πάνω στις απαιτήσεις που δημιουργούσε για τον εαυτό μας ο διάλογος με τον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Κι αν υπήρξε κάποια ουσιαστική ρήξη με το οθωμανικό μας παρελθόν, απ’ αυτόν τον διάλογο άντλησε τη δύναμή της. Τα υπόλοιπα είναι για να φτιάχνουν δίπλες στη φουστανέλα του εθνικού μας ναρκισσισμού.
Οπως ποτέ δεν ντράπηκα για τη γλώσσα που μιλάω και γράφω, το αντίθετο μάλιστα, έτσι και ποτέ δεν ντράπηκα για το διαβατήριό μου. Ακόμη και στα χρόνια των συνταγματαρχών δεν ντρεπόμουν γιατί τότε, ακόμη και ο πιο αδιάφορος για τα κοινά Ιταλός ή Γάλλος αναγνώριζε τη διαφορά ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους πολίτες της χώρας. Επρεπε να φτάσουμε στο 2015 για να σε αντιμετωπίζουν με καχυποψία όταν δηλώνεις Ελληνας. Υπερβολές; Ενδεχομένως. Ομως, εξακολουθώ να φοβάμαι πως το χάσμα που άνοιξε η καχυποψία είναι πιο δύσκολα διαχειρίσιμο από την οικονομική κατάρρευση. Και δεν αναφέρομαι μόνον στην καχυποψία του κ. Σόιμπλε, ο οποίος δεν χάνει ευκαιρία για να αποδείξει ότι η Γερμανία δεν μπορεί να ανταποκριθεί στον ρόλο του πολιτικού ηγέτη της Μεγάλης Ενωσης. Οι μεγάλοι ηγέτες δεν διαιρούν. Συνθέτουν. Δεν διχάζουν. Ενώνουν.
Αναφέρομαι στη γενικευμένη καχυποψία που έχει διασπείρει στην υπόλοιπη Ευρώπη η δική μας ταυτότητα, η αναξιοπιστία της συμπεριφοράς μας, η προσήλωσή μας στο εθιμικό δίκαιο της δημοκρατίας μας. Ας αφήσουμε κατά μέρος τα περί Πλάτωνος και Παρθενώνος. Οι κουτόφραγκοι όσο κουτόχορτο κι αν νομίζουμε πως τρώνε ξέρουν πολύ καλά πως η σχέση μας με τον Πλάτωνα είναι στην καλύτερη περίπτωση προβληματική. Στη χειρότερη ανύπαρκτη. Ας παρακάμψουμε και την ευκολία με την οποία καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι δεν μας θέλουν επειδή πτωχεύσαμε κι ό,τι ήταν να κερδίσουν από εμάς το κέρδισαν. Η άποψη πως όλα «σε τελευταία ανάλυση» ανάγονται στην οικονομία διαψεύδεται συστηματικά από την Ιστορία. Το ζήτημα είναι πολιτισμικό, και γι’ αυτό η απομάκρυνσή μας από την Ευρώπη πιστεύω ότι είναι κατά μείζονα λόγο ζήτημα εθνικής ταυτότητας.
Το πρόβλημα με τον εθνικολαϊκισμό δεν περιορίζεται ούτε στην ανικανότητα της πολιτικής του εκπροσώπησης, ούτε στην αναξιοπιστία του, ούτε στην απαίδευτη ρητορεία του, ούτε στην πρωτογενή βλακεία και την αυτάρεσκη υποκρισία ορισμένων εκπροσώπων του. Αυτά είναι αγαθά δημοκρατικά μοιρασμένα σε όλο το φάσμα της πολιτικής μας τάξης. Το πρόβλημα με τον εθνικολαϊκισμό, ακόμη κι όταν εμφανίζεται ως έντεχνος, είναι ο τρόπος με τον οποίον ενεργοποιεί και κολακεύει τα πιο πρωτόγονα αντανακλαστικά της εθνικής μας ταυτότητας. Δεν μας θέλουν επειδή είμαστε αυτοί που είμαστε και είμαστε αυτοί που είμαστε γιατί είμαστε μοναδικοί. Ελάτε τώρα. Ας ξεπεράσουμε για μια φορά την υπέροχη υποκρισία μας και ας παραδεχθούμε πως αν, ο μη γένοιτο, μας εξορίσουν από την ευρωπαϊκή κοινωνία θα οχυρωθούμε πίσω από τις αναπηρίες της ιδιοπροσωπείας μας, θα κλειστούμε στον υπερήφανο εαυτό μας και με τη γλώσσα μας που την καταντήσαμε κουρέλι θα γλείφουμε τις πληγές μας.
Η απώλεια της ευρωπαϊκής προοπτικής σημαίνει και αμφισβήτηση της εθνικής μας ταυτότητας. Θα είμαστε Βαλκάνιοι στα Βαλκάνια που γίνονται μέρα με τη μέρα ευρωπαϊκά; Θα είμαστε μεσογειακοί σε μια Μεσόγειο που μοιράζεται ανάμεσα στον σπαραγμό του αραβικού κόσμου και τη Νότιο Ευρώπη; Ή μήπως θα προσβλέπουμε στην προστασία των νεοοθωμανών; Πάλι τρομοκρατώ τον κόσμο, θα μου πείτε. Θα είμαστε Ελληνες και ωραίοι σαν Ελληνες. Τόσο ωραίοι που δεν θα αντέχει κανείς να μας κοιτάξει – μην ξεχνάτε ότι ο Απόλλων, ο ωραιότερος των θεών, εισέπραττε τη μία ερωτική αποτυχία μετά την άλλη.
Η Ευρώπη αντιμετωπίζει υπαρξιακή κρίση. Η γραφειοκρατία της που πάσχει από ελεφαντίαση δεν μπορεί να διαχειρισθεί τον ιστορικό της ρόλο, η πολιτική της ηγεσία πάσχει από ελλείμματα. Η Ευρώπη έχει χάσει την ανάσα της. Μαζί της την έχασε και η Ελλάδα με τη φυματική ευρωπαϊκή συνείδηση. Το πρόβλημα δεν είναι το νέο μνημόνιο, τα σκληρά ή τα λιγότερο σκληρά του μέτρα. Το πρόβλημα είναι αν μπορεί να υπάρξει κάποια πολιτική που μπορεί να δείξει κάποιο μέλλον στο αόμματο παρόν. Θα μου πείτε, τι να το κάνεις το Εθνος όταν μαζί σου έχεις τον Λαό.
http://www.kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου